Γιατί οι Έλληνες επιμένουν στη δικαστική αντιπαράθεση;

Γιατί οι Έλληνες επιμένουν στη δικαστική αντιπαράθεση;
70 / 100

Γιατί οι Έλληνες αντιδικούν… (όταν υπάρχει η διαμεσολάβηση στη ζωή μας)

Η διαφωνία και η σύγκρουση, ακόμη και για απλά ζητήματα, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος τόσο της προσωπικής όσο και της επαγγελματικής μας ζωής
Οι άνθρωποι μεγαλώνουν με διαφορετικές εμπειρίες, πεποιθήσεις και ιδεολογίες και για να μετακινηθούν από τις θέσεις και τις απόψεις τους, χρειάζονται πειστικά επιχειρήματα.

Γράφει H Νανά Παπαδογεωργάκη , Δικηγόρος Αθηνών, LLM, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια-Διαπραγματεύτρια και Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών

Ωστόσο, η έντονη συναισθηματική φόρτιση συχνά εγκλωβίζει τη σκέψη μας σε έναν φαύλο κύκλο αρνητικών συναισθημάτων. Όταν κυριαρχούν θυμός, απογοήτευση ή πικρία, η ψυχραιμία και η νηφαλιότητα υποχωρούν. Έτσι, οι αποφάσεις λαμβάνονται εν βρασμώ, οδηγώντας πολλές φορές σε μη ρεαλιστικές ή ακόμη και αυτοκαταστροφικές επιλογές.

Μήπως, λοιπόν, η εκτόνωση των συναισθημάτων δεν βοηθά; Αντιθέτως! Σύμφωνα με τους ειδικούς, το πιο επικίνδυνο συναίσθημα είναι αυτό που δεν έχει ειπωθεί ή, ακόμη χειρότερα, αυτό που έχει «κουκουλωθεί». Η αυθεντική έκφραση των συναισθημάτων είναι απαραίτητη. Σε πολλές περιπτώσεις, η εκτόνωση λειτουργεί λυτρωτικά και, αφού συμβεί, οι άνθρωποι γίνονται πιο δεκτικοί στην αναζήτηση ρεαλιστικών λύσεων για τα προβλήματά τους.

Αυτό ακριβώς είναι και το πεδίο δράσης της διαμεσολάβησης. Καθημερινά, μέσα από τη διαδικασία αυτή, προσπαθούμε να βοηθήσουμε τα εμπλεκόμενα μέρη να αναγνωρίσουν τις πραγματικές τους ανάγκες και συμφέροντα. Μόνο τότε μπορεί να επιτευχθεί μία βιώσιμη λύση – το λεγόμενο «πρακτικό διαμεσολάβησης» – του ν. 4640/2019.

Γιατί, όμως, οι Έλληνες επιμένουν στη δικαστική αντιπαράθεση;

Στην ελληνική κοινωνία υπάρχει διαχρονικά μια δυσπιστία απέναντι στη διαπραγμάτευση και τον συμβιβασμό. Για πολλούς, η υποχώρηση θεωρείται ένδειξη αδυναμίας, αντί για ώριμη και στρατηγική επιλογή. Παράλληλα, ενώ η καθυστέρηση στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων αποτελεί μια χρόνια παθογένεια του ελληνικού δικαστικού συστήματος, οι πολίτες εξακολουθούν να καταφεύγουν στα δικαστήρια, ακόμη και όταν οι πιθανότητες ευδοκίμησης της υπόθεσής τους είναι ελάχιστες.

Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι υποθέσεις που θα μπορούσαν να επιλυθούν γρήγορα, οικονομικά και με λιγότερη ψυχική φθορά – όπως οικογενειακές, μισθωτικές ή κληρονομικές διαφορές-εξακολουθούν να καταλήγουν στις δικαστικές αίθουσες. Πρόσφατα, ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κ. Βασίλης Φλωρίδης, επεσήμανε ότι το βασικό πρόβλημα της καθυστέρησης της δικαιοσύνης οφείλεται στον τεράστιο όγκο των υποθέσεων, αλλά και στο γεγονός ότι «δεν συμβιβάζονται οι υποθέσεις, όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο».

Είναι καιρός λοιπόν να αλλάξουμε νοοτροπία.

Οι Έλληνες έχουν μια βαθιά ριζωμένη κουλτούρα σύγκρουσης. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους οι πολίτες επιλέγουν τη δικαστική οδό αντί της διαμεσολάβησης του ν. 4640/2019:

1. Νοοτροπία της «δικαίωσης» μέσω της δικαστικής οδού:

Πολλοί θεωρούν πως μόνο ένα δικαστήριο μπορεί να αποδώσει το «δίκιο» τους, καθώς το βλέπουν σαν έναν χώρο όπου θα επιβεβαιωθεί ότι έχουν δίκιο και ο αντίδικος τους άδικο.

Υπάρχει η αντίληψη ότι η συμβιβαστική λύση ισοδυναμεί με ήττα. Στην πραγματικότητα, όμως, η διαμεσολάβηση είναι συχνά η πιο έξυπνη στρατηγική, καθώς προσφέρει μια λύση συμφέρουσα και για τις δύο πλευρές. Είναι η λύση των δύο πλευρών, η απολύτως δική τους λύση και όχι κάποια απόφαση που επιβάλλεται από το δικαστήριο.

2. Έλλειψη εμπιστοσύνης στη διαμεσολάβηση

Παρότι η διαμεσολάβηση υπάρχει πλέον θεσμικά από το 2010 και πιο δομημένα από το 2019 μετά και τις τελευταίες τροποποιήσεις του νόμου, δεν έχει εδραιωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως αξιόπιστος και αποτελεσματικός τρόπος επίλυσης διαφορών.
Υπάρχει ακόμη η λανθασμένη αντίληψη ότι πρόκειται για μια «χαλαρή» διαδικασία, που δεν έχει την ίδια ισχύ με μια δικαστική απόφαση. Φυσικά συμβαίνει το αντίθετο ακριβώς.

3. Οικογενειακές συγκρούσεις

Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι οικογενειακές διαφορές που ανακύπτουν κατά τη λύση του γάμου με ανήλικα τέκνα, καθώς και οι κληρονομικές διαφορές, οι οποίες αποτελούν ολοένα και συχνότερη πηγή αντιπαραθέσεων, ιδίως όταν οι γονείς δεν έχουν ρυθμίσει την περιουσία τους εν ζωή, αφήνοντάς την, προς διανομή, σύμφωνα με τις διατάξεις της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Εάν προσθέσουμε εδώ και τις αντιδικίες μέσα στην οικογένεια που έρχονται από το παρελθόν, τις συναισθηματικές πληγές και την αίσθηση αδικίας, καταλαβαίνουμε ότι μία δικαστική διαδικασία πολύ δύσκολα θα δώσει την ιδανική λύση.

4. Καθυστέρηση της δικαιοσύνης και επιμονή στη δικαστική διαδικασία

Η ελληνική δικαιοσύνη είναι αργή και οι πολίτες το γνωρίζουν. Παρόλα αυτά, συνεχίζουν να προσφεύγουν σε αυτήν γιατί θεωρούν ότι η καθυστέρηση αποτελεί έναν τρόπο «τιμωρίας» του αντιδίκου τους, έναν τρόπο να του δημιουργήσουν πρόβλημα ή πίεση.

5. Ο ρόλος των δικηγόρων

Παρότι ο νομικός κόσμος έχει αρχίσει να προωθεί τη διαμεσολάβηση ως εναλλακτικό τρόπο επίλυσης διαφορών, εξακολουθούν να υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διαμεσολάβηση αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη, καθώς ορισμένοι θεωρούν ότι περιορίζει το εύρος της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.

Επιπλέον, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ορισμένοι νομικοί παραστάτες να επιδιώκουν τη παράταση μιας δικαστικής διαδικασίας για μεγάλο διάστημα, δεδομένου ότι η εκκρεμοδικία μπορεί να συνεπάγεται αυξημένες αμοιβές από τους εντολείς τους.

Πώς αλλάζει αυτό;

Η λύση βρίσκεται στην εκπαίδευση και την αλλαγή νοοτροπίας. Η διαμεσολάβηση πρέπει να γίνει πιο γνωστή και να θεωρηθεί ως μια σοβαρή και ουσιαστική εναλλακτική λύση. Πρέπει οι πολίτες να καταλάβουν ότι δεν είναι μόνο μια διαδικασία «υποχώρησης», αλλά μια στρατηγική επίλυσης διαφορών που τους εξοικονομεί χρόνο, χρήματα και ψυχική ηρεμία.

Χρειάζεται επίσης ένας συνδυασμός νομοθετικών πρωτοβουλιών (ώστε η διαμεσολάβηση να γίνει υποχρεωτική σε περισσότερες υποθέσεις) και ενημερωτικών εκστρατειών για να αλλάξει ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τη σύγκρουση.

Το ζήτημα δεν έγκειται στο αν η διαμεσολάβηση πρέπει να αποτελεί επιλογή για την επίλυση διαφορών. Αντιθέτως, το ουσιαστικό ερώτημα είναι: γιατί να επιλέξουμε μια χρονοβόρα και δαπανηρή δικαστική αντιπαράθεση, όταν υπάρχει η δυνατότητα εξεύρεσης μιας άμεσης, αποτελεσματικής και βιώσιμης λύσης μέσω διαλόγου και συνεννόησης;