Το κατάντημα της Ελλάδας με απλά οικονομικά

Το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ, αυξήθηκε ελαφρά στο 35%, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι στο 47% περίπου – ενώ των επιχειρηματικών κερδών διαμορφώθηκε στο 50,2%, πολύ υψηλότερα από το μέσον όρο της ΕΕ που είναι στο 42%.Έτσι τεκμηριώθηκε ακόμη μία φορά η άνοδος των εισοδηματικών ανισοτήτων, η εξαθλίωση των εργαζομένων και η υπερφορολόγηση των Ελλήνων – οι οποίοι, ως εκ τούτου, λογικά πλημμυρίζουν τους δρόμους (βίντεο).
Αυτό που μας ανησυχεί δεν είναι τόσο η πολύ άσχημη κατάσταση της οικονομίας μας, αφού πάντοτε υπάρχουν λύσεις, όσο η στάση της κυβέρνησης – η οποία είτε δεν το καταλαβαίνει, είτε προσπαθεί να κρύψει τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Ότι και να συμβαίνει από τα δύο είναι εξαιρετικά άσχημο, πόσο μάλλον σε περιόδους παγκοσμίων αναταραχών, για την πιο υπερχρεωμένη χώρα της Ευρώπης – αφού τότε δεν υπάρχουν πραγματικά λύσεις.
Εν προκειμένω, δεν είναι δυνατόν να ισχυρίζεται η κυβέρνηση πως η οικονομία μας είναι οχυρωμένη – θυμίζοντας τον κ. Αλογοσκούφη το 2008, με τα γνωστά επακόλουθα.
Πολύ περισσότερο, επειδή οι οικονομικοί μας δείκτες είναι σε πολύ χειρότερη θέση, σε σχέση με το 2009 – υπενθυμίζοντας πως χρεοκοπήσαμε με κρατικό χρέος 299 δις ενώ σήμερα έχει υπερβεί τα 400 δις, με πολύ υψηλότερο πραγματικό ΑΕΠ, με αμελητέο κόκκινο ιδιωτικό χρέος όταν σήμερα υπερβαίνει τα 220 δις, με σημαντικά πιο υγιή ιδιωτικό τομέα κλπ.
Η μοναδική μας διαφορά με τότε είναι η μακροπρόθεσμες δόσεις του χρέους – με αντάλλαγμα την υποθήκευση των πάντων, το αγγλικό δίκαιο, καθώς επίσης το ξεπούλημα της δημόσιας και ιδιωτικής μας περιουσίας.
Ειδικά όσον αφορά το κρατικό μας χρέος, δεν μπορεί να ισχυρίζεται η κυβέρνηση δια των αρμοδίων υπουργών ή βουλευτών της στην πρόσφατη επιτροπή οικονομικών ότι, είναι βιώσιμο – όταν από τα άνω των 400 δις που χρωστάει το κράτος εντός και εκτός της χώρας, εξυπηρετούνται σήμερα μόλις περί τα 310 δις.
Γιατί; Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να αναβάλει την πληρωμή των 96 δις των δανείων του EFSF συν τους τόκους τους που υπολογίζονται στα 25 δις, για μετά το 2032 – γεγονός που σημαίνει πως μετά το 2032 θα κληθεί το κράτος να εξυπηρετεί περί τα 120 δις παραπάνω, συν τα όποια ελλείμματα έως τότε.
Όσον αφορά τώρα τη σύγκριση που επιχειρήθηκε στην επιτροπή με το 2019, ασφαλώς οι οικονομικοί μας δείκτες έχουν έκτοτε επιδεινωθεί – όπως το εμπορικό μας έλλειμμα, όπου το 2019 ήταν 21,72 δις και το 2024 εκτοξεύθηκε στα 34,6 δις και σε επίπεδα 2006/2010.
Επίσης το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μας που το 2019 ήταν στα 2,73 δις, ενώ το 2014 έχει σχεδόν εξαπλασιαστεί στα 15,1 δις – ενώ από αυτά τα ισοζύγια φαίνεται καθαρά η πτώση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, από την οποία εξαρτώνται οι μισθοί και πολλά άλλα.
Όσον αφορά τώρα το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης, από 356 δις το 2019 εκτοξεύθηκε στα 403,8 δις το 2024 – ενώ οι κρατικές εγγυήσεις ήταν τότε 9,9 δις και σήμερα 28 δις, κυρίως λόγω του Ηρακλής για τις τράπεζες.
Το δε ιδιωτικό χρέος, από 333,4 δις το 2019, αυξήθηκε στα 372,9 δις το 2023.
Σε σχέση δε με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024, οφείλεται κυρίως στην υπερφορολόγηση μέσω του πληθωρισμού – καθώς επίσης στα τεκμήρια κερδοφορίας των ελευθέρων επαγγελματιών που πρέπει να καταργηθούν αμέσως, όπως και τα υπόλοιπα τεκμήρια.
Για να γίνει κατανοητό, το πραγματικό μας ΑΕΠ το 2019 ήταν στα 184,5 δις ενώ το 2014 στα 201,5 δις – οπότε σε όλα αυτά τα χρόνια, με τη σπατάλη σχεδόν 50 δις με δανεικά και με το Ταμείο Ανάκαμψης, αυξήθηκε μόλις κατά 17 δις.
Το ονομαστικό μας όμως ΑΕΠ, δηλαδή με τον πληθωρισμό, από 185,1 δις το 2019 αυξήθηκε στα 237,5 δις το 2024 – οπότε κατά 52,4 δις συνολικά ή κατά 36 δις μόνο από τον πληθωρισμό.
Με δεδομένο δε το ότι, οι φόροι του δημοσίου είναι στο 28% περίπου του ΑΕΠ, μόνο ο πληθωρισμός τους αύξησε πάνω από 10 δις – τους οποίους φυσικά πλήρωσαν ως κρυφό χαράτσι οι Έλληνες, με αποτέλεσμα να εξαθλιωθούν ακόμη περισσότερο.
Όσον αφορά τώρα τους εργαζομένους, λίγο πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση η ΝΔ, στις 31.05.19, ο μέσος μισθός ήταν στα 1.217,37 € μεικτά – ενώ το 2024 έφτασε στα 1.342,10 €, με στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ που καταθέσαμε στην επιτροπή.
Επομένως έχει αυξηθεί κατά περίπου 10%, όταν όμως ο πληθωρισμός έκτοτε αυξήθηκε κατά 20% και τα τρόφιμα κατά 35% – οπότε στην ουσία ο πραγματικός μισθός έχει καταρρεύσει.
Δεν καταντήσαμε λοιπόν τυχαία τελευταίοι στο πραγματικό ωρομίσθιο το 2024, όταν δεν είμαστε το 2019, πίσω ακόμη και από τη Βουλγαρία – εκτός του ότι το 46,3% των εργαζομένων το 2024, έπαιρναν λιγότερα από 1.000 € μεικτά.
Δυστυχώς δε, με την παραγωγικότητα της εργασίας περί το 45% του μέσου της Ευρωζώνης, οι προοπτικές ανόδου των μισθών είναι ανύπαρκτες – ενώ οι χαμηλοί μισθοί είναι αρνητικοί για την παραγωγικότητα και την καινοτομία.
Γιατί είναι χαμηλές η παραγωγικότητα της εργασίας και η καινοτομία, εκτός από τους μισθούς πείνας;
Επειδή δεν διεξάγονται επενδύσεις – σημειώνοντας πως ο πρόεδρος του ΣΕΒ και όχι εμείς δήλωσε ότι, δεν υπάρχει κανένας λόγος να επενδύσει κάποιος στην Ελλάδα, ενώ ο κ. Σάλλας πως δεν είμαστε σοβαρή χώρα και ότι τα περισσότερα πράγματα στην Ελλάδα δεν είναι αισιόδοξα.
Σε σχέση με τις επιχειρήσεις, είναι γνωστό ότι έκλεισαν περί τις 15 μεγάλες από το 2019 – ενώ χιλιάδες μικρομεσαίες ευρίσκονται στα όρια της χρεοκοπίας, έχοντας αποκοπεί εντελώς από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Ποιοι κερδίζουν; Μόνο οι εκλεκτοί της κυβέρνησης, όπως το ενεργειακό καρτέλ και ειδικά το καρτέλ των τραπεζών – μαζί βέβαια με τα funds και με τις εισπρακτικές που ληστεύουν ανεξέλεγκτα τους Έλληνες, με μεθόδους που δεν συναντώνται ούτε σε υποανάπτυκτες χώρες.
Εάν επεκταθούμε στο δημογραφικό, όπου κάθε χρόνο χάνουμε μία πόλη των 55.000 κατοίκων και ανάλογο ΑΕΠ, στο θανατηφόρο κόστος στέγασης κλπ., η κατάσταση θα γίνει ακόμη πιο σκοτεινή.
Σημαίνουν αλήθεια όλα αυτά και πολλά άλλα που θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι, η σημερινή κυβέρνηση είναι χειρότερη από τη χείριστη του ΣΥΡΙΖΑ; Παρά το ότι της δόθηκαν πολλές ευκαιρίες, όπως η χρηματοδότηση της πανδημίας και το Ταμείο Ανάκαμψης;
Δυστυχώς αυτό ακριβώς τεκμηριώνουν οι αριθμοί – οι οποίοι δεν κάνουν ποτέ λάθος.
Στο νομοσχέδιο τώρα θα αναφερθούμε μόνο περιληπτικά – αφού δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβουμε όσα είπαμε στις επιτροπές.
Θα ξεκινήσουμε βέβαια από αυτό που πραγματικά μας εντυπωσίασε – από το ότι εκπονήθηκε από ένα δικηγορικό γραφείο και όχι από το υπουργείο οικονομικών, όπως μας επιβεβαίωσε ο υπουργός.
Το γεγονός αυτό σημαίνει προφανώς ότι, ένας υπουργός, ένας αναπληρωτής υπουργός, δύο υφυπουργοί και ολόκληρο το προσωπικό του υπουργείου, δεν ήταν ικανοί να προετοιμάσουν ένα νομοσχέδιο – τουλάχιστον όχι, όσο ένα απλό δικηγορικό γραφείο.
Εν προκειμένω, ρωτήσαμε πόσο κόστισε το δικηγορικό γραφείο στους Έλληνες φορολογουμένους – χωρίς να πάρουμε καμία απάντηση από τον συμπαθέστατο υφυπουργό.
Συνεχίζοντας, στο νομοσχέδιο ενσωματώνονται πάρα πολλές οδηγίες της ΕΕ, οι οποίες είναι αρκετά σημαντικές και δυσνόητες – όπως όσον αφορά τα κρυπτονομίσματα και την εκκαθάριση ιδρυμάτων που ενδεχομένως ενέχει κινδύνους.
Το πρώτο μέρος του περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την αύξηση των εταιριών, ειδικά ΜμΕ και κεφαλαίων που αντλούνται με δημόσια προσφορά με μειωμένη πληροφόρηση με τη διαδικασία του Ν4706/20.
Επίσης φορολογικές ελαφρύνσεις επενδυτικών εταιριών, τη φορολογική στήριξη των εταιρικών ομολόγων με χαμηλό συντελεστή 5%, την απελευθέρωση επενδύσεων ΑΕΕΑΠ και σε οικιστικά ακίνητα, επιβαρύνοντας την αγορά και άλλα.
Με το δεύτερο μέρος, δρομολογείται η ενίσχυση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με την εισαγωγή νέων εποπτικών μηχανισμών και εργαλείων – όπως οι έλεγχοι με ανωνυμία.
Στο τρίτο μέρος τώρα, ορίζονται αρμόδια αρχή για τα κρυπτοστοιχεία η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η Τράπεζα της Ελλάδας για τις τράπεζες, αναφέρεται η μορφή των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται και διάφορα άλλα.
Στο τέταρτο μέρος εισάγεται ο Κανονισμός της ΕΕ, σχετικά με τα ευρωπαϊκά πράσινα ομόλογα και ορίζεται ως αρμόδια αρχή εποπτείας η υποστελεχωμένη Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς – ενώ αναφέρονται διοικητικές κυρώσεις και άλλα διαδικαστικά.
Στο πέμπτο μέρος, έχουμε την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία και άλλων ευρωπαϊκών οδηγιών – όσον αφορά απαιτήσεις εποπτείας της Τράπεζας της Ελλάδας, ως προς το ύψος ιδίων κεφαλαίων κλπ.
Στο έκτο μέρος περιλαμβάνονται ρυθμίσεις με επί πλέον ευρωπαϊκές οδηγίες, για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στις ψηφιακές απειλές και διάφορα άλλα.
Στο έβδομο μέρος τώρα, διευρύνονται τα όρια υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, έτσι ώστε να καλύπτει αρκετούς από τη μεσαία τάξη – αφού βέβαια η κυβέρνηση την έχει χρεοκοπήσει προηγουμένως.
Θεωρεί δε παραδόξως ως μεσαία τάξη ακόμη και αυτούς που αμείβονται με 19.000 € το χρόνο – καθαρό δείγμα του πού μας έχει καταντήσει.
Στο όγδοο μέρος, παρέχεται εξαμηνιαία παράταση της διάρκειας του προγράμματος «Ηρακλής». Δηλαδή, στηρίζονται ξανά οι τράπεζες που αισχροκερδούν ασύστολα – όταν κανονικά θα πρέπει να επιστρέψουν τουλάχιστον τον εναπομείναντα αναβαλλόμενο φόρο, ύψους 12,5 δις ή όσο ο 13ος και 14ος μισθός, για πάνω από 5 χρόνια.
«Επιστραφεί», σημαίνει να αρχίσουν να πληρώνουν οι τράπεζες φόρους, παραιτούμενες από τη χαριστική ρύθμιση Χαρδούβελη – η οποία άλλωστε έχει καταστρατηγηθεί, από τους χειρισμούς των κόκκινων δανείων.
Αυτός ο αναβαλλόμενος που αποτελεί ναι μεν αέρα, αλλά υπολογίζεται στα ίδια κεφάλαια από την ΤτΕ, θα μπορούσε επίσης να διατεθεί για τη χρηματοδότηση της αγοράς, μέσω εγγυήσεων – ή της Τράπεζας Επενδύσεων.
Στο ένατο μέρος, περιλαμβάνονται ρυθμίσεις για την Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Ικανότητας – διαδικαστικά δε, ως προς την πρόληψη ξεπλύματος χρήματος του Ν. 4557/2018.
Τέλος, στο δέκατο μέρος, ρυθμίζονται διάφορα θέματα όπως τα εξής:
(α) Το Ελληνικό Δημόσιο παραιτείται από την άσκηση ένδικων μέσων κατά οριστικών αποφάσεων πρωτοβάθμιων διοικητικών Δικαστηρίων, για τη Μάνδρα και το Μάτι – χωρίς όμως να υπάρχει ως συνήθως κάποια κοστολόγηση από το ΓΛΚ.
Αν και φυσικά είμαστε υπέρ της συγκεκριμένης διάταξης, ενώ ασφαλώς πρέπει να συμπεριλαμβάνει το έγκλημα των Τεμπών, αναρωτηθήκαμε για ποιο λόγο το σκέφτηκε τώρα η κυβέρνηση.
Προφανώς, επειδή προηγήθηκαν οι μαζικές διαδηλώσεις των Πολιτών για τα Τέμπη – καθώς επίσης η κατάρρευση των ποσοστών της στις δημοσκοπήσεις.
Ρωτήσαμε δε εάν θα ισχύουν τα ίδια για όλες εκείνες τις περιπτώσεις, όπου το δημόσιο καταθέτει εφέσεις κατά των αποφάσεων των πρωτόδικων δικαστηρίων που αφορούν αποζημιώσεις των Πολιτών – κάτι που θα ήταν δίκαιο, για να μην υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Απάντηση δεν πήραμε.
(β) Ρυθμίσεις για το συμψηφισμό της προσωπικής διαφοράς με το βασικό μισθό και για την πληρωμή των εκπαιδευτικών για τις εξετάσεις εισαγωγής στα Ωνάσεια σχολεία – όπου είναι τα μόνα, για τα οποία υπάρχει κοστολόγηση από τις τόσες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου.
(γ) Δυνατότητα παραχώρησης στο αποτυχημένο Υπερταμείο της εκμετάλλευσης λαχείων – με σύμβαση που θα υπογραφεί μεν με το Υπουργείο, αλλά δεν διευκρινίσθηκε εάν θα κατατεθεί στη Βουλή ως οφείλει.
Η ερώτηση μας εδώ ήταν εάν και τα έσοδα από τα λαχεία θα οδηγούνται στο Υπερταμείο, ενώ θα κατατίθενται στην ΤτΕ έναντι του χρέους – χωρίς να πάρουμε απάντηση.
Ενδεχομένως θα μας μείνουν μόνο τα έσοδα από την Ακρόπολη – εάν δεν έχουν δεσμευθεί και αυτά.
(δ) Παραχώρηση των εκτάσεων από τη Χερσαία Ζώνη Λιμένος Ηρακλείου προς τον Δήμο Ηρακλείου, παράταση της μεταφοράς του Καζίνου Πάρνηθας και άλλα πολλά.
Περαιτέρω, ρωτήσαμε τον υφυπουργό για το ύψος του ιδιωτικού χρέους – το οποίο κατά τον κ. Χατζηδάκη ήταν 372,9 δις το 2023 όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, μαζί με άλλα έγραφα για όσα έχουμε πει, ενώ κατά τον κ. Πιερρακάκη είναι 214,5 δις.
Απάντηση δεν πήραμε – αν και η διαφορά των 160 δις περίπου, δεν είναι καθόλου αμελητέα.
Κλείνοντας με τις προβλέψεις του κ. Χατζηδάκη, η αύξηση του ΑΕΠ το 2024 διαμορφώθηκε στο 2,3% – υπερβαίνοντας τις προβλέψεις του προϋπολογισμού που ήταν 2,2%.
Θα μπορούσε εδώ να συμπεράνει κανείς ότι, πρόκειται για μία θετική εξέλιξη – κάτι που δεν ισχύει, εάν αναλύσει από πού προήλθε.
Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 2,1% έναντι πρόβλεψης 1,7% – γεγονός που ασφαλώς δεν είναι θετικό, αφού σημαίνει πως η οικονομία μας στηρίζεται ξανά στην κατανάλωση με δανεικά.
Αντίθετα, η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε κατά 4,1%, όταν προβλεπόταν άνοδος της κατά 0,4% – εύλογα, αφού το κράτος ξανά δεν πληρώνει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του στους ιδιώτες που έχουν υπερβεί τα 3 δις.
Ο χειρότερος δείκτης όμως και η μεγαλύτερη αστοχία, αφορά τις επενδύσεις που παραμένουμε μακράν τελευταίοι στην ΕΕ – οι οποίες προβλεπόταν να αυξηθούν μόλις κατά 6,7% από 15% περίπου στο παρελθόν, ενώ τελικά περιορίσθηκαν στο 4,5%, παρά τα χρήματα του Ταμείου Ανασυγκρότησης.
Ακόμη μεγαλύτερη αστοχία, σημειώθηκε στις εξαγωγές – οι οποίες αυξήθηκαν μόλις κατά 1%, έναντι πρόβλεψης αύξησης 5,4%.
Όσον αφορά τις εισαγωγές, αυξήθηκαν κατά 5,5% έναντι πρόβλεψης 4%, αφού παράγουμε όλο και λιγότερα – οπότε λογικά εκτοξεύθηκε το εμπορικό μας έλλειμμα.
Τέλος, το τρισχειρότερο οικονομικό μας στοιχείο, στο οποίο ουσιαστικά στηρίχθηκε η άνοδος του ΑΕΠ, ήταν η αύξηση των αποθεμάτων κατά 3,2% – χωρίς την οποία δεν θα είχε αυξηθεί καθόλου το ΑΕΠ μας το 2024 αλλά, αντίθετα, θα είχε μειωθεί.
Κλείνοντας με το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ, αυξήθηκε ελαφρά στο 35%, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι στο 47% περίπου – ενώ των επιχειρηματικών κερδών διαμορφώθηκε στο 50,2%, πολύ υψηλότερα από το μέσον όρο της ΕΕ που είναι στο 42%.
Έτσι τεκμηριώθηκε ακόμη μία φορά η άνοδος των εισοδηματικών ανισοτήτων, η εξαθλίωση των εργαζομένων και η υπερφορολόγηση των Ελλήνων – οι οποίοι, ως εκ τούτου, λογικά πλημμυρίζουν τους δρόμους.