Μπάμπης Παπαδημητρίου: Ναι στην ισχυρή δημόσια ΔΕΗ, όχι σε μια κρατική καταβόθρα

 28/03/2024    12 : 02 : 18
μπαμπης παπαδημητριου
67 / 100

Η «ιδέα» για επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ είναι τόσο παρωχημένη όσο και το κοινό πρόγραμμα της γαλλικής αριστεράς που έφερε τον Μιτεράν στην προεδρία της χώρας του για να διαπιστώσει ο ίδιος αυτός, μέσα σε λίγους μήνες, ότι επρόκειτο για χείμαιρρα, καταστροφική μάλιστα, αφού η μεγάλη αυτή χώρα έχασε μια δεκαετία στον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών.

Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου

Ο κ. Τσίπρας δεν ήταν δέκα χρονών όταν συνέβησαν αυτά αλλά έχει την υποχρέωση, ως πολιτικός και πρώην πρωθυπουργός (αλλά και ως «αριστερός») να θυμάται καλύτερα τι σημαίνει κρατικοποίηση των μεγάλων και κρίσιμων εταιρειών. Εξάλλου, γιατί μόνον τη ΔΕΗ και όχι και άλλες ιδιωτικοποιημένες (και από τον ίδιο) ή καθαρά ιδιωτικές εταιρείες, που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία μας και ειδικότερα στην αγορά ενέργειας;

Μη σας φαίνεται «τραβηγμένο» ή ρητορικό το ερώτημα. Όσο σύνθετες κι αν είναι οι αγορές, συχνά αντιδρούν «σα μικρά παιδιά». Γιατί, ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό που είπε ο κ. Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, είναι να καταλυθούν νόμοι και κανόνες που ισχύουν με αυστηρότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Είπε, για παράδειγμα, ότι θα το κάνει με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Δεν είπε, αλλά υπονοείται ότι θα πρέπει να απαγορεύσει τη συμμετοχή των υπολοίπων μετόχων (που είναι ξένα αμοιβαία κεφάλαια και όχι κάποιος «καπιταλιστής) και, τελικά, να τους αποζημιώσει για την ζημία που υποχρεωτικά θα προκαλέσει. Για να κάνει κάτι παρόμοιο χρειάζονται πάρα πολλά χρήματα, τα οποία βεβαίως θα βάλει ο φορολογούμενος. Εξάλλου, καθόλου δεν καταλαβαίνω γιατί να κάνει η κυβέρνηση κάτι τέτοιο όταν αυτή τη στιγμή το κράτος, ως κύριος μέτοχος, έχει τον ασφαλή έλεγχο της διοίκησης.

Θα μπορούσε να κάνει αυτό που έκανε ο Μακρόν; Ο Γάλλος πρόεδρος, αντιμέτωπος με μια πολύ δύσκολη επανεκλογή του, όρισε με νόμο, την τιμή του ρεύματος και ο κ. Τσίπρας θέλει να υποχρεώσει τη ΔΕΗ να πουλά το ρεύμα κάτω από το πραγματικό κόστος. Που σημαίνει, όπως ακριβώς συνέβη με τη γαλλική EDF ότι η εταιρεία θα «χάσει χοντρά». Η γαλλική εταιρεία έφτασε στο σημείο να ασκήσει δίωξη στην γαλλική κυβέρνηση επειδή υποχρεώθηκε να πουλά ρεύμα κάτω από το κόστος στους ανταγωνιστές της, εντός και εκτός γαλλικών συνόρων, με αποτέλεσμα ο Μακρόν να διώξει, αφού είχε ήδη την πλειοψηφία των μετοχών, τη διοίκηση, η εταιρεία να καταρρεύσει και ο Μακρόν να υποχρεωθεί να βάλει κοντά 10 δις ευρώ για να πάρει το 100% των μετοχών (είχε ήδη το 84%). Συμπέρασμα, η γαλλική εμπειρία δεν μοιάζει σε τίποτε με τη δική μας.

Ούτε η γερμανική περίπτωση της Uniper μοιάζει. Η συγκεκριμένη εταιρεία ανήκει εν μέρει στο γερμανικό κράτος και κυρίως στο φιλανδικό κράτος μέσω μεγάλων συνταξιοδοτικών αμοιβαίων κεφαλαίων. Το βαστικό της πρόβλημα είναι το υπέρογκο κόστος αλλά και το κλείσιμο της βάνας του ρωσικού αερίου καθώς δεν διαθέτει ρευστότητα για να πληρώσει του Ρώσους. Τα δύο αυτά γεγονότα απειλούν την Uniper σε απειλή χρεωκοπίας. Η κατάσταση υποχρεώνει το γερμανικό δημόσιο να βάλει πολλά χρήματα για τη διάσωσή και, ως αντάλλαγμα, συζητεί να πάρει τον μετοχικό έλεγχο.

Σημειώστε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε, υπό όρους τραγικών εξελίξεων, να συμβεί και στην Ελλάδα αν η κρίση με το ρώσικο αέριο εξελιχθεί ακόμη χειρότερα. Αλλά, μέχρι στιγμής, δεν έχουμε κανένα λόγο να σπεύσουμε. Το κράτος έδωσε ήδη ένα τεράστιο ποσό, υπολογίστηκε σε πάνω από 500 εκατ. ευρώ, το 2019, προκειμένου να διασώσει την ΔΕΗ. Η επιχείρηση δεν είχε κάνει καμία επένδυση σε ανανεώσιμες, δεν είχε συντηρήσει κανέναν λιγνιτικό σταθμό και είχε, για πολιτικούς λόγους, παγώσει τα τιμολόγιά της. Με αποτέλεσμα, όπως αποκάλυψε μελέτη του ελεγκτικού οίκου E+Y, που είχε παραγγείλει η προηγούμενη διοίκηση, να υπάρχει «ουσιώδης αβεβαιότητα, η οποία ενδεχομένως θα εγείρει σημαντική αμφιβολία σχετικά με τη δυνατότητα της εταιρείας και του ομίλου να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους».

Η Νέα Δημοκρατία είχε, τότε, καταγγείλει ότι η διοίκηση (αποτελούμενη από συνδικαλιστές και κομματικά στελέχη) είχε «παραλάβει τη ΔΕΗ με 90 εκατ. κέρδη και την είχε φορτώσει με 900 εκατ. ζημίες», οι οποίες μάλιστα είχαν ξεπεράσει το 1,5 δις όταν, με τη νίκη της ΝΔ, τοποθετήθηκε η νέα διοίκηση. Πράγματι, το 2018 τα επίσημα αποτελέσματα της ΔΕΗ έδειξαν ζημία 850 εκατ., η μετοχή της έπεσε στο 1,16 ευρώ (σήμερα, εν μέσω κρίσης είναι πάνω από 5 ευρώ) με το αέριο τότε να κοστίζει κάτω από 25 και σήμερα πάνω από 450 ευρώ η μεγαβατώρα!

Σημειώστε ακόμη ότι η ΔΕΗ δεν έχει μοιράσει μέρισμα και δεν πρόκειται να μοιράσει πριν το 2023 (και θα δούμε πότε με την παρούσα κρίση) άρα δεν «κερδίζουν» οι ιδιώτες μέτοχοι, που έβαλαν στη διάσωση της δικής μας επιχείρησης πολλά χρήματα, τα οποία προφανώς γλίτωσαν οι δικοί μας φορολογούμενοι. Προσθέστε ότι το 2019 το 51% των μετοχών που κατείχε το κράτος άξιζε 150 εκατ. ευρώ ενώ σήμερα το 34% που ελέγχει το κράτος αξίζει γύρω στα 700 εκατ. ευρώ, εν μέσω της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης που έχουν ποτέ αντιμετωπίσει.

Ας μη ξεχνούν οι «ειδικοί» του κ. Τσίπρα ότι, μέχρι στιγμής, η ΔΕΗ έχει ήδη στηρίξει νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανία με εκπτώσεις και σταθερά τιμολόγια ύψους περίπου 1,5 δις ευρώ ενώ έχει βάλει στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, από το οποίο σηκώνει χρήματα η κυβέρνηση για να επιστρέψει στους καταναλωτές, ποσό μεγαλύτερο των 700 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, έχει κάνει σημαντικότατα έργα παραγωγής ηλεκτρισμού ήπιων μορφών (όταν επί ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε γίνει ΚΑΝΕΝΑ), «ανάβει» σε χρόνο ρεκόρ τους λιγνίτες και τελειώνει τη μόνη σύγχρονη μονάδα λιγνίτη, που ξεκίνησε επί Σαμαρά (και είναι η μόνη που συνέχισε η παλαιά διοίκηση). Τα διασυνδεμένα έργα, που καθιστούν ανθεκτική της μεγάλη δημόσια επιχείρηση, ήσαν μόλις 4 γιγαβάτ το 2019 και εφέτος θα φθάσουν τα 10 γιγαβάτ.

Συμπέρασμα, η ΔΕΗ που θέλει να «κομματικοποιήσει» η αξιωματική αντιπολίτευση είναι μια επιχείρηση «αποκούμπι» για το νοικοκυριό και την οικονομία ενώ, αν ο κ. Τσίπρας εμπιστευθεί τους δήθεν τεχνοκράτες που τον συμβουλεύουν, θα γίνει μια μεγάλη καταβόθρα δημόσιου χρήματος που θα την πληρώνουμε και ως καταναλωτές και ως φορολογούμενοι.

div#stuning-header .dfd-stuning-header-bg-container {background-color: #5dacee;background-size: initial;background-position: top center;background-attachment: initial;background-repeat: initial;}#stuning-header div.page-title-inner {min-height: 450px;}#main-content .dfd-content-wrap {margin: 0px;} #main-content .dfd-content-wrap > article {padding: 0px;}@media only screen and (min-width: 1101px) {#layout.dfd-portfolio-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars,#layout.dfd-gallery-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars {padding: 0 0px;}#layout.dfd-portfolio-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars > #main-content > .dfd-content-wrap:first-child,#layout.dfd-gallery-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars > #main-content > .dfd-content-wrap:first-child {border-top: 0px solid transparent; border-bottom: 0px solid transparent;}#layout.dfd-portfolio-loop > .row.full-width #right-sidebar,#layout.dfd-gallery-loop > .row.full-width #right-sidebar {padding-top: 0px;padding-bottom: 0px;}#layout.dfd-portfolio-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars .sort-panel,#layout.dfd-gallery-loop > .row.full-width > .blog-section.no-sidebars .sort-panel {margin-left: -0px;margin-right: -0px;}}#layout .dfd-content-wrap.layout-side-image,#layout > .row.full-width .dfd-content-wrap.layout-side-image {margin-left: 0;margin-right: 0;}