Χωρίς τέλος το brain drain: Οι Έλληνες επιστήμονες φεύγουν τρέχοντας για το εξωτερικό

Χωρίς τέλος το brain drain: Οι Έλληνες επιστήμονες φεύγουν τρέχοντας για το εξωτερικό
66 / 100

Eνα 65% με 70% των νέων γιατρών εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να εγκαταλείπουν την Ελλάδα αμέσως μόλις πάρουν το πτυχίο τους, ενώ το 2022 καταγράφει 140.000 περισσότερες οικειοθελείς παραιτήσεις, στην ελληνική εκδοχή του κινήματος της «Μεγάλης Παραίτησης». Και ναι μεν η δεύτερη κατηγορία αποτελεί συνέχεια της πανδημίας και του μεγάλου «κύματος» παραιτήσεων εργαζομένων που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, αλλά η πρώτη, και το συνεχιζόμενο επί δεκαετίες brain drain, φανερώνει ότι οι εργασιακές δυσκολίες και οι στρεβλώσεις στη χώρα μας παραμένουν αναλλοίωτες.

Τα στοιχεία που συγκέντρωσε «Το Βήμα» στην έρευνά του είναι αποκαλυπτικά. Το ρεύμα μετανάστευσης των Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, που κορυφώθηκε τα χρόνια μετά την οικονομική κρίση, συνεχίζεται αμείωτο παρά τη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας και τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να το αντιστρέψει. Χιλιάδες νέοι επιστήμονες από τομείς αιχμής, όπως η ιατρική, η πληροφορική και η έρευνα αποφασίζουν κάθε χρόνο να αναζητήσουν την τύχη τους σε χώρες του εξωτερικού, στις οποίες βρίσκουν καλύτερες απολαβές, καλύτερες συνθήκες εργασίας και ζωής και πιο σταθερό ακαδημαϊκό περιβάλλον. Μάλιστα, μέσα από τις αφηγήσεις όσων έφυγαν, καταγράφει κανείς ως αιτίες αυτού του ρεύματος την ελληνική γραφειοκρατία, την αναξιοκρατία, τον νεποτισμό κ.λπ.

Το brain drain, δηλαδή το ρεύμα μετανάστευσης των Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, που κορυφώθηκε τα χρόνια μετά την οικονομική κρίση, συνεχίζεται, παρά τη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας και τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να το αντιστρέψει. Χιλιάδες νέοι επιστήμονες από τομείς αιχμής, όπως η ιατρική, η πληροφορική και η έρευνα αποφασίζουν κάθε χρόνο να αναζητήσουν την τύχη τους σε χώρες του εξωτερικού, στις οποίες βρίσκουν καλύτερες απολαβές, καλύτερες συνθήκες εργασίας και ζωής και πιο σταθερό ακαδημαϊκό περιβάλλον. Επίσης μέσα από τις αφηγήσεις όσων έφυγαν, καταγράφει κανείς επίσης ως αίτια αυτού του ρεύματος την ελληνική γραφειοκρατία, την αναξιοκρατία, τον νεποτισμό κλπ.

Γιατί φεύγουν
« Όταν απαριθμούν τους λόγους που τους έκαναν να φύγουν, διαπιστώνει κανείς», λέει ο καθηγητής του ΕΚΠΑ κ Λόης Λαμπριανίδης «ότι κυρίως έχουν να κάνουν με την εργασία: δεν βρίσκουν δουλειά, η δουλειά που βρίσκουν δεν τους δίνει προοπτικές εξέλιξης, οι απολαβές δεν είναι ικανοποιητικές, δεν τους καλύπτει το αντικείμενο κλπ. Με άλλα λόγια, ο λόγος που φεύγουν είναι η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης. Πρέπει, λοιπόν, να δει κανείς τι την προκαλεί». Ο κ. Λαμπριανίδης θεωρεί λάθος την άποψη ότι έχουμε πολλούς πτυχιούχους, αναφέροντας ότι η Ελλάδα είναι κάτω από τον μέσο όρο ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020, στον ενεργό πληθυσμό οι πτυχιούχοι στην Ελλάδα ήταν 32,5%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν 37% και στον ΟΟΣΑ 39%. Αν, λοιπόν, το πρόβλημα δεν προκύπτει από την μεγάλη προσφορά, τότε θα πρέπει να εξετάσει κανείς το θέμα της ζήτησης. «Ο τρόπος οργάνωσης της οικονομίας, τόσο της ιδιωτικής όσο και του κράτους, δεν δημιουργεί επαρκή ζήτηση. Οι επιχειρήσεις είναι προσαρμοσμένες στην παραγωγή προϊόντων που έχουν λιγότερη ενσωματωμένη γνώση, άρα δεν έχουν ανάγκη από πολλούς επιστήμονες».

Αντίστοιχα, σύμφωνα με τον κ. Λαμπριανίδη, όπως λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια το κράτος έχει σαν αποτέλεσμα να μην υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό στο Δημόσιο. «Άρα ο λόγος για τον οποίο φεύγουν, κυρίως έχει να κάνει με τον τρόπο που είναι οργανωμένη η οικονομία. Για να επιστρέψουν θα πρέπει να αλλάξουν οι συνθήκες που τους έδιωξαν, να αρχίσει να προσανατολίζεται η οικονομία προς άλλη κατεύθυνση». Ο καθηγητής θεωρεί πολύ σημαντικό το να βοηθηθούν να επιστρέψουν τόσο με μακροπρόθεσμες, όσο και με βραχυπρόθεσμες πολιτικές προς άλλη κατεύθυνση. Μιλά για την «εικονική επιστροφή», δηλαδή την δυνατότητα όσων ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό να παραμένουν και να εργάζονται στην χώρα που βρίσκονται, αλλά ταυτόχρονα να έχουν και επαγγελματική δραστηριότητα συνεργαζόμενοι με εταιρείες και στην Ελλάδα. «Αυτό αφενός βοηθά την ελληνική οικονομία και αφ’ ετέρου, σε προσωπικό επίπεδο χτίζει την δυνατότητα επιστροφής τους. Είναι ένα προσωπικό που χρειάζεται η χώρα, υπάρχουν ελλείψεις σε πολλούς κλάδους όπως η πληροφορική και η ιατρική» καταλήγει ο κ. Λαμπριανίδης . «Πέραν όμως της οικονομίας, είναι άνθρωποι με σημαντική εμπειρία απασχόλησης και ζωής σε άλλες χώρες. Αυτό μπορεί να μπολιάσει όχι μόνο την οικονομία, αλλά και τον πολιτισμό μας και το πολιτικό σύστημα, κάτι πολύ χρήσιμο».

Η έξοδος των γιατρών

Η αβεβαιότητα για την επαγγελματική αποκατάσταση, οι χαμηλές αμοιβές του πανεπιστημιακού προσωπικού, οι μεγάλες αναμονές για την απόκτηση ειδικότητας (που υπολογίζονται μέχρι και τα 5,5 έτη για τις μεγάλες πανεπιστημιακές κλινικές), αλλά και οι άθλιες συνθήκες που επικρατούν στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας είναι οι βασικότερες αιτίες για το brain drain στους γιατρούς. Για παράδειγμα χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 65- 70% όσων αποφοιτούν από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ζητούν μεταφρασμένα τα πτυχία τους για το εξωτερικό. Επί 1.675 πτυχιούχων τα τελευταία 5 χρόνια, περίπου 1.100 σχεδιάζουν να συνεχίσουν την σταδιοδρομία τους εκτός Ελλάδος. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρεχώρησε στο ΒΗΜΑ ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών: περισσότεροι από 1.600 γιατροί έχουν ζητήσει πιστοποιητικά από τον ΙΣΑ τα δυο τελευταία χρόνια για να τα χρησιμοποιήσουν για ειδίκευση ή εργασία στο εξωτερικό. Πρώτη σε προτιμήσεις χώρα υποδοχής είναι η Αγγλία και ακολουθούν η ΕΕ και η Κύπρος.

Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος του ΙΣΑ κ Γ. Πατούλης τα τελευταία δέκα χρόνια έχουν φύγει από τη χώρα μας πάνω 20.000 γιατροί, την εκπαίδευση των οποίων επιβαρύνθηκε η πολιτεία και οι οικογένειες τους με κόστος που ξεπερνά, κατά μέσον όρο, για τον καθένα, τις 350.000 ευρώ. Ειδικότερα, ο Γ. Πατούλης τονίζει: «Η μετανάστευση του υψηλά εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού της χώρας ,- εκτός των όσων συνεπάγεται για το σύστημα υγείας που πλέον αντιμετωπίζει σοβαρές ελλείψεις- έχει και μία σημαντική οικονομική παράμετρο. Η χώρα μας έχει επενδύσει πάνω από 7 δις ευρώ, τα τελευταία χρόνια, για το επιστημονικό δυναμικό που αυτή την ώρα, αξιοποιείται από τα συστήματα υγείας, των άλλων χωρών. Ουσιαστικά δηλαδή, εκποίησε ένα σημαντικό κεφάλαιο, στο οποίο θα μπορούσε να είχε επενδύσει και να παράγει προστιθέμενη αξία. Η Ελλάδα μέσω της ανάπτυξης του ιατρικού τουρισμού μπορεί και πρέπει να γίνει η χώρα της υγείας και της ευεξίας, για τον παγκόσμιο ασθενή. Θέλουμε όχι μόνο να ανακόψουμε το μεταναστευτικό ρεύμα των επιστημόνων αλλά να προσελκύσουμε και άλλους γιατρούς, μέσα από μία αναπτυξιακή διαδικασία».

Ομως η αντιστροφή του ρεύματος χρειάζεται παραπάνω από καλές προθέσεις. Η λύση για το brain drain λέει ο Πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ κ Γεράσιμος Σιάσος είναι σύνθετη, αλλά σίγουρα απαιτεί την αντιμετώπιση δύο σημαντικών συνιστωσών: πρωτίστως την έλλειψη θέσεων Πανεπιστημιακών, αλλά και τις χαμηλές αμοιβές. «Τα τελευταία 15 χρόνια τα Πανεπιστήμια έχουν χάσει το 30% των θέσεών τους. Επιπλέον, χωρίς αξιοπρεπείς αποδοχές δε μπορούν τα ιδρύματα να προσελκύσουν τους επιστήμονες που ήδη εργάζονται στο εξωτερικό με υψηλές αμοιβές και υπό εργασιακά καλύτερες συνθήκες», τονίζει.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του 38χρονου καρδιοχειρουργού κ Μιχάλη Μαγαράκη, ο οποίος τελειώνοντας το Πανεπιστήμιο έφυγε από την Κρήτη για ειδικότητα και εξειδίκευση στις ΗΠΑ. Μετά από 10 χρόνια στο Johns Hopkins, το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ και το γενικό νοσοκομείο της Μασαχουσέτης, έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι και εργάστηκε στο εκεί νοσοκομείο, ενώ στη συνέχεια μετακόμισε στο Τέξας, όπου εργάζεται σήμερα. «Εδώ η αναγνώριση ήταν άμεση. Από την εποχή της εκπαίδευσης μου οι καθηγητές μου με προώθησαν, με βοήθησαν, με κράτησαν στο πανεπιστήμιο κλπ. Κι αυτό μεταφράστηκε και σε επαγγελματικό και σε οικονομικό επίπεδο. Νομίζω ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτή η νοοτροπία». Είναι προβληματισμένος. «Κάποια στιγμή θα επιστρέψω, είναι δεδομένο, έχω την Ελλάδα στην καρδιά μου, αλλά δεν ξέρω πότε. Γιατί γνωρίζω ότι θα ξεκινήσω από το μηδέν. Τα χρόνια που πρέπει να επενδύσω στην Ελλάδα για να φτάσω στο σημείο που είμαι (αν φτάσω) είναι χαμένα χρόνια επαγγελματικής ανάπτυξης και οικονομικών απολαβών». Επισημαίνει, επίσης, την ανάγκη ύπαρξης υποδομών (προσωπικό, εξοπλισμός, χειρουργικά δωμάτια, κλίνες κλπ) για να μπορέσει να προσφέρει ουσιαστικά.

Πληροφορική

Φυσικά, ο ιατρικός χώρος δεν είναι ο μόνος που «αιμορραγεί». Μεγάλος είναι και ο αριθμός των στελεχών επιχειρήσεων, των μηχανικών και μηχανολόγων, των οικονομικών στελεχών, αλλά και των ακαδημαϊκών που φεύγουν στο εξωτερικό. Ενας από τους τομείς που το brain drain είναι ιδιαίτερα έντονο είναι η πληροφορική. Σύμφωνα με έρευνα του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Scientometrics, αν δεν υπήρχε το brain drain η Ελλάδα θα βρισκόταν στην 3η θέση παγκοσμίως και στην 2η στην ΕΕ στον τομέα της Πληροφορικής.

Οι ερευνητές του ΕΛΜΕΠΑ εντόπισαν 114 κορυφαίους Έλληνες επιστήμονες που εργάζονται στο εξωτερικό στο πεδίο της πληροφορικής. Ο αριθμός αυτός είναι διπλάσιος από τον αριθμό των κορυφαίων επιστημόνων που εργάζονται στη χώρα μας. «Αν αθροίσουμε συνολικά τους Έλληνες που εργάζονται στο εξωτερικό και στο εσωτερικό, τότε η Ελλάδα θα βρισκόταν στην τρίτη θέση παγκοσμίως και στη δεύτερη θέση στην Ευρώπη σε αναλογία σε αναλογία επιστημόνων ανά εκατομμύριο πληθυσμού φτάνοντας τους 15,95 κορυφαίους επιστήμονες ανά εκατομμύριο πληθυσμού, με ελάχιστη διαφορά από το Χονγκ Κονγκ και την Ελβετία», επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην έρευνα.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ Χρήστος Τσιότσιας, Προγραμματιστής, 29 ετών, «σπούδασα Computer Science στο Πανεπιστήμιο του Surrey. Τα τελευταία 4 χρόνια εργάζομαι σαν προγραμματιστής σε μια εταιρεία που παρέχει ένα λογισμικό για τον κατασκευαστικό κλάδο. Ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να παραμείνω στο εξωτερικό είναι ότι τόσο οι αμοιβές, όσο και οι συνθήκες εργασίας είναι πολύ καλύτερες. Στην Αγγλία υπάρχουν αμέτρητες ευκαιρίες με πολύ καλούς μισθούς, τουλάχιστον στον τομέα μου. Επίσης εδώ η αντιμετώπιση από τους εργοδότες είναι υποδειγματική, κάτι που δεν συμβαίνει πολύ συχνά στην Ελλάδα. Ασχέτως από τα εργασιακά άλλοι λόγοι που με κάνουν να παραμένω στην Αγγλία είναι η οργάνωση του κράτους, η τήρηση των νόμων, αλλά και ο σεβασμός που υπάρχει μεταξύ των πολιτών στην κοινωνία. Αν σκέφτομαι να επιστρέψω; Και ναι και όχι. Μου λείπουν η οικογένεια, οι φίλοι μου, η διασκέδαση, ο καιρός. Από την άλλη σκέφτομαι ότι εάν επιστρέψω θα είναι ένα βήμα πίσω για τα επαγγελματικά μου σχέδια. Επίσης αυτά που με αποτρέπουν από το να επιστρέψω είναι μεταξύ άλλων η γραφειοκρατία, η αναξιοκρατία και η αντιμετώπιση του κράτους προς τους πολίτες».

ΠΗΓΗ