Δικαστική Απόφαση: Ακύρωση Κατασχετήριας Έκθεσης Λόγω Έλλειψης Εντολής
Απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνου περί Ακύρωσης Κατασχετήριας Έκθεσης Λόγω Έλλειψης Εντολής
Δημοσιεύτηκε η υπ’ αριθμ. 129/2024 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνου, με την οποία ακυρώθηκε η αναγκαστική κατάσχεση ακίνητης περιουσίας εντολέως μας, που είχε επιβληθεί από εταιρεία διαχείρισης για την ικανοποίηση απαίτησης από στεγαστικό δάνειο. Η επίμαχη κατάσχεση ακυρώθηκε λόγω πλημμέλειας της διαδικασίας που προηγήθηκε της επιβολής της και, συγκεκριμένα, λόγω μη τήρησης του απαιτούμενου από του άρθρο 927 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τύπου για την χορήγηση εντολής προς εκτέλεση. Βάσει της εν λόγω διάταξης, η εντολή προς εκτέλεση δίδεται προς ορισμένο δικαστικό επιμελητή επί του απογράφου, με επιμέλεια εκείνου που έχει το δικαίωμα να την ενεργήσει.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου: «δοθέντος ότι για την σύνταξη της εντολής προς εκτέλεση, με βάση την οποία διενεργήθηκε η αναγκαστική κατάσχεση του ακινήτου, δεν τηρήθηκε ο προβλεπόμενος στη διάταξη του άρθρου 927 ΚΠολΔ έγγραφος συστατικός τύπος, αυτή είναι ανυπόστατη».
Μάλιστα, το δικαστήριο προέβη σε προσεκτική εξέταση της κατατεθείσας στον φάκελο του πλειστηριασμού εντολής προς εκτέλεση, προκειμένου να στηρίξει την ως άνω κρίση του. Ειδικότερα, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι: «η ως άνω εντολή προς εκτέλεση δεν έχει εγγραφεί επί του με αριθμό … πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθμ. … διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ούτε παρά πόδας αυτής, ως συνημμένο και αναπόσπαστο έγγραφο, αλλά αντιθέτως, έχει εγγραφεί ως σε αυτοτελές έγγραφο. Τα ανωτέρω δε, αποδεικνύονται από τα προσκομιζόμενα από την καθ’ ης η ανακοπή, αντίγραφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου και αντίγραφο την εντολής προς εκτέλεση. Τούτο καθόσον, τόσο το αντίγραφο του απογράφου, όσο και το αντίγραφο της εντολής προς εκτέλεση, που κατατέθηκαν στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, φέρουν, αμφότερα, στις τελευταίες σελίδες τους, τη νόμιμη επικύρωση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, όπερ σημαίνει ότι κατατέθηκαν ξεχωριστά, ως αυτοτελή έγγραφα. Η θέση δε της νόμιμης επικύρωσης στην τελευταία σελίδα του αντιγράφου του απογράφου, υποδηλώνει ότι στο σημείο εκείνο τελειώνει το επικυρωθέν έγγραφο και ότι δεν ακολουθεί έτερο, ενσωματωμένο σε αυτό, έγγραφο. Επιπροσθέτως, τα ανωτέρω έγγραφα, μολονότι προσκομίζονται από την καθ’ ης η ανακοπή ως ενιαίο σχετικό, δεν φέρουν μεταξύ τους σχετική σφραγίδα ένωσης (ήτοι σφραγίδα ένωσης της τελευταίας σελίδας του αντιγράφου του απογράφου και της εντολής προς εκτέλεση), ούτε δε υφίσταται στην τελευταία κενή σελίδα του αντιγράφου του απογράφου, σχετική σημείωση (διαγραφή), που να δηλώνει ότι πρόκειται για ενδιάμεση σελίδα ενιαίου εγγράφου».
Βάσει των ανωτέρω, το δικαστήριο κατέληξε ότι: «δεν υφίσταται η αναφερόμενη στην υπ’ αριθμ. … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, από … εντολή προς εκτέλεση, γεγονός το οποίο καθιστά άκυρη αυτήν (την έκθεση) και δη ανεξαρτήτως αν συντρέχει στο πρόσωπο του ανακόπτοντος το στοιχείο της βλάβης». Ως προς το αμφισβητούμενο ζήτημα της συνδρομής της εν λόγω προϋπόθεσης, το δικαστήριο σημείωσε ότι «η επιχείρηση πράξεων εκτέλεσης χωρίς ύπαρξη εντολής ή χωρίς τήρηση του εν λόγω έγγραφου τύπου προκαλεί ακυρότητα, η οποία, σύμφωνα με την άποψη που το παρόν δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη, απαγγέλλεται ανεξάρτητα από τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης, διότι έχει παραβιαστεί η αρχή της ένταξης και της διεξαγωγής της αναγκαστικής εκτέλεσης με την αίτηση των διαδίκων», συμπληρώνοντας ότι, σε κάθε περίπτωση, «η ακυρότητα από την έλλειψη εντολής ή από την μη τήρηση του απαιτούμενου έγγραφου τύπου δεν αίρεται με τυχόν μεταγενέστερη έγκριση, αφού τα όργανα της εκτέλεσης ενήργησαν χωρίς εξουσία, κατά παράβαση του συστήματος της πρωτοβουλίας των διαδίκων».
Όπως είχαμε γράψει και αλλού “Στο άρθρο 927 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπεται το εξής: Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται με επιμέλεια εκείνου που έχει δικαίωμα να την ενεργήσει, ο οποίος δίνει, επάνω στο απόγραφο, τη σχετική εντολή σε ορισμένο δικαστικό επιμελητή και ορίζει τον τρόπο και αν είναι δυνατό και τα αντικείμενα επάνω στα οποία θα γίνει η εκτέλεση». Αν πάνω στο σώμα του απογράφου δεν υπάρχει η εντολή εκτέλεσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, τότε η κατασχετήρια έκθεση ακυρώνεται. Σημασία έχει όχι μόνο να υπάρχει η εντολή εκτέλεσης, αλλά αυτή να έχει δοθεί πάνω ακριβώς στο σώμα του τίτλου του απογράφου. Πράγματι η πλημμέλεια αυτή συντρέχει σπάνια αλλά δεν παύει να αποτελεί ένα λόγο βάσει του οποίου έχουν ακυρωθεί κατασχετήριες εκθέσεις (βλ. λ.χ. ΜΠρΑθ 726/2018)”.