Σπίτι μου ΙΙ: Οι όροι και οι προϋποθέσεις για το νέο πρόγραμμα
Τους όρους και τις προϋποθέσεις για το πρόγραμμα Σπίτι μου ΙΙ περιλαμβάνει η σχετική ΚΥΑ.
Το Πρόγραμμα αφορά στη δημιουργία χρηματοδοτικού μέσου συγχρηματοδοτούμενων στεγαστικών δανείων προς φυσικά πρόσωπα βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων επιλεξιμότητας, για την απόκτηση της πρώτης κατοικίας τους εντός της ελληνικής επικράτειας.
Δικαιούχοι του Προγράμματος
Το Πρόγραμμα αφορά στη δημιουργία χρηματοδοτικού μέσου συγχρηματοδοτούμενων στεγαστικών δανείων προς φυσικά πρόσωπα, βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων επιλεξιμότητας.
Δικαιούχοι του Προγράμματος είναι φυσικά πρόσωπα που συμπληρώνουν στη 31η Δεκεμβρίου του έτους υποβολής της αίτησης, το 25o έτος ηλικίας κατ’ ελάχιστο και το 50ο έτος ηλικίας κατά μέγιστο ή σύζυγοι ή πρόσωπα που συνδέονται με σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον ο ένας εκ των δύο συμπληρώνει κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους υποβολής της αίτησης, το 25 έτος ηλικίας κατ’ ελάχιστο και το 50 έτος ηλικίας κατά μέγιστο, εφόσον:
α) Πληρούν τα εισοδηματικά κριτήρια που αναφέρονται στον πίνακα που ακολουθεί, ανάλογα με την οικογενειακή κατάστασή τους:
Ως προς το κατώτατο εισοδηματικό όριο των €10.000 λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των ετήσιων φορολογητέων εισοδημάτων -πραγματικών ή τεκμαρτών- ανεξαρτήτως της πηγής προέλευσης και του κωδικού εγγραφής τους στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων του τελευταίου φορολογικού έτους, πλέον των εισοδημάτων, επίσης του τελευταίου φορολογικού έτους που αφορούν αποκλειστικά σε συντάξεις και προνοιακά επιδόματα των εξαρτώμενων τέκνων τους.
Ως προς το ανώτατο ανά περίπτωση εισοδηματικό όριο, στο ετήσιο φορολογητέο εισόδημα -πραγματικό ή τεκμαρτό- ανεξαρτήτως κατηγορίας και του κωδικού εγγραφής του στη Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων του τελευταίου φορολογικού έτους, δεν περιλαμβάνεται το εισόδημα εκείνο, το οποίο αθροιστικά απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος του ν. 4172/2013, σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο για το έτος 2024, για τη λήψη του επιδόματος θέρμανσης.
Για τους έγγαμους/μέρη συμφώνου συμβίωσης αξιολογείται το ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημα, ανεξαρτήτως εάν οι σύζυγοι/ μέρη συμφώνου συμβίωσης κάνουν κοινή ή χωριστή Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων.
Ο μέσος όρος εισοδημάτων των τριών τελευταίων φορολογικών ετών λαμβάνεται υπόψη στην περίπτωση που το εισόδημα του τελευταίου φορολογικού έτους, υπερβαίνει το ανώτατο εισοδηματικό όριο κατά τα ανωτέρω. Στην περίπτωση αυτή, η οικογενειακή κατάσταση του αιτούντος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, λογίζεται ότι ισχύει και για τα τρία τελευταία φορολογικά έτη.
β) Δεν διαθέτουν ακίνητο κατάλληλο για κατοικία τους.
Ύψος δανείου, όροι και προϋποθέσεις χορήγησης
Τα χαρακτηριστικά του δανείου ΤΑΑ που χορηγείται στο πλαίσιο του Προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ» είναι τα κάτωθι:
Χορηγείται για την αγορά πρώτης κατοικίας των δικαιούχων μετά των τυχόν παραρτημάτων και παρακολουθημάτων αυτής, αξίας μέχρι διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ, όπως αυτή προσδιορίζεται στο συμβόλαιο αγοράς.
Καλύπτει έως το 90% της αξίας του ακινήτου, όπως αυτή αναγράφεται στο συμβόλαιο αγοράς, με ανώτατο όριο ποσού δανείου τις 190.000 ευρώ. Το υπολειπόμενο τίμημα καλύπτεται από ίδιους πόρους του Τελικού Αποδέκτη.
Απαλλάσσεται από την εισφορά της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 128/1975 (Α’ 178) για το σύνολο του κεφαλαίου και εξαιρείται από τα οριζόμενα στον ν. 4438/2016 (Α’ 220).
Το ύψος του δανείου εξαρτάται από την πιστοληπτική ικανότητα του Τελικού Αποδέκτη, όπως αυτή αξιολογείται από το Πιστωτικό Ίδρυμα, καθώς και από την εκτίμηση της εμπορικής αξίας του ακινήτου, κατόπιν του τεχνικού ελέγχου του Πιστωτικού Ιδρύματος.
Η διάρκεια αποπληρωμής του είναι από τρία (3) κατ’ ελάχιστο και έως τριάντα (30) έτη, χωρίς περίοδο χάριτος, ενώ τυχόν εξόφληση μερικώς ή ολικώς του δανείου οποτεδήποτε πριν την ημερομηνία λήξης του, πραγματοποιείται άνευ οποιασδήποτε ποινής ή άλλης επιβάρυνσης του Τελικού Αποδέκτη.
Το δάνειο χρηματοδοτείται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) από πόρους του δανειακού σκέλους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και κατά πενήντα τοις εκατό (50%) από ίδιους πόρους Πιστωτικού Ιδρύματος που λειτουργεί νομίμως στην Ελλάδα και συμμετέχει στο Πρόγραμμα.
Το Πιστωτικό Ίδρυμα και το Ελληνικό Δημόσιο στο πλαίσιο του προγράμματος συμμετέχουν κατ’ ελάχιστον με όρους σύμμετρης ικανοποίησης (pari passu) ως προς τις εξασφαλίσεις, προπληρωμές/αποπληρωμές και εν γένει απαιτήσεις.
Προς εξασφάλιση του δανείου λαμβάνεται ως εμπράγματη εξασφάλιση το αποκτηθέν ακίνητο σε ποσοστό που δεν θα ξεπερνά το 120% του ποσού του δανείου, ενώ δεν επιτρέπεται η παροχή προσωπικής εγγύησης τρίτου για τη χορήγησή του.
Το δάνειο του Προγράμματος δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί για την αναχρηματοδότηση υφιστάμενου δανείου.
Για το ποσό του δανείου που χρηματοδοτείται από το ΤΑΑ δεν οφείλεται από τον Τελικό Αποδέκτη, συμβατικός τόκος, ήτοι στο ποσό που χρηματοδοτείται από το ΤΑΑ εφαρμόζεται συμβατικό επιτόκιο 0%. Για το ποσό δανείου που χρηματοδοτείται από το Πιστωτικό Ίδρυμα εφαρμόζεται επιτόκιο μικρότερο ή ίσο του ανώτατου περιθωρίου επιτοκίου που δηλώνεται από το Πιστωτικό Ίδρυμα, στο στάδιο της υποβολής φακέλου κατόπιν ανοικτής Πρόσκλησης και το οποίο αποτυπώνεται στην Επιχειρησιακή Συμφωνία. Το επιτόκιο εκάστης Σύμβασης Δανεισμού Τελικού Αποδέκτη που θα προκύπτει βάσει της αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας αυτού κατά την πιστωτική πολιτική και εσωτερικές διαδικασίες του Πιστωτικού Ιδρύματος, δεν δύναται να υπερβαίνει το ανώτατο περιθώριο επιτοκίου που το Πιστωτικό Ίδρυμα έχει δηλώσει κατά τα ανωτέρω και σε καμία περίπτωση δε θα υπερβαίνει εκείνο που κατά κανόνα εφαρμόζει το Πιστωτικό Ίδρυμα σε εμπραγμάτως εξασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια. Η μονομερής αύξηση του ανώτατου περιθωρίου επιτοκίου δεν είναι επιτρεπτή. Τα περιθώρια επιτοκίου που εφαρμόζουν τα Πιστωτικά Ιδρύματα που συμμετέχουν στο Πρόγραμμα δημοσιοποιούνται.
Αν ο Τελικός Αποδέκτης είναι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης χρηματοδότησης, τρίτεκνος ή πολύτεκνος, οι συμβατικοί τόκοι για το μέρος δανείου που χρηματοδοτείται από το Πιστωτικό Ίδρυμα, επιδοτούνται κατά 50%, καθ’ όλη τη διάρκεια του Δανείου, από το εθνικό σκέλος του Π.Δ.Ε. του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών/φορέας χρηματοδότησης. Όσοι Τελικοί Αποδέκτες καταστούν τρίτεκνοι ή πολύτεκνοι μετά τη σύναψη του δανείου ΤΑΑ, η επιδότηση επιτοκίου ξεκινά μετά την υποβολή στο Πιστωτικό Ίδρυμα των απαιτούμενων δικαιολογητικών και αφορά στην υπολειπόμενη διάρκεια αποπληρωμής του δανείου ΤΑΑ.
Κατ’ εξαίρεση επιδότηση επιτοκίου δικαιούνται, και όσοι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης χρηματοδότησης έχουν δύο τέκνα και αποκτούν την πρώτη κατοικία τους στους Δήμους Ορεστιάδας ή Σουφλίου ή Διδυμοτείχου, της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου.
Κριτήρια επιλεξιμότητας αποκτώμενου ακινήτου
- Η αγορά του ακινήτου δεν μπορεί να γίνει από συγγενή εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας Α’ ή Β’ βαθμού του πωλητή ή από σύζυγο ή πρόσωπο που συνδέεται με σύμφωνο συμβίωσης με αυτόν.
- Το ακίνητο που αποκτάται υφίσταται νόμιμα.
- Το ακίνητο που αποκτάται αποτελεί ενιαία αυτοτελή οριζόντια ιδιοκτησία ή μονοκατοικία, και η έκτασή του δεν υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα (150) τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.). Στα τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.) του προηγούμενου εδαφίου δεν προσμετρώνται αυτά που αποτυπώνονται στο συμβόλαιο αγοράς ως παραρτήματα – παρακολουθήματα.
- Το ακίνητο που αποκτάται βρίσκεται επί οικοδομής ή αποτελεί οικοδομή, η οποία έχει κατασκευαστεί έως τις 31.12.2007, βάσει της περ. ι) της παρ. 1 του άρθρου 5 της παρούσας.
- Το ακίνητο αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα από τον Τελικό Αποδέκτη ή τους Τελικούς Αποδέκτες, αν πρόκειται για συζύγους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και είναι κατάλληλο και διαθέσιμο προς ιδιοκατοίκηση από αυτόν/ούς και δεν βρίσκεται σε ημιτελή κατάσταση.
Τα πιστωτικά ιδρύματα καλούνται να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα μέσω ανοικτής πρόσκλησης που απευθύνει η ΕΑΤ, χωρίς οποιονδήποτε αποκλεισμό ή περιορισμό.
Σύμβαση Δανεισμού Τελικού Αποδέκτη στο πλαίσιο του Προγράμματος, δύναται να συναφθεί μετά την υπογραφή της οικείας Επιχειρησιακής Συμφωνίας μεταξύ της ΕΑΤ και των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, που επελέγησαν να συμμετάσχουν στο Πρόγραμμα κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης.
Κατά τη διάρκεια του δανείου ΤΑΑ απαγορεύεται και είναι αυτοδικαίως άκυρη οποιαδήποτε εμπράγματη σύμβαση που έχει ως αντικείμενο τη μεταβίβαση ή την επιβάρυνση του αποκτηθέντος ακινήτου, πλην αυτής που απαιτείται για παροχή εξασφάλισης για το δάνειο ΤΑΑ και για τυχόν στεγαστικό δάνειο, που αφορά σε εργασίες επισκευής ή ανακαίνισης αποκλειστικά επί του ακινήτου αυτού. Η μεταβίβαση του αποκτηθέντος ακινήτου είναι εφικτή μόνο κατόπιν ολοσχερούς εξόφλησης του δανείου ΤΑΑ, καθώς αυτό δεν μεταβιβάζεται.
Η εκμίσθωση του αποκτηθέντος ακινήτου, πριν τη συμπλήρωση επτά (7) ετών από την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης Δανεισμού Τελικού Αποδέκτη, καταρχήν απαγορεύεται και αποτελεί λόγο καταγγελίας αυτής. Εξαίρεση δύναται να δικαιολογηθεί, εφόσον ο Τελικός Αποδέκτης αποδείξει επαρκώς σε περίπτωση ελέγχου, τις αντικειμενικές περιστάσεις που κατέστησαν αδύνατη τη χρήση του αποκτηθέντος ακινήτου ως κύριας κατοικίας του, όπως ιδίως εύρεση εργασίας ή υπηρεσιακή μεταβολή σε τόπο διαφορετικής περιφερειακής ενότητας από εκείνη όπου βρίσκεται το ακίνητο ή μόνιμη μετακίνηση στο εξωτερικό.
Στοιχεία ελέγχου και απαιτούμενα δικαιολογητικά
Οι προϋποθέσεις αποδεικνύονται από τα κάτωθι δικαιολογητικά:
α) Η ηλικία του αιτούντος αποδεικνύεται με πιστοποιητικό γέννησης ή αντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου.
β) Η οικογενειακή κατάσταση αποδεικνύεται με πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης που έχει εκδοθεί όχι νωρίτερα από ένα (1) μήνα πριν την υποβολή της αίτησης για χορήγηση δανείου και συμπληρωματικά με συμβολαιογραφική πράξη λύσης γάμου ή συμφώνου συμβίωσης ή αμετάκλητη δικαστική απόφαση περί λύσης γάμου συνοδευόμενη από το πιστοποιητικό περί κατάθεσης ή μη ενδίκων μέσων, ληξιαρχική πράξη θανάτου του συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης ή σε περίπτωση κηρύξεως αφάνειας κατά νόμο, το αντίγραφο δικαστικής απόφασης, συνοδευόμενη από το πιστοποιητικό περί κατάθεσης ή μη ενδίκων μέσων. Σε περίπτωση υιοθεσίας τέκνου από ένα μόνο γονέα, εάν δεν προκύπτει από το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης προσκομίζεται αντίγραφο δικαστικής απόφασης από την οποία να προκύπτει η υιοθεσία του τέκνου, συνοδευόμενη από το κατά νόμο πιστοποιητικό περί κατάθεσης ή μη ενδίκων μέσων.
γ) Σε περίπτωση που αποκτηθεί τέκνο μετά την υποβολή της αίτησης προσκομίζεται επικαιροποιημένο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, ενώ οι συνέπειες που προβλέπονται στην περ. 1.11 της παρ. 1 του άρθρου 4 της παρούσας επέρχονται μετά από γνωστοποίηση της μεταβολής αυτής στο Πιστωτικό Ίδρυμα.
δ) Οι διαζευγμένοι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί ή ακυρωθεί, οι οποίοι δεν έχουν τέκνα, εντάσσονται στην ίδια εισοδηματική κατηγορία με τους άγαμους.
Αντίστοιχα, οι διαζευγμένοι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί ή ακυρωθεί, οι οποίοι έχουν ένα ή περισσότερα τέκνα, εντάσσονται στην ίδια εισοδηματική κατηγορία με τους μονογονείς και έχουν αμφότεροι τη δυνατότητα να κριθούν επιλέξιμοι για το Πρόγραμμα και δικαιούχοι επιδότησης επιτοκίου λόγω ιδιότητάς τους ως τρίτεκνοι ή πολύτεκνοι ή γονείς δύο τέκνων που αποκτούν την πρώτη κατοικία τους στους Δήμους Ορεστιάδας ή Σουφλίου ή Διδυμοτείχου, της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου.
ε) Για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων των αιτούντων, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της Δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων του τελευταίου φορολογικού έτους ή του μέσου όρου των Δηλώσεων Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων των τριών (3) τελευταίων φορολογικών ετών. Στην περίπτωση συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, λαμβάνεται υπόψη το οικογενειακό τους εισόδημα, ανεξαρτήτως εάν υποβάλλουν χωριστές δηλώσεις ή εάν υποβάλλει αίτηση για χορήγηση δανείου ο ένας εκ των δυο. Ως δικαιολογητικά έγγραφα υποβάλλονται η Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (Ε1) ή η Πράξη Διοικητικού/Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, του τελευταίου φορολογικού έτους ή των τριών τελευταίων φορολογικών ετών και οι τυχόν τροποποιήσεις τους. Αντίστοιχα, σε περίπτωση συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, τα ως άνω έγγραφα υποβάλλονται και από τους δυο, ανεξαρτήτως εάν υποβάλλουν χωριστές δηλώσεις ή εάν υποβάλλει αίτηση για χορήγηση δανείου ο ένας εξ αυτών.
Στην περίπτωση που για τον υπολογισμό του ανώτατου εισοδηματικού ορίου λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος εισοδημάτων των τριών τελευταίων φορολογικών ετών, η οικογενειακή κατάσταση του αιτούντος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, λογίζεται ότι ισχύει και για τα τρία τελευταία φορολογικά έτη.
Σε περίπτωση εξαρτώμενων τέκνων δικαιούχων, τα οποία λαμβάνουν συντάξεις και προνοιακά επιδόματα που έχουν προσμετρηθεί για τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου εισοδήματος της περ. α της παρ. 2 του άρθρου 3 της παρούσας, προσκομίζεται πλέον των δικαιολογητικών της προηγούμενης περίπτωσης, Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (Ε1) ή η Πράξη Διοικητικού/Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, του τελευταίου φορολογικού έτους και οι τυχόν τροποποιήσεις του, των εξαρτώμενων τέκνων, καθώς και εκκαθαριστικό του προνοιακού επιδόματος από τον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
στ) Για τη διαπίστωση ύπαρξης ή μη, ακινήτου κατάλληλου για την κατοικία τους, οι αιτούντες υποβάλλουν είτε υπεύθυνη δήλωση από την Ενιαία Ψηφιακή Πύλη (gov.gr), ότι δεν υποβάλουν Δηλώσεις Στοιχείων Ακινήτων (Ε9), ήτοι δεν διαθέτουν ακίνητο, είτε την εκτύπωση διαμορφωθείσας Περιουσιακής Κατάστασης τελευταίου έτους, όπως προκύπτει από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Περιουσιολογίου της ΑΑΔΕ. Στην περίπτωση συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, υποβάλλονται και τα αντίστοιχα έγγραφα των συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, ανεξάρτητα εάν η αίτηση για τη χορήγηση του δανείου υποβάλλεται από κοινού ή από τον έναν εκ των δυο.
Στην περίπτωση της ύπαρξης ενός ή περισσοτέρων ακινήτων [Ε9 – κατηγορία ακινήτου – ΚΩΔ. 1: Κατοικία ή Διαμέρισμα (πλην μονοκατοικίας) και ΚΩΔ. 2: Μονοκατοικία] τα οποία κατέχονται από τους αιτούντες κατά πλήρη κυριότητα ή επικαρπία, για τη διαπίστωση μη ύπαρξης κατάλληλου ακινήτου για κατοικία των δικαιούχων, λαμβάνεται υπόψη το κάτωθι κριτήριο, ήτοι:
Το συνολικό εμβαδόν της επιφάνειας των κύριων χώρων κατοικιών (Ε9 – κατηγορία ακινήτου – ΚΩΔ. 1, ΚΩΔ. 2), είναι μικρότερο από 50 τ.μ., προσαυξανόμενο κατά 20 τ.μ. για το σύζυγο/μέρος συμφώνου συμβίωσης, 25 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και 30 τ.μ. για το τρίτο και τα επόμενα τέκνα (συμπεριλαμβανομένων και κυοφορούμενων τέκνων κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης).
Κατ’ εξαίρεση, το συνολικό εμβαδόν της επιφάνειας των κύριων χώρων κατοικιών, δικαιούχου με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%, όπως επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που παρέχονται από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ), ή κατά περίπτωση από υγειονομική επιτροπή πιστοποίησης/γνωμάτευσης αναπηρίας ή άλλη αρμόδια αρχή, είναι μικρότερο των 70 τ.μ, προσαυξανόμενο κατά 20 τ.μ. για το σύζυγο/μέρος συμφώνου συμβίωσης, 25 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και 30 τ.μ. για το τρίτο και τα επόμενα τέκνα (συμπεριλαμβανομένων και κυοφορούμενων τέκνων κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης).
Η κυοφορία αποδεικνύεται με σχετική ιατρική βεβαίωση.
ζ) Βεβαίωση επιλεξιμότητας στο Πρόγραμμα από την Ενιαία Ψηφιακή Πύλη gov.gr, εφόσον καταστεί διαθέσιμη η υπηρεσία. Η οικεία βεβαίωση επιλεξιμότητας δεν υποκαθιστά τον έλεγχο επιλεξιμότητας, στον οποίο το Πιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να προβαίνει σε κάθε περίπτωση.
η) Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 του αιτούντος μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης (gov.gr), με την οποία δηλώνει ότι:
i) Έχει λάβει γνώση των βασικών όρων του Προγράμματος,
ii) τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση είναι αληθή και τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά γνήσια,
iii) η δαπάνη για την αγορά της πρώτης κατοικίας του δεν έχει τύχει, ούτε θα τύχει χρηματοδότησης από άλλο Ταμείο ή χρηματοδοτικό μέσο ή από άλλο πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από τον μηχανισμό του ΤΑΑ ή από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και
iv) εξουσιοδοτεί το Πιστωτικό Ίδρυμα, τις αρμόδιες ελεγκτικές και εποπτικές Αρχές, την ΕΥΣΤΑ, τους Ορκωτούς Ελεγκτές στους οποίους η ΕΥΣΤΑ αναθέτει την επιβεβαίωση της ικανοποιητικής επίτευξης των οροσήμων και στόχων της υπ’ αρ. 16400 δράσης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ) στην οποία το Πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» αφορά, την ΕΑΤ και οποιαδήποτε Αρχή, Όργανο ή Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ελληνικού Δημοσίου που έχει αρμοδιότητα να ελέγχει τη χρήση των κεφαλαίων που αντλεί το Ελληνικό Δημόσιο στο πλαίσιο και κατ’ εφαρμογή των κανόνων ΤΑΑ για τη χρηματοδότηση των δανείων του Προγράμματος, για την περαιτέρω επεξεργασία και επαλήθευση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ακόμη και των ευαίσθητων, που περιέχονται στην αίτηση με σκοπό τη διαπίστωση της επιλεξιμότητάς του για το Πρόγραμμα και τη δανειοδότησή του, εάν αυτή τελικώς εγκριθεί.
Η επεξεργασία αυτή γίνεται σύμφωνα με τον ν. 4624/2019 (Α’ 137), για τις ανάγκες υλοποίησης του προγράμματος (ενδεικτικά: έλεγχοι και διασταυρώσεις κατά την υπαγωγή των αιτήσεων και την σύναψη δανειακών συμβάσεων και την παρακολούθηση τήρησης των υποχρεώσεων των τελικών αποδεκτών), για το σκοπό εξαγωγής στατιστικών δεδομένων (δεικτών), καθώς και για το σκοπό της διενέργειες ερευνών και της εκπόνησης μελετών για την αξιολόγηση του Προγράμματος.
θ) Για την επιβεβαίωση ότι η αγορά του ακινήτου δεν γίνεται από συγγενή εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας Α’ ή Β’ βαθμού του πωλητή ή από σύζυγο ή πρόσωπο που συνδέεται με σύμφωνο συμβίωσης με αυτόν, υποβάλλεται σχετικό σύμφωνο συμβίωσης και πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης αμφότερων πωλητή και αγοραστή και των συζύγων/μερών συμφώνου συμβίωσης, τόσο της πατρικής όσο και της μητρικής τους οικογένειας, ανεξάρτητα εάν η αίτηση χορήγησης δανείου υποβάλλεται από κοινού ή από τον έναν εκ των δύο. Στην περίπτωση που η προσκόμιση των εν λόγω δικαιολογητικών καθίσταται αδύνατη, γίνεται αποδεκτή υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 του αγοραστή και του πωλητή με την οποία δηλώνεται ότι δεν υφίσταται μεταξύ τους σχέση συγγενείας εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας, Α’ ή Β’ βαθμού, ή προσώπου που συνδέεται με σύμφωνο συμβίωσης με τον/τους αγοραστή/ές ή τον/τους πωλητές, αντίστοιχα.
ι) Για την επιβεβαίωση της παλαιότητας του προς απόκτηση ακινήτου από το πιστωτικό ίδρυμα, προσκομίζεται η οικοδομική άδεια ή η τελευταία αναθεώρησή της. Στην περίπτωση αυτή, η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται μετά τη συμπλήρωση δύο ετών από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας ή την τελευταία αναθεώρησή της (ενδεικτικά αν εκδόθηκε στις 30.9.2005 η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται από 30.9.2007).
Αν δεν υπάρχει οικοδομική άδεια, προσκομίζεται η βεβαίωση περαίωσης της διαδικασίας υπαγωγής του ακινήτου στις ισχύουσες κατά την έκδοση της βεβαίωσης διατάξεις, περί ρύθμισης αυθαιρέτου, όπως εκδίδεται από το σχετικό πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, συνοδευόμενη από το αντίστοιχο φύλλο καταγραφής. Στην τελευταία περίπτωση, για τον υπολογισμό της παλαιότητας λαμβάνεται υπόψη η καταληκτική ημερομηνία του διαστήματος που αναγράφεται στο πεδίο παλαιότητας του αντίστοιχου φύλλου καταγραφής (ενδεικτικά εάν αναγράφεται, Παλαιότητα: Από 1.1.2003 μέχρι 31.12.2007, η παλαιότητα αρχίζει να υπολογίζεται από 31.12.2007).
Για τους σκοπούς του Προγράμματος, το ακίνητο λογίζεται ως επιλέξιμο εφόσον για το 50% των κύριων χώρων του, η καταληκτική ημερομηνία του ως άνω διαστήματος που αναγράφεται στο πεδίο παλαιότητας του αντίστοιχου φύλλου καταγραφής είναι η 31.12.2007.
ια) Για την επιβεβαίωση της νομιμότητας του προς απόκτηση ακινήτου και των τυχόν παραρτημάτων και παρακολουθημάτων αυτού από το πιστωτικό ίδρυμα, σε συνδυασμό με την περ. ι’ της παρ. 1 του παρόντος προσκομίζεται και η Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου (Η.Τ.Κ.) που αφορά σε κάθε αυτοτελή διηρημένη ιδιοκτησία της αίτησης (για πχ διαμέρισμα, αποθήκη, θέση στάθμευσης κ.τ.λ.).
ιβ) Η παραπάνω απαρίθμηση δεν απαγορεύει το πιστωτικό ίδρυμα να ζητήσει και επιπλέον δικαιολογητικά προκειμένου να διερευνήσει περαιτέρω την πιστοληπτική ικανότητα του αιτούντος.
Το πιστωτικό ίδρυμα, μετά από την ολοκλήρωση του ελέγχου πιστοληπτικής ικανότητας του αιτούντος, σύμφωνα με την ισχύουσα πιστωτική πολιτική και τις εσωτερικές διαδικασίες του, καθώς και του ελέγχου της πλήρωσης των κριτηρίων επιλεξιμότητας του αιτούντος και του αποκτώμενου ακινήτου, υποχρεούται να αποστείλει με κάθε πρόσφορο μέσο προς την ΕΑΤ τα απαραίτητα πληροφοριακά στοιχεία, βάσει των οποίων έκρινε ότι ο αιτών και το προς απόκτηση ακίνητο πληρούν τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας.