Η ψευδαίσθηση της ευημερίας: Όταν οι καταθέσεις αυξάνονται αλλά η χώρα δεν αποταμιεύει
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου το ποσοστό αποταμίευσης είναι όχι απλώς χαμηλό, αλλά αρνητικό.
Οι πρόσφατες αυξήσεις στις τραπεζικές καταθέσεις στην Ελλάδα δίνουν την εντύπωση οικονομικής ανάκαμψης, όμως πίσω από τους αριθμούς κρύβεται μια βαθύτερη και πιο ανησυχητική πραγματικότητα. Παρά την καταγραφείσα αύξηση των συνολικών καταθέσεων κατά περίπου 5 δισεκατομμύρια ευρώ τον Ιούνιο, μόνο ένα μικρό μέρος αυτής της ροής προέρχεται από τα ελληνικά νοικοκυριά. Τα υπόλοιπα 4,4 δισεκατομμύρια προήλθαν από επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες χρησιμοποιούν τις τράπεζες απλώς ως προσωρινό σταθμό διαχείρισης κεφαλαίων, όχι ως χώρο αποταμίευσης.
Έτσι, δημιουργείται μια εικόνα ρευστότητας που δεν μεταφράζεται σε υγιή ιδιωτική αποταμίευση. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου το ποσοστό αποταμίευσης είναι όχι απλώς χαμηλό, αλλά αρνητικό: σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εθνική αποταμίευση για το 2025 υπολογίζεται στο -2,5% του ΑΕΠ, ενώ το 2026 αναμένεται να παραμείνει αρνητική στο -1,8%. Αυτή η εικόνα δεν συνάδει με μια χώρα που υποτίθεται ότι αφήνει πίσω της την κρίση και αναζητά σταθερή ανάπτυξη.
Αντίθετα, δείχνει μια οικονομία που καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει, με αποτέλεσμα να εξαρτάται συνεχώς από εξωτερική χρηματοδότηση για να καλύψει τις επενδυτικές της ανάγκες. Το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, είναι βαθιά δομικό: η αποταμίευση προϋποθέτει διαθέσιμο εισόδημα, και αυτό λείπει. Ο μέσος πραγματικός μισθός στην Ελλάδα αντιστοιχεί πλέον στο 52% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όταν το 2009 βρισκόταν στο 82,5%.
Πρόκειται για κατακόρυφη φθορά της αγοραστικής δύναμης, που συνδυάζεται με ακρίβεια σε βασικά αγαθά, υψηλά ενοίκια και κόστος διαβίωσης δυσανάλογο προς τις απολαβές. Η εικόνα αυτή δεν περιορίζεται μόνο στα νοικοκυριά. Ακόμα και οι επιχειρήσεις που εμφανίζουν υψηλά κέρδη, η κερδοφορία στην Ελλάδα αγγίζει πλέον το 50% του ΑΕΠ, υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο δεν επενδύουν αντίστοιχα στην πραγματική οικονομία.
Ο λόγος είναι διπλός. Αφενός η υψηλή αβεβαιότητα δεν ευνοεί νέες επενδύσεις, αφετέρου η έλλειψη εσωτερικής αποταμίευσης αναγκάζει τις επιχειρήσεις να βασίζονται σε εξωτερικό κεφάλαιο, με όρους συχνά ασύμφορους. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Οι καταθέσεις αυξάνονται αριθμητικά, αλλά δεν μετατρέπονται σε πραγματικά αποθέματα πλούτου. Το κράτος και τα νοικοκυριά συνεχίζουν να δανείζονται για να συντηρούν κατανάλωση και λειτουργικές δαπάνες, ενώ η αποταμίευση δηλαδή το κομμάτι του εισοδήματος που απομονώνεται για μελλοντική χρήση, παραμένει ανύπαρκτη.
Όσο αυτό δεν αλλάζει, η οικονομία θα εμφανίζει επιφανειακά θετικούς δείκτες αλλά θα υπονομεύεται εκ των έσω. Το να βλέπεις αύξηση καταθέσεων δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι πηγαίνεις μπροστά. Αν αυτές οι καταθέσεις δεν προέρχονται από πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα αλλά από περιστασιακές ροές ή λογιστικές μετακινήσεις, τότε το σύστημα είναι ευάλωτο, όχι ασφαλές. Και το να το αγνοεί κανείς αυτό, δεν είναι απλώς οικονομικό σφάλμα είναι στρατηγικό λάθος.
…………………………
Το φράγμα των 200 δισ. ευρώ για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του 2011 ξεπέρασαν οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών στην Ελλάδα τον προηγούμενο μήνα.
Μπορεί να απέχουν 37 δισ. ευρώ από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί το Δεκέμβριο του 2009, λίγο πριν τη χρεοκοπία του ελληνικού δημοσίου και την είσοδο στην εποχή των μνημονίων, η αύξησή τους ωστόσο από το ναδίρ του 2016 είναι εντυπωσιακή.
Έκτοτε έχουν συμπληρωθεί 8 συνεχείς ανοδικές χρονιές, ενώ και το 2025 τα μεγέθη κατά τα φαινόμενα θα ενισχυθούν εκ νέου.
Με βάση τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος, από τον Δεκέμβριο του 2016 έως και το τέλος του α΄ εξαμήνου της εφετινής χρονιάς, η αύξηση της καταθετικής βάσης από τον ιδιωτικό τομέα ξεπέρασε τα 83 δισ. ευρώ.
Το α΄ εξάμηνο 2025
Κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2025, τα σχετικά μεγέθη είναι ενισχυμένα κατά 732 εκατ. ευρώ.
Η επίδοση αυτή είναι καλύτερη σε σχέση με την οριακή άνοδο που είχε καταγραφεί το αντίστοιχο περυσινό διάστημα (+7 εκατ. ευρώ) και προήλθε αποκλειστικά από την άνοδο των καταθέσεων των επιχειρήσεων.
Αναλυτικότερα, οι εταιρείες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα αύξησαν τα υπόλοιπά τους στις τράπεζες την υπό εξέταση περίοδο κατά 1 δισ. ευρώ.
Ρεκόρ όλων των εποχών στα νούμερα
Τα νούμερα δε έχουν πλέον σημειώσει ρεκόρ όλων των εποχών, διαμορφούμενα τον Ιούνιο για πρώτη φορά πάνω από τα 50 δισ. ευρώ, μετά τη μηνιαία αύξησή τους κατά 4,3 δισ. ευρώ.
Το προηγούμενο υψηλό κατά την πρώτη δεκαετία μετά την εισαγωγή του ευρώ δεν είχε ξεπεράσει τα 40 δισ. ευρώ.
Ανάπτυξη και πιστωτική επέκταση
Αυτό είναι αποτέλεσμα τόσο των θετικών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και της ενίσχυσης των εσόδων σε πληθώρα κλάδων, όσο και της επιτάχυνσης της πιστωτικής επέκτασης εφέτος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η καθαρή ροή χρηματοδοτήσεων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ξεπέρασε μέσα σε ένα μήνα τον Ιούνιο τα 2 δισ. ευρώ.
Από την άλλη, οι καταθέσεις των ιδιωτών υποχώρησαν στο α΄ εξάμηνο του 2025 κατά 772 εκατ. ευρώ, ανερχόμενες σε 149,58 δισ. ευρώ, που αποτελεί το υψηλότερο σημείο από τον Οκτώβριο του 2011.
Μπορεί ακόμη να απέχουν σημαντικά από το ρεκόρ των 195 δισ. ευρώ του 2009, ωστόσο η άνοδός τους τα τελευταία χρόνια είναι μεγάλη.
Από τα χαμηλό των 98,8 δισ. ευρώ το Μάρτιο του 2017, ενισχύονται κατά 51 δισ. ευρώ περίπου.
Αυτή η επίδοση μάλιστα καταγράφεται εν μέσω αρνητικών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης και ταυτόχρονης σημαντικής εκροής καταθέσεων προς αμοιβαία κεφάλαια.

Εκροές προς αμοιβαία κεφάλαια
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία 2,5 χρόνια οι καθαρές εισροές μόνο στα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα έχουν φτάσει τα 11 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3 δισ. ευρώ περίπου καταγράφηκαν στο πρώτο εξάμηνο του 2025.
Σημαντικές τοποθετήσεις έχουν γίνει την ίδια περίοδο και σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου.
Πρόκειται για χρήματα που εξήλθαν των τραπεζικών λογαριασμών, πιέζοντας τα συνολικά υπόλοιπα των φυσικών προσώπων στις τράπεζες.
Οι λόγοι της αύξησης των καταθέσεων
Ως εκ τούτου, η αύξηση των κινητών περιουσιακών στοιχείων είναι μεγαλύτερη από τα 50 δισ. ευρώ που καταγράφει η Τράπεζα της Ελλάδος για την περίοδο Μάρτιος 2017 – Ιούνιος 2025.
Αυτή είναι αποτέλεσμα της μείωσης της ανεργίας, αλλά και της συνεχούς αύξησης των ονομαστικών μισθών τα τελευταία 8 χρόνια και των συντάξεων αρχής γενομένης από τις αρχές του 2023.
Εξάλλου, σημαντικό ρόλο για την ενίσχυση των καταθέσεων, τόσο στις επιχειρήσεις, όσο και στους ελεύθερους επαγγελματίες, παίζει η αξιοσημείωτη μείωση της φοροδιαφυγής, ως αποτέλεσμα της αυξημένης χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών από τους καταναλωτές.