Ακύρωση πλειστηριασμού λόγω παραγραφής: Τι έκρινε το ΣτΕ
Ακύρωση πλειστηριασμού λόγω παραγραφής: Τι έκρινε το ΣτΕ για τη διακοπείσα παραγραφή & πότε αρχίζει εκ νέου
Τέλος στους λάθος υπολογισμούς της παραγραφής έβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας, μπλοκάροντας πλειστηριασμό του e-ΕΦΚΑ για παλιές ασφαλιστικές οφειλές και ξεκαθαρίζοντας ότι η παραγραφή που διακόπτεται με πράξη εκτέλεσης δεν περιμένει το τέλος του οικονομικού έτους για να ξαναρχίσει, αλλά ξεκινά αμέσως.
Από την κατάσχεση του 2000 στην ακύρωση του πλειστηριασμού το 2025
Η υπόθεση ξεκίνησε στις 26.6.2000, όταν, κατόπιν παραγγελίας του Δ Τ.Ε.Ε. ΙΚΑ–ΕΤΑΜ, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση σε ακίνητο των κληρονόμων για χρέος που προερχόταν από εισφορές του αποβιώσαντος. Στην έκθεση κατάσχεσης η αξία προσδιοριζόταν σε 120.000.000 δραχμές.
Δέκα χρόνια αργότερα, στις 13.7.2010, ο Διευθυντής του Δ΄Τ.Ε.Ε. εξέδωσε πρόγραμμα αναγκαστικού πλειστηριασμού για συνολική οφειλή 156.000 ευρώ, ορίζοντας ημερομηνία διεξαγωγής την 22.12.2010. Στο πρόγραμμα η αξία του ακινήτου αναγράφηκε λίγο πάνω από τις 350.000 ευρώ.
Οι κληρονόμοι άσκησαν ανακοπή στις 27.10.2010, προβάλλοντας ιδίως παραγραφή, τόσο για τις παλαιότερες χρήσεις όσο και για το κρίσιμο σημείο της επανεκκίνησης της παραγραφής μετά την κατάσχεση.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο, με την απόφαση 5504/2010, απέρριψε ως εκπρόθεσμη την προσβολή της κατάσχεσης, κρίνοντας ότι οι απαιτήσεις δεν έχουν παραγραφεί (χωρίς να εξετάσει ειδικά τον χρόνο επανέναρξης), αλλά μερικώς έκανε δεκτή την ανακοπή ως προς την αποτίμηση, επανακαθορίζοντας την αξία στα 900.000 ευρώ, την τιμή πρώτης προσφοράς στα 600.000 ευρώ και ορίζοντας νέα ημερομηνία πλειστηριασμού. Το Διοικητικό Εφετείο, με την 3784/2013, υιοθέτησε την πρωτόδικη συλλογιστική και απέρριψε την έφεση.

Τι υποστήριξαν οι διάδικοι στο ΣτΕ
Οι αναιρεσείοντες υποστήριξαν ότι, κατ’ άρθρο 88 ν. 2362/1995, η παραγραφή που διακόπηκε με την κατάσχεση ξεκινά εκ νέου την επόμενη της πράξης εκτέλεσης, άρα συμπληρώθηκε στις 26.6.2010. Επομένως, το πρόγραμμα πλειστηριασμού της 13.7.2010 αφορούσε παραγεγραμμένες απαιτήσεις.
Ο e-ΕΦΚΑ, αντιθέτως, υποστήριξε ότι η παραγραφή επανεκκινεί στο τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο έλαβε χώρα το διακοπτικό γεγονός και, επικουρικά, επικαλέστηκε το άρθρο 95 ν. 4387/2016 σχετικά με την εικοσαετή παραγραφή για μη παραγεγραμμένες κατά την έναρξη ισχύος του απαιτήσεις.
Το νομικό πλαίσιο που εφάρμοσε το Δικαστήριο
Το ΣτΕ διέκρινε, αφενός, την παραγραφή βεβαίωσης και, αφετέρου, την παραγραφή είσπραξης. Για μισθολογικές περιόδους πριν τον θεσμό των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων, όπως εν προκειμένω, εφαρμοστέο κρίθηκε το άρθρο 27 παρ. 7 α.ν. 1846/1951, σε συνδυασμό με το άρθρο 88 παρ. 1 ν. 2362/1995 για τη διακοπή της παραγραφής μέσω πράξεων διοικητικής εκτέλεσης.
Καίρια ερμηνευτική θέση του ΣτΕ είναι ότι, από τις διατάξεις του άρθρου 88 παρ. 1 περ. α΄ ν. 2362/1995, «συνάγεται ότι η παραγραφή […] άρχεται εκ νέου ευθύς από της συντάξεως της εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως και όχι από της λήξεως της χρήσεως εντός της οποίας έγινε η σύνταξη αυτής».
Συναφώς, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι, κατά τη μνημονευόμενη νομολογία, «η παραγραφή άρχεται εκ νέου ευθύς από την έκδοση της πράξεως, η οποία την διέκοψε, και όχι από την λήξη του οικονομικού έτους (χρήσεως) εντός του οποίου έλαβε χώρα η έκδοση της πράξεως αυτής».
Η απόφαση και το σκεπτικό της
Το ΣτΕ δέχθηκε ότι από την 26.6.2000 (ημερομηνία κατασχέσεως) μέχρι την 13.7.2010 (ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος πλειστηριασμού) «μεσολάβησε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας (η οποία συμπληρωνόταν στις 26.6.2010)», με συνέπεια «το δικαίωμα του ΙΚΑ (και ήδη e-ΕΦΚΑ) να εισπράξει την επίδικη οφειλή είχε παραγραφεί».
Επιπλέον, ο ισχυρισμός του e-ΕΦΚΑ για εφαρμογή του άρθρου 95 ν. 4387/2016 σχετικά με την εικοσαετή παραγραφή απορρίφθηκε ως αβάσιμος, διότι οι αξιώσεις είχαν ήδη υποπέσει σε παραγραφή το 2010, πολύ πριν την έναρξη ισχύος του εν λόγω νόμου του 2016.

Πρόκειται, λοιπόν, για μια καίρια απόφαση για την εφαρμογή του άρθρου 88 ν. 2362/1995 στις πράξεις διοικητικής εκτέλεσης προ της εφαρμογής των Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων, επιβεβαιώνοντας ότι η επανέναρξη της διακοπείσας παραγραφής επέρχεται αμέσως με την πράξη (λ.χ. κατάσχεση) και όχι στο τέλος του οικονομικού έτους της πράξης.
Έτσι, περιορίζεται ο κίνδυνος διαιώνισης παλαιών απαιτήσεων μέσω ευρύτερης ερμηνείας του χρονικού σημείου επανεκκίνησης.
Πρακτικά, για τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, η απόφαση υπενθυμίζει ότι η δεκαετία υπολογίζεται από την ημερομηνία του διακοπτικού γεγονότος και ότι η εκπρόθεσμη κίνηση επόμενων πράξεων εκτέλεσης καθιστά ανεπίδεκτες είσπραξης τις απαιτήσεις.