Όμως αυτά βέβαια που γράφει παρακάτω η «Καθημερινή» , περί ελεγχόμενου ιδιωτικού χρέους και περί συντριπτικής πλειοψηφίας των δανείων που είναι ενήμερα, είναι απλώς μπούρδες...
Τι γράφει η kathimerini.gr
Το τέλος εποχής του φθηνού χρήματος σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά προεξοφλούν οι αποφάσεις της ΕΚΤ που αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο για άνοδο των βασικών επιτοκίων με ταχύτερο ρυθμό από αυτόν που είχε προβλεφθεί μέχρι σήμερα. Μετά και τις ανακοινώσεις το euribor 3μήνου με βάση το οποίο τιμολογείται η πλειοψηφία των δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 1,15% τον Δεκέμβριο από -0,3% σήμερα, επίπεδο που έχει να καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2012.
Η προοπτική αυτή που προεξοφλείται από τις αγορές, κλείνει οριστικά μια δεκαετή πολιτική χαμηλών επιτοκίων, τα οποία μάλιστα είχαν «γυρίσει» σε αρνητικό έδαφος για επτά συνεχή χρόνια και συγκεκριμένα από τον Απρίλιο του 2015, δημιουργώντας ένα ασφαλές δίχτυ προστασίας τα χρόνια της κρίσης στη χώρα μας. Στον βαθμό μάλιστα που το κόστος δανεισμού αποτελεί μία μόνο παράμετρο της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών, οι ανησυχίες επικεντρώνονται στη δραματική άνοδο του κόστους των πρώτων υλών και του πληθωρισμού, που παίρνει μονιμότερα χαρακτηριστικά λόγω της γεωπολιτικής κρίσης, υπονομεύοντας το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και την κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Παρά το γεγονός ότι η άνοδος των επιτοκίων ευνοεί τις τράπεζες αυξάνοντας αυτόματα τα έσοδα από τόκους, η αγωνία για τις ευρύτερες επιπτώσεις είναι διάχυτη, με βασική πηγή ανησυχίας την επίπτωση που θα έχει στην ομαλή εξυπηρέτηση του υφιστάμενου χρέους και η πιθανότητα να οδηγηθούμε σε μια νέα γενιά κόκκινων δανείων. Αν και μέχρι σήμερα τα στοιχεία δείχνουν ότι η επίπτωση από την άνοδο του πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα και στην εξυπηρέτηση του ιδιωτικού χρέους είναι ελεγχόμενη, όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι οι επιπτώσεις δεν θα αργήσουν να φανούν, τουλάχιστον για όσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις λειτουργούν οριακά. Ανάχωμα προς το παρόν αποτελεί η αύξηση των καταθέσεων που παρατηρείται σταθερά και το 2022 και η οποία στηρίζεται στην άνοδο του ΑΕΠ αλλά και στα κυβερνητικά μέτρα, που θα διασώσουν μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος.