Συνεχίζεται απρόσκοπτα η φοροληστεία…
Αποκαλυπτικά και εξοργιστικά είναι τα στοιχεία που καταγράφει ο «Ριζοσπάστης» για τη φοροαφαίμαξη μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων.
Συγκεκριμένα
400.000 μικροεπαγγελματίες βιοπαλαιστές θα πληρώσουν φόρο μεγαλύτερο κατά 65,3% σε σχέση με πέρυσι, κατ’ εφαρμογή του νόμου – λαιμητόμου για τα ανύπαρκτα τεκμαρτά εισοδήματα που ψήφισε η κυβέρνηση, κάτω από τις οργισμένες αντιδράσεις των αυτοαπασχολούμενων και μικρών ΕΒΕ. Προφανώς, όλοι αυτοί δεν είναι «πλούσιοι» που τους «αποκάλυψε» η κυβέρνηση… Στη συντριπτική πλειοψηφία τους, έδιναν και δίνουν μάχη επιβίωσης, τώρα με χειρότερους όρους. Επιβεβαιώνεται ο ξεκάθαρα φορομπηχτικός σκοπός αυτού του κατάπτυστου νόμου. Αυτή είναι η «φορολογική δικαιοσύνη» και η «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», που περιέχονται στις κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ και της ΕΕ. Αυτές που με προσήλωση 100% υλοποιούν η κυβέρνηση και όλα τα άλλα κόμματα.
Τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού για το πρώτο 7μηνο του 2024 είναι αυξημένα κατά σχεδόν 4 δισ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό! Συγκεκριμένα, το κράτος αφαίρεσε από τις τσέπες μισθωτών, αυτοαπασχολούμενων, αγροτών και συνταξιούχων 37,5 δισ. ευρώ σε έμμεσους και άμεσους φόρους, από 33,7 δισ. ευρώ πέρυσι. Μόνο για τον Ιούλη οι κρατικές εισπράξεις εκτοξεύτηκαν στα 7,5 δισ., από 5,9 δισ. τον ίδιο μήνα πέρυσι.
Η «υπεραπόδοση» του κρατικού προϋπολογισμού στο 7μηνο σκαρφάλωσε στα 5,5 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο των εισπράξεων. Τα ματωμένα πλεονάσματα σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, κλέβοντας και το τελευταίο σεντ από την τσέπη του λαού για να εξυπηρετούνται τα θεόρατα κρατικά χρέη και οι «υποχρεώσεις» του προϋπολογισμού στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, με επέκταση των διευκολύνσεων, των φοροαπαλλαγών και των άλλων προνομίων.
Ενώ οι φόροι γονατίζουν τον λαό, μαζί με την ακρίβεια, οι κρατικές δαπάνες στο 7μηνο μειώθηκαν κατά 500 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι. Τι σημαίνει αυτό; Οτι στο όνομα των «πρωτογενών πλεονασμάτων» ο λαός θα βάλει πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, υποδομές. Το «τσεκούρι» ακόμα και στα ελάχιστα που δαπανά το κράτος για τις στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες είναι η άλλη όψη της στήριξης που δίνει στα κέρδη των μονοπωλίων και της φοροεπιδρομής που κλιμακώνει στο τσακισμένο λαϊκό εισόδημα.
Μέσα σε μια τετραετία (2020 – 2023) ο φόρος εισοδήματος αυξήθηκε κατά 41% (!), σε εντελώς αντίθετη πορεία με την κατρακύλα του λαϊκού εισοδήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αύξηση των φόρων είναι 4 φορές μεγαλύτερη από την υποτιθέμενη αύξηση του μεικτού εισοδήματος (περίπου 11%) που παρουσιάζει η κυβέρνηση για την ίδια περίοδο, με πολλές στατιστικές αλχημείες και μαγειρέματα.
Την ίδια ακριβώς ώρα, το κράτος και η κυβέρνηση:
Απορρίπτουν ως …δημοσιονομικά ανεπίτρεπτο το αίτημα για κατάργηση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και στην Ενέργεια, κατάργηση των ειδικών φόρων στα καύσιμα και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να πάρουν τα λαϊκά νοικοκυριά μια ανάσα από την ακρίβεια και τις ανατιμήσεις που σαρακοτρώνε το εισόδημά τους.
Στηρίζουν με όλα τα μέτρα την εργοδοσία που επιτίθεται στους μισθούς για να κατοχυρώσει και να επεκτείνει την υψηλή κερδοφορία της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο νόμος Βρούτση – Αχτσιόγλου, που θα γίνει ακόμα χειρότερος με τη νέα χρονιά και θα προσαρμόζει σχεδόν αυτόματα τον κατώτατο μισθό στις «αντοχές της οικονομίας», με βασικό κριτήριο τον «δείκτη παραγωγικότητας».
Η συναίνεση των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.ά. στην πολιτική των πρωτογενών πλεονασμάτων, της δημοσιονομικής σταθερότητας και της στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, είναι ο «άσος στο μανίκι» κυβέρνησης και εργοδοσίας για να κλιμακώνουν την επίθεση στον λαό.