Ρεύμα: Κίνδυνο αστάθειας εξαιτίας των ΑΠΕ
Ανέτοιμοι είμαστε απέναντι στη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ, με κρίσιμο διακύβευμα την ευστάθεια του Συστήματος ηλεκτρισμού της χώρας. Γιατί λείπουν οι υποδομές, οι κανόνες και τα κατάλληλα εργαλεία που θα επιτρέψουν θεσμικά στον ΑΔΜΗΕ, σε συνεργασία με τον ΔΕΔΔΗΕ, να διαχειριστούν τη «στοχαστικότητα» της όλο και αυξανόμενης πράσινης παραγωγής στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα, χωρίς την απειλή να «πέσει» το Σύστημα.
Οι ελλείψεις αυτές επιδεινώνονται εξαιτίας της μειωμένης κατανάλωσης ηλεκτρισμού, που παρατηρείται από πέρυσι, ως συνέπεια της ενεργειακής κρίσης αλλά και της επιδίωξης της ίδιας της χώρας, που συμπορεύεται με τους ευρωπαϊκούς στόχους. Έτσι, έχει συμβεί σε αρκετές περιπτώσεις ως τώρα να υπάρχει πλεόνασμα παραγωγής από ΑΠΕ, που μπαίνουν κατά προτεραιότητα στο Σύστημα, και από την άλλη, μειωμένη ζήτηση, με συνέπεια να περιορίζεται ο ηλεκτρικός χώρος για θερμικές μονάδες, ακόμη και για τις πολύτιμες εφεδρείες, που λειτουργούν ως back up.
Για να μπορέσει μία θερμική μονάδα να καλύψει οποιοδήποτε κενό παραγωγής, θα πρέπει να είναι ήδη στο Σύστημα, λειτουργώντας σε επίπεδα φόρτισης μεγαλύτερα ενός ελάχιστου ορίου (το λεγόμενο, τεχνικό ελάχιστο), για να αποδώσει άμεσα εφεδρεία, αυξάνοντας την παραγωγή της. Αν είναι «σβηστή», θα χρειαστεί τουλάχιστον μία ώρα για να «ανάψει», οπότε το παιχνίδι έχει χαθεί.
Με δεδομένο το γεγονός ότι η ευστάθεια των Συστημάτων Ηλεκτρικής Ενέργειας απαιτεί τη συνεχή διατήρηση του ισοζυγίου παραγωγής και κατανάλωσης, με άλλα λόγια, η παραγωγή πρέπει να είναι ίση κάθε στιγμή με τη ζήτηση, συνυπολογιζόμενου και του διασυνοριακού εμπορίου, εάν η ενέργεια από ΑΠΕ εκλείψει λόγω απότομης μεταβολής του καιρού (εξού και η στοχαστικότητά τους) και δεν υπάρχει ικανός αριθμός μονάδων βάσης (φυσικού αερίου και λιγνιτικές) για εφεδρεία, τότε ο κίνδυνος να διαταραχθεί η ευστάθεια του Συστήματος γίνεται ορατός, με ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Συν τοις άλλοις, με τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ παρατηρείται η εμφάνιση εντονότερων διακυμάνσεων στη συχνότητα και υψηλές τάσεις, φαινόμενα που δεν είναι μόνον ελληνικά αλλά και διεθνή, από τη στιγμή που αποσύρονται οι συμβατικές μονάδες και αντικαθίστανται από ΑΠΕ.
Μερικά νούμερα για την απεικόνιση της κατάστασης είναι εύγλωττα. Το 2022 η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας ανήλθε κατά μέσο όρο σε 5.800 MW (ή 5,8 GW). Η εγκατεστημένη ισχύς μονάδων ΑΠΕ, εκτός των υδροηλεκτρικών, ξεπέρασε τα 10 GW (4,5 GW από αιολικά, 5,5 GW από φωτοβολταϊκά και περίπου 0,6 GW από άλλες τεχνολογίες ΑΠΕ). Η συνεισφορά των μονάδων ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα ανήλθε σε 40%, που φθάνει το 45% αν προστεθούν και τα νερά.
Να σημειωθεί ένα ακόμη πρόβλημα. Στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ (χαμηλή και μέση τάση) είναι συνδεδεμένα περί τα 6 GW διεσπαρμένα μικρά φωτοβολταϊκά και λίγα αιολικά, τα οποία δεν έχει δυνατότητα να «βλέπει» ο Διαχειριστής, δεν υπάρχουν τα κατάλληλα συστήματα ακόμη, ούτε να ελέγχει ο ΑΔΜΗΕ. Συνιστούν τη μεγαλύτερη έγχυση ΑΠΕ και μπαίνουν ανεξέλεγκτα στο Σύστημα, χωρίς να μπορεί ο ΔΕΔΔΗΕ να τα «κόβει».
Με αυτά τα δεδομένα, ο ΑΔΜΗΕ, ως αρμόδιος Διαχειριστής του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας, φαίνεται ότι από πέρσι υποχρεώνεται σε ασκήσεις ισορροπίας τρόμου, προκειμένου να κρατήσει αλώβητη την ευστάθεια του Συστήματος. Η «εισβολή» των ΑΠΕ στο Σύστημα είναι όλο και πιο συχνή τους τελευταίους μήνες και αναμένεται να παγιωθεί στα επόμενα χρόνια, όσο θα προστίθεται πράσινη ενέργεια. Βλέπουμε, ουσιαστικά, εικόνες του μέλλοντός μας, που δεν έχουμε σχεδιάσει, όμως, πώς θα αντιμετωπίσουμε.
Ο αντιπρόεδρος και γενικός διευθυντής του ΑΔΜΗΕ Γιάννης Μάργαρης, μιλώντας στο Euro2day.gr, επισημαίνει την ανάγκη «η περαιτέρω επέκταση της εγκατάστασης και σύνδεσης των ΑΠΕ, τόσο στο δίκτυο Διανομής όσο και στο Σύστημα, να γίνει με προϋπόθεση τη δυνατότητα ελέγχου της παραγωγής τους, ώστε η λειτουργία τους να συμμορφώνεται με τα κριτήρια ασφαλείας του Συστήματος και τους κανόνες συμμετοχής τους στην Αγορά».
Λέει, δηλαδή, με απλά λόγια, ότι η διείσδυση των ΑΠΕ στο Σύστημα πρέπει να γίνεται με μέτρο και όχι άναρχα, μέχρις ότου να συμβαδίζει με τις αναγκαίες υποδομές, την απόκτηση των κατάλληλων εργαλείων και τη συμπλήρωση των κανόνων.
Παραλείψεις και υστερήσεις
Ο ΑΔΜΗΕ έχει τη δυνατότητα να περικόπτει φορτία, αν παραστεί ανάγκη, βάσει του ισχύοντος Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος. Και το έχει πράξει ως τώρα αρκετές φορές, για να κρατήσει το Σύστημα. Η αγορά των ΑΠΕ, βέβαια, σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, εκφράζει παράπονα «για ανισότιμες περικοπές», γιατί χάνει έσοδα και γιατί αυτές οι περικοπές γίνονται σε επιβαρυμένες περιοχές, όπως η Εύβοια.
Ένα μέτρο του… πράσινου μέλλοντός μας, αλλά και για τις παρούσες συνθήκες της μειωμένης κατανάλωσης ηλεκτρικού, θεωρείται από την αγορά η θεσμοθέτηση των περικοπών, με τη συναίνεση των παραγωγών, που θα δεσμεύονται έτσι για την υλοποίησή τους.
Πέρυσι το καλοκαίρι ψηφίστηκε νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σύμφωνα με την οποία δίνεται το δικαίωμα στον ΑΔΜΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ να περικόπτουν από κάθε σταθμό ΑΠΕ παραγωγή που δεν θα υπερβαίνει σε ετήσια βάση το 5%, όταν το κρίνουν απαραίτητο για την ευστάθεια του Συστήματος. Ωστόσο, εκκρεμεί έκτοτε η έκδοση της συνοδευτικής υπουργικής απόφασης, όπως και η συνακόλουθη ρυθμιστική απόφαση της ΡΑΕ, για την εξειδίκευση του μέτρου. Το μόνο που έγινε, ήταν η δημόσια διαβούλευση των σχετικών εισηγήσεων του ΑΔΜΗΕ. Άρα, το μέτρο παραμένει στον αέρα. Επιπλέον, η αγορά το κρίνει ως ελλιπές, γιατί δεν προβλέπει την αποζημίωση των παραγωγών ΑΠΕ, για τον περιορισμό της έγχυσης πράσινης ενέργειας στο Σύστημα.
«Η αξιοποίηση των περιορισμών των ΑΠΕ όταν αυτό απαιτείται», λέει ο κ. Μάργαρης, «είναι σίγουρα ένα εργαλείο που θα φανεί χρήσιμο, όσο προχωράμε σε υψηλότερα επίπεδα διείσδυσης ΑΠΕ. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται και από τη διεθνή εμπειρία αγορών που είχαν φτάσει νωρίτερα σε υψηλές διεισδύσεις ΑΠΕ στο μείγμα τους».
Ο ίδιος επισημαίνει και τον σημαντικό ρόλο της αποθήκευσης για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις από τη μεγάλη συμμετοχή των ΑΠΕ. «Πρέπει να υλοποιηθεί μαζικά και έγκαιρα, προκειμένου να συμβάλει και αυτή στην καλύτερη διαχείριση της λειτουργίας των ΑΠΕ, αλλά και στην καλύτερη διαχείριση της πλεονάζουσας παραγωγής, τις ώρες που υπερκαλύπτεται η ζήτηση».
Σε αυτό το πλαίσιο, προσθέτει ο κ. Μάργαρης, «καθίσταται επίκαιρη η πρόταση του ΑΔΜΗΕ για ανάπτυξη μονάδας αποθήκευσης από τον Διαχειριστή (Storage as Transmission), όπως αυτή τη στιγμή συμβαίνει σε χώρες όπως η Γερμανία (Grid Booster Project), που σκοπό θα έχει τη βέλτιστη δυνατή λειτουργία του Συστήματος και την ασφάλεια τροφοδοσίας σε συνθήκες αυξημένης παραγωγής ΑΠΕ και περιορισμένης κατανάλωσης».
Σημαντικό ρόλο, επίσης, εκτιμά ότι έχουν και οι διεθνείς διασυνδέσεις, στον βαθμό που μπορούν να αξιοποιηθούν για εξαγωγές, όταν αυτό το επιτρέπουν οι τιμές και τα προγράμματα της αγοράς.
Ακόμη, ο ΔΕΔΔΗΕ θα πρέπει, λέει ο κ. Μάργαρης, να επιταχύνει την ανάπτυξη των απαραίτητων υποδομών, για τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους των ΑΠΕ που συνδέονται στο δίκτυο διανομής.
Και καταλήγει με τους σχεδιασμούς του ΑΔΜΗΕ. «Ο Διαχειριστής έχει ξεκινήσει την υλοποίηση του Προγράμματος Έργων Ενεργειακής Μετάβασης, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα της Ελλάδας. Το Πρόγραμμα περιλαμβάνει θέματα που αφορούν σε αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας σε περιόδους χαμηλών φορτίων, τροποποιήσεις στη διαχείριση παραγωγής από μονάδες ΑΠΕ μέσω Αγοράς, ενίσχυση της αντιστάθμισης αέργου ισχύος για τη βελτίωση των τάσεων, ανάπτυξη νέων υποδομών των Κέντρων Ελέγχου Ενέργειας για ΑΠΕ, κ.λπ. Τα θέματα αυτά και οι προκλήσεις είναι κοινές σε όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή Συστήματα που έχουν σημαντικές διεισδύσεις ΑΠΕ (50% και άνω) και δεν αποτελούν ιδιαιτερότητα του ελληνικού Συστήματος. Η ενεργειακή μετάβαση είναι πλέον πραγματικότητα και στην Ελλάδα».
Κινητοποίηση
Την κινητοποίηση της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσεων προκαλεί το «καμπανάκι» του ΑΔΜΗΕ για την ευστάθεια του ηλεκτρικού Συστήματος της χώρας. Ο επικεφαλής της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσεων και αντιπρόεδρος της ΡΑΕ Δημήτρης Φούρλαρης συγκαλεί για αύριο, Παρασκευή, έκτακτη σύσκεψη, στις 11 το πρωί, στην οποία κλήθηκαν να πάρουν μέρος ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΔΔΗΕ, προκειμένου να αξιολογηθεί αν πράγματι διαγράφεται κίνδυνος διατάραξης του Συστήματος εξαιτίας της μεγάλης διείσδυσης των ΑΠΕ.