Deutsche Bank: Η Γερμανία «διολισθαίνει» σε ύφεση
Στην τελευταία ανάλυση της γερμανικής τράπεζας Deutsche Bank, που υπογράφουν ο Stefan Schneider, Chief Economist, και η ομάδα του, παρατίθενται και οι νεότερες εκτιμήσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του γερμανικού οίκου, για φέτος η ανάπτυξη θα κυμανθεί σε 2,3%, πολύ κοντά στις επίσημες προβλέψεις, ενώ για την επόμενη χρονιά θα περιοριστεί στο 1,6%, αρκετά χαμηλότερα από το 3% που είναι η επίσημη πρόβλεψη του ελληνικού προϋπολογισμού. Ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί σε 4,3% φέτος και θα υποχωρήσει σημαντικά σε 2,5% το 2024. Το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών θα συνεχίσει βαθιά ελλειμματικό με -8% φέτος ως ποσοστό του ΑΕΠ και στο -6% το 2024. Αναφορικά με τις επιδόσεις σε όρους ελλείμματος, η κυβέρνηση θα επιτύχει περιορισμό στο συνολικό έλλειμμα σε 2% φέτος από 2,3% πέρυσι και ακόμα καλύτερα σε έλλειμμα 1,3% το 2024.
Ο μεγάλος ”ασθενής” σύμφωνα με τον οίκο θα είναι η οικονομία της Γερμανίας. Η χώρα φαίνεται να οδεύει σε ύφεση, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι το ΑΕΠ θα εμφανίζει συρρίκνωση κατά περίπου 0,3% το γ΄ τρίμηνο. «Παρά την υποχώρηση του πληθωρισμού, αναμένουμε ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Ενώ η συνολική μείωση του ΑΕΠ κατά τη διπλή ύφεση (4ο τρίμηνο 2022/ 1ο τρίμηνο και 3ο τρίμηνο φέτος) θα είναι πιθανότατα μικρότερη από 1 ποσοστιαία μονάδα, μια νέα πτώση του ΑΕΠ παρέχει ένα ακόμη πλήγμα στην ήδη υποτονική γερμανική εμπιστοσύνη. Αυτός ο αρνητικός βρόχος ανατροφοδότησης πιθανόν θα επιβαρύνει την οικονομία το 2024», εκτιμά η γερμανική τράπεζα.
Η πτώση του (πυρήνα του) πληθωρισμού αλλά και τα γεωπολιτικά γεγονότα ενέχουν ανοδικούς κινδύνους. «Η άποψή μας είναι ότι ο πυρήνας του πληθωρισμού θα μπορούσε πράγματι να υποχωρήσει αισθητά μέχρι το τέλος του 2024. Ωστόσο, οι πρόσφατες απότομες αυξήσεις των τιμών του αργού πετρελαίου δημιουργούν σημαντικούς ανοδικούς κινδύνους. Συνολικά, εμείς προβλέπουμε ότι ο βασικός ρυθμός θα υποχωρήσει στο 6,1% το 2023, στο 2,5% το 2024 και στο 2,4% το 2025, αντίστοιχα», προβλέπει η τράπεζα.
«Η αδύναμη οικονομία αγγίζει την αγορά εργασίας. Η απασχόληση έχει πιθανότατα κορυφωθεί. Η αγορά εργασίας και οι δείκτες της σηματοδοτούν περαιτέρω αύξηση της ανεργίας τους επόμενους μήνες. Το ποσοστό ανεργίας είναι πιθανό να παραμείνει στο 5,6% το 2024, παρά τις τριμηνιαίες αυξήσεις του ΑΕΠ που υπερβαίνουν τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης», συνεχίζει η DB.
«Οι εξαγωγές αναμένεται να συρρικνωθούν το 2023 λόγω του αδύναμου κλίματος, της χαμηλότερης ανταγωνιστικότητας και της ατελούς ανάκαμψης στην Κίνα. Το 2024, αναμένουμε μόνο μια μέτρια ανάκαμψη λόγω της ισχνής παγκόσμιας ανάπτυξης και των διαρθρωτικών προκλήσεων για τη γερμανική οικονομία. Τα ιδιωτικά νοικοκυριά μετατόπισαν σημαντικά ποσά από τα χαμηλότοκα προϊόντα σε προθεσμιακές καταθέσεις και ομόλογα υψηλότερου επιτοκίου, ιδίως σε αποταμιευτικά ομόλογα. Η έκρηξη των ενυπόθηκων δανείων έχει τελειώσει, αλλά ο καθαρός δανεισμός είναι περίπου ο ίδιος όπως πριν από τη φάση των χαμηλών επιτοκίων», επισημαίνει ο Schneider.
Τέλος, η άνοδος της δεξιάς θα οδηγήσει την πολιτική σε περισσότερο ρεαλιστικά πλαίσια σε ομοσπονδιακό επίπεδο για τη Γερμανία. Η ισχυρή επίδοση της ακροδεξιάς στις περιφερειακές εκλογές της περασμένης Κυριακής είναι πιθανό να επηρεάσει τη συνολική πολιτική συζήτηση, ιδίως όσον αφορά τις μεταναστευτικές και τις κλιματικές πολιτικές, καταλήγει η τράπεζα.