Παράνομες οι Πωλήσεις των Κόκκινων Δανείων από τις Ελληνικές Τράπεζες στα Funds !!!

Η Παραβίαση της Αρχής της Αποξένωσης: Καταπιστευτικότητα, Εικονικότητα και Ακυρότητα των Πωλήσεων
Η πώληση των τιτλοποιημένων μη εξυπηρετούμενων δανείων από τις ελληνικές τράπεζες στα funds αποτελεί ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα της ελληνικής οικονομίας. Μετά την εφαρμογή των προγραμμάτων τιτλοποίησης, οι τράπεζες μεταβίβασαν μαζικά κόκκινα δάνεια σε ειδικά επενδυτικά οχήματα (SPVs – Funds). Ωστόσο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/557, εγείρεται ένα πολύ σοβαρό ζήτημα ως προς τη νομιμότητα αυτών των συναλλαγών, καθώς απαιτείται η πλήρης αποξένωση των τραπεζών από τις μεταβιβαζόμενες, τιτλοποιημένες απαιτήσεις των κόκκινων δανείων τους.
Γράφει ο Κυριάκος Τόμπρας
Οικονομολόγος, Διδάκτωρ Οικονομικού Πανεπιστημίου Salerno,
Πρόεδρος Υπέρβασης
Η Αρχή της Αποξένωσης στις Τιτλοποιήσεις
Ο Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 θέτει αυστηρούς κανόνες για τις τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων, ώστε να διασφαλίζεται ότι η τράπεζα που τα μεταβιβάζει δεν διατηρεί κανέναν έλεγχο ή οικονομικό συμφέρον σε αυτά. Συγκεκριμένα, ο κανονισμός επιβάλλει ότι:
⦁ Τα funds που αγοράζουν τα κόκκινα δάνεια πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητα από την τράπεζα.
⦁ Η μετοχική τους σύνθεση πρέπει να είναι διαφανής και ονομαστική, ώστε να διακριβώνεται η ιδιοκτησία τους.
⦁ Η τράπεζα δεν μπορεί να ενοποιεί τα SPVs στον ισολογισμό της, καθώς αυτό σημαίνει ότι εξακολουθεί να τα ελέγχει.
Η λογική πίσω από αυτούς τους κανόνες είναι ότι η τράπεζα αποξενώνεται πλήρως από τις απαιτήσεις των κόκκινων δανείων, γεγονός που εξασφαλίζει διαφάνεια στη συναλλαγή και προστασία των δανειοληπτών.
Σήμερα, λοιπόν, στην Ελλάδα, υπάρχουν δεκάδες περιπτώσεις funds (πχ SUNRISE I, II, III, κλπ), τα οποία, ενώ φέρονται να έχουν αγοράσει δεκάδες δις ευρώ τιτλοποιημένων απαιτήσεων κόκκινων δανείων από τις ελληνικές τράπεζες, ενοποιούνται στους αντίστοιχους ισολογισμούς των ίδιων των τραπεζών που φέρονται ότι τους μεταβίβασαν τις αντίστοιχες απαιτήσεις, με αποτέλεσμα, έτσι:
⦁ Τα funds να υπόκεινται στο νομικό, οικονομικό καιδιαχειριστικό έλεγχο των τραπεζών.
⦁ Οι τράπεζες να μην έχουν αποξενωθεί νομικά, οικονομικά και διαχειριστικά από τις αντίστοιχες τιτλοποιημένες απαιτήσεις των κόκκινων δανείων που φέρονται ότι πώλησαν και μεταβίβασαν οριστικά στα funds.
⦁ Η μετοχική σύνθεση των funds να μην είναι διαφανής, αφού στην πράξη ομολογείται εγγράφως, από τις ίδιες τις τράπεζες, στις οικονομικές τους καταστάσεις, ότι οι μέτοχοι τους είναι κοινοί.
Αυτή, λοιπόν, η δομή της ελληνικής αγοράς των κόκκινων δανείων εγείρει σοβαρά και ουσιώδη ζητήματα, καθώς έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την απαίτηση του ανωτέρω Κανονισμού ΕΕ για πραγματική και ουσιαστική αποξένωση (νομική, οικονομική και διαχειριστική) των τραπεζών από τις μεταβιβαζόμενες, τιτλοποιημένες απαιτήσεις των κόκκινων δανείων τους.
Η Ενοποίηση των Funds στους ισολογισμούς των Τραπεζών
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα που προβάλλουν οι τράπεζες για την ενοποίηση των funds είναι ότι αυτή γίνεται βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ). Ωστόσο, τα ΔΠΧΑ:
⦁ Δεν υπερισχύουν του Κανονισμού ΕΕ 2017/2402, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/557 και, γενικότερα, δεν μπορούν να υπερισχύουν ουδενός Κανονισμού ΕΕ.
⦁ Απαγορεύεται να εργαλειοποιούνται προς τον σκοπό της καταστρατήγησης της υποχρέωσης της αποξένωσης των τραπεζών από τις τιτλοποιημένες απαιτήσεις των κόκκινων δανείων τους που, έτσι, πρέπει να πωλούνται και να μεταβιβάζονται πραγματικά και οριστικά στα funds.
Έτσι, λοιπόν, κάθε φορά που οι ελληνικές τράπεζες ενοποιούν αυτά τα funds στους ισολογισμούς τους, εξακολουθούν να ελέγχουν, νομικά, οικονομικά και διαχειριστικά, τόσο τα ίδια τα funds, όσο και τις τιτλοποιημένες απαιτήσεις των κόκκινων δανείων τους που πωλούν και μεταβιβάζουν σε αυτά, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται ευθέως ο Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/557
και οι αντίστοιχες πωλήσεις και μεταβιβάσεις να είναι στην πραγματικότητα άκυρες ως καταπιστευτικές και, έτσι, εικονικές.
Εν κατακλείδι, σε κάθε περίπτωση όπου οι πωλήσεις κόκκινων δανείων δεν πληρούν τα κριτήρια της αποξένωσης του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2021/557, προκύπτουν σοβαρά νομικά ζητήματα, τα οποία συνοψίζονται στα εξής:
⦁ Οι πωλήσεις των κόκκινων δανείων στα funds μπορούν να ακυρωθούν.
⦁ Τα funds δεν έχουν νόμιμο δικαίωμα διεκδίκησης των αντιστοίχων απαιτήσεων από τους δανειολήπτες.
⦁ Οι δανειολήπτες μπορούν να προσφύγουν στα Δικαστήρια κατά των σχετικών διαταγών πληρωμής και των πλειστηριασμών και να δικαιωθούν.
⦁ Οι τράπεζες μπορεί, έτσι, να υποχρεωθούν να αναγνωρίσουν ξανά τα κόκκινα δάνεια στους ισολογισμούς τους.
⦁ Οι τράπεζες να αναγκαστούν να καταβάλουν αποζημιώσεις στους δανειολήπτες που έχασαν εν τω μεταξύ τις περιουσίες τους λόγω αυτών των προδήλως παράνομων και, έτσι, άκυρων, καταπιστευτικών και εικονικών συναλλαγών.
Συμπερασματικά, το γεγονός, ότι, μεγάλος αριθμός funds που φέρονται να αγόρασαν τιτολποιημένες απαιτήσεις από κόκκινα δάνεια ελληνικών τραπεζών, παραμένουν υπό τον ουισαστικό νομικό, οικονομικό και διοικητικό έλεγχο αυτών, εγείρει σοβαρά ζητήματα νομιμότητας για τις συγκεκριμένες αυτές συναλλαγές και, έτσι, οι αρμόδιες αρχές (ΕΚΤ, Τράπεζα της Ελλάδος, Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και ΑΚΝΕΕΔ) καλούνται να αναλάβουν άμεσα δράση απέναντι σε αυτό το πρωτοφανές τραπεζικό σκάνδαλο που, εκτός από την ελληνική, υπονομεύει, πρωτίστως, την ίδια την χρηματοπιστωτική και τη νομισματική σταθερότητα της ευρωζώνης και του ευρώ.