Δασμοί: Γιατί σφύριξε «τάιμ-άουτ» ο Τραμπ

Δασμοί: Γιατί σφύριξε «τάιμ-άουτ» ο Τραμπ
60 / 100 SEO Score

Η μόνη αγορά που μπορεί να υποχρεώσει τους πολιτικούς ηγέτες να αλλάξουν πολιτικές, ή ακόμη και να παραιτηθούν χωρίς εκλογές (θυμηθείτε τη Λιζ Τρας), είναι αυτή των ομολόγων. Διότι από εκείνη εξαρτάται ο δανεισμός των κρατών, που στις μέρες μας έχουν υψηλά χρέη.

Μετά το «μακελειό των ομολόγων» στις ΗΠΑ, την περίοδο Οκτώβριος 1993-Νοέμβριος 1994, όταν οι αποδόσεις τους πήγαν από το 5,2% στο 8%, ένας σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον έκανε την… ιστορική δήλωση: «Αν υπήρχε μετενσάρκωση, θα ήθελα να επιστρέψω ως η αγορά ομολόγων. Μπορείς να τρομοκρατήσεις τους πάντες».

Όλα δείχνουν πως γι’ αυτό τον λόγο αποφάσισε και ο Τραμπ να ακολουθήσει επακριβώς τη συμβουλή που του έδωσε δημοσίως, όχι χθες, αλλά από την περασμένη Κυριακή, ο δισεκατομμυριούχος υποστηρικτής του και διάσημος επενδυτής Μπιλ Ακμαν. Να κάνει τάιμ-άουτ στην επιβολή δασμών, ώστε να γίνει διαπραγμάτευση – και μετά να τους επιβάλει σε όσους… αντιστέκονται.

Διότι, παρά το γεγονός ότι η Wall Street είχε αρχίσει τις δύο τελευταίες μέρες να αντιδρά με λιγότερη ένταση, οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων άρχισαν να… ξεχειλώνουν με επιταχυνόμενους ρυθμούς, χτυπώντας «καμπανάκια».

Ακριβώς γιατί συνέβη αυτό, είναι δύσκολο να το πούμε. Μια εξήγηση είναι οι προσδοκίες ανόδου του πληθωρισμού, μια άλλη η ρευστοποίηση αμερικανικών assets από χώρες που θέλουν δολάρια, ή από επενδυτές που θέλουν μετρητά για να καλύψουν margin calls.

Υπάρχει όμως και ακόμη μια εξήγηση, ίσως η πιο πειστική και σίγουρα πολύ πιο επικίνδυνη. Το λεγόμενο «basis trade», που γίνεται από hedge funds τα οποία ψάχνουν για μικρές αλλά εύκολες αποδόσεις.

Με απλά λόγια, αυτά τα funds προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη μικρή αλλά σχεδόν μόνιμη διαφορά τιμής ανάμεσα σ’ ένα 10ετές ομόλογο και το συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης που υπάρχει πάνω του. Αγοράζουν το ομόλογο, πουλάνε το συμβόλαιο και κερδίζουν μια ελάχιστη διαφορά, που όμως υπό κανονικές συνθήκες είναι περίπου σίγουρη.

Επειδή όμως το κέρδος σε σχέση με την επένδυση είναι χαμηλό, χρησιμοποιούν μεγάλη μόχλευση. Κι όταν λέμε μεγάλη, εννοούμε ότι με κεφάλαια 10 εκατ. δολαρίων και δανεισμό με ενέχυρο τα ομόλογα, τον οποίο επενεπενδύουν στο ίδιο στοίχημα, μπορούν να αγοράσουν έως και 1 δισ. δολάρια σε ομόλογα, για μικρά διαστήματα!

Οι συνθήκες στην αγορά, όμως, είχαν πάψει να είναι κανονικές και τα κέρδη εύκολα γύριζαν σε ζημιές. Οπότε έπρεπε να πουληθούν το ταχύτερο τα ομόλογα.

Πόσο υπολογίζεται ότι είναι το σύνολο τέτοιου είδους «στοιχημάτων»; Ακριβής αριθμός δεν υπάρχει, αφού μιλάμε για hedge funds που δεν δημοσιοποιούν τις τοποθετήσεις τους. Υπολογίζεται όμως -κρατηθείτε- από 800 δισ. δολάρια σε ομόλογα έως και 1,2 τρισεκατομμύρια!

Όποια κι αν είναι πάντως η εξήγηση (πιθανότερη, λόγω της έντονης αύξησης των αποδόσεων σε ημερήσια βάση, είναι η εκδοχή του basis trade), αν συνεχιζόταν η απότομη άνοδος θα έπρεπε να παρέμβει η Fed για να μη… γίνει χαμός. To ίδιο αναγκάστηκε να κάνει το 2020, με το ξέσπασμα της πανδημίας, ακριβώς λόγω του basis trade, δαπανώντας τεράστια ποσά.

Θα έπρεπε δηλαδή να αγοράσει μαζικά ομόλογα, ή και να μειώσει τα επιτόκια, παρότι η επιβολή δασμών αναμένεται να προκαλέσει πληθωρισμό. Σε κάθε περίπτωση, ο Τραμπ θα βρισκόταν σε δύσκολη θέση, ενώ τώρα λύνεται ως έναν βαθμό το πρόβλημα που δημιούργησε ο απόλυτος αιφνιδιασμός του με τους υψηλούς δασμούς.

Οι αγορές φαίνεται ότι έχουν 90 μέρες για να λύσουν θέματα ανάληψης κινδύνου και να κάνουν νέους υπολογισμούς, χωρίς να ξεπουλάνε.

Υ.Γ.: Η επιβολή δασμών όμως προς την Κίνα δεν πήρε αναβολή. Αντιθέτως, το ύψος τους αυξήθηκε χθες στο… 125%. Κι αυτό μας κάνει να σημειώσουμε ότι υπάρχει περίπτωση να δούμε μαζικές πωλήσεις αμερικανικών ομολόγων από την πλευρά των Κινέζων, που υπολογίζεται ότι έχουν τοποθετημένα κεφάλαια αξίας περίπου 800 δισ. δολαρίων.

Αν συμβεί αυτό, ή αν δούμε το κινέζικο νόμισμα να υποτιμάται με ένταση έναντι του δολαρίου (κάτι που μέχρι τώρα δεν συμβαίνει), τότε τα πράγματα θα σκουρύνουν, καθώς ο εμπορικός πόλεμος θα έχει εξελιχθεί σε ολομέτωπο οικονομικό πόλεμο μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων του πλανήτη.

ΠΗΓΗ