
του Γιώργου Ψαράκη,
δικηγόρος Αθηνών
Ένα ερώτημα που τίθεται αρκετά συχνά από δανειολήπτες οι οποίοι καλούνται να εξοφλήσουν οφειλές τους μετά από αρκετά χρόνια είναι το εξής: μετά από πόσα χρόνια η τράπεζα μπορεί να διεκδικεί τα οφειλόμενα; Πότε δηλ. επέρχεται η παραγραφή της αξίωσής της;
Η απάντηση κατ' αρχάς είναι η εξής: οι απαιτήσεις των τραπεζών παραγράφονται μετά από 20 έτη. Η παραγραφή γενικά των απαιτήσεων στις ιδιωτικές σχέσεις είναι 20ετής (άρθρο 249 Αστικού Κώδικα), εκτός κι αν ορίζεται διαφορετικά. Εν προκειμένω, επειδή δεν υπάρχει κάποια διαφορετική ρύθμιση στο τραπεζικό δίκαιο, ισχύει η γενική παραγραφή των 20 ετών, γεγονός που καθιστά πρακτικά αδύνατη την οιαδήποτε υποβολή ένστασης εκ μέρους του οφειλέτη (δανειολήπτη ή και εγγυητή).
Ωστόσο η λεπτομέρεια που συχνά παραβλέπεται είναι η εξής: η παραγραφή της απαίτησης εκ του δανείου είναι 20ετής, εκτός κι αν προβλέπονται τοκοχρεωλυτικές δόσεις όπου η παραγραφή καθίσταται 5ετής και αρχίζει από τη λήξη του έτους, μέσα στο οποίο κάθε δόση κατέστη ληξιπρόθεσμη και καταβλητέα.
Ακόμα και τότε, όμως, επανερχόμαστε στον κανόνα της 20ετίας, όταν το τοκοχρεωλυτικό δάνειο καταγγελθεί (Βλ. λ.χ. υπ' αριθμ. 1455/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου: «Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους της δανειακής συμβάσεως, να την καταγγείλει προώρως, αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις, αφορώσες χρεώλυτρο ή τοκοχρεώλυτρο ή τόκο, γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία, η σύμβαση του δανείου λύεται και επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος που παρέχει στον δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολοκλήρου του οφειλομένου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία. […] Μόνον όμως όταν η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο, δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκειται στην πενταετή παραγραφή»).
Ένα ερώτημα που τίθεται αρκετά συχνά από δανειολήπτες οι οποίοι καλούνται να εξοφλήσουν οφειλές τους μετά από αρκετά χρόνια είναι το εξής: μετά από πόσα χρόνια η τράπεζα μπορεί να διεκδικεί τα οφειλόμενα; Πότε δηλ. επέρχεται η παραγραφή της αξίωσής της;
Η απάντηση κατ' αρχάς είναι η εξής: οι απαιτήσεις των τραπεζών παραγράφονται μετά από 20 έτη. Η παραγραφή γενικά των απαιτήσεων στις ιδιωτικές σχέσεις είναι 20ετής (άρθρο 249 Αστικού Κώδικα), εκτός κι αν ορίζεται διαφορετικά. Εν προκειμένω, επειδή δεν υπάρχει κάποια διαφορετική ρύθμιση στο τραπεζικό δίκαιο, ισχύει η γενική παραγραφή των 20 ετών, γεγονός που καθιστά πρακτικά αδύνατη την οιαδήποτε υποβολή ένστασης εκ μέρους του οφειλέτη (δανειολήπτη ή και εγγυητή).
Ωστόσο η λεπτομέρεια που συχνά παραβλέπεται είναι η εξής: η παραγραφή της απαίτησης εκ του δανείου είναι 20ετής, εκτός κι αν προβλέπονται τοκοχρεωλυτικές δόσεις όπου η παραγραφή καθίσταται 5ετής και αρχίζει από τη λήξη του έτους, μέσα στο οποίο κάθε δόση κατέστη ληξιπρόθεσμη και καταβλητέα.
Ακόμα και τότε, όμως, επανερχόμαστε στον κανόνα της 20ετίας, όταν το τοκοχρεωλυτικό δάνειο καταγγελθεί (Βλ. λ.χ. υπ' αριθμ. 1455/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου: «Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους της δανειακής συμβάσεως, να την καταγγείλει προώρως, αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις, αφορώσες χρεώλυτρο ή τοκοχρεώλυτρο ή τόκο, γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία, η σύμβαση του δανείου λύεται και επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος που παρέχει στον δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολοκλήρου του οφειλομένου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία. […] Μόνον όμως όταν η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο, δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκειται στην πενταετή παραγραφή»).