Πλειστηριασμοί: Χαμός στον Άρειο Πάγο. Υπέρ των funds τάχθηκε ο εισαγγελέας
Πλειστηριασμοί: Στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κρίνεται σήμερα Πέμπτη 26 Ιανουαρίου η νομιμότητα η μη των servicers να διενεργούν πλειστηριασμούς και κυρίως η τύχη 700.000 δανειοληπτών που τα κόκκινα ενυπόθηκα δάνειά τους πουλήθηκαν από τις τράπεζες σε ξένα funds στο 6% – 8% της αξίας τους και τώρα κινδυνεύουν να χάσουν τα πάντα αναλόγως της απόφασης του πιστωτή, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις δεν τους υποβάλλει καν πρόταση ρύθμισης του χρέους τους.
Στο επίκεντρο της σημερινής συνεδρίασης βρίσκεται συγκεκριμένα η απόφαση 822/22, που εκδόθηκε από τμήμα του Άρειου Πάγου πριν τρεις μήνες, επικυρώνοντας ανάλογες αποφάσεις εφετείων που είχαν προηγηθεί η οποία έκρινε ότι οι servicers που διαχειρίζονται κόκκινα ενυπόθηκα δάνεια τα οποία απέκτησαν ξένα funds με βάση το νόμο του 2003, δεν έχουν το δικαίωμα βάσει του συγκεκριμένου νόμου να προχωρούν σε πλειστηριασμούς και άλλα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των δανειοληπτών.
Να προσθέσουμε ότι τράπεζες, funds και servicers προτίμησαν οι ίδιες τον νόμο του 2003 καθώς τους έδινε απεριόριστη ελευθερία κινήσεων και αυθαιρεσιών, μη επιβάλλοντάς τους να υποβάλουν αιτιολογημένη πρόταση ρύθμισης στους δανειολήπτες όπως έκανε ο μεταγενέστερος νόμος του 2015 αλλά κι επειδή αυτός ο νόμος ορίζει ότι πως ό,τι βγάλουν από τη διαχείριση των κόκκινων δανείων (που αγοράζουν στο 8% της απαίτησης αλλά μέσω ενός πλειστηριασμού μπορεί να εισπράξουν έως και το 100% της απαίτησης) είναι καθαρό αφορολόγητο κέρδος.
Να υπενθυμίσουμε ότι η απόφαση 822/22 του Αρείου Πάγου που εκδόθηκε τον περασμένο Οκτώβριο και χρησιμοποιήθηκε το τελευταίο τρίμηνο ως νομολογία από πολλά κατώτερα δικαστήρια για να εκδώσουν αποφάσεις υπέρ των δανειοληπτών καίει όχι μόνο τους servicers αλλά και την κυβέρνηση. Αυτό συμβαίνει επειδή οι εισπρακτικοί στόχοι των servicers είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με την τύχη των εγγυήσεων του προγράμματος εγγυήσεων «Ηρακλής», ύψους έως 20 δισ. ευρώ, άρα αν οι servicers δεν εμφανίσουν συγκεκριμένα έσοδα που έχουν προϋπολογίσει μέσω των πλειστηριασμών, οι εγγυήσεις του «Ηρακλή» καταπίπτουν και προσμετρώνται στο δημόσιο χρέος. Αν συμβεί αυτό, η χώρα δεν έχει καμία πιθανότητα να πάρει την επενδυτική βαθμίδα σε σύντομο χρονικό διάστημα – ενώ αυτό αποτελεί δεδηλωμένο προεκλογικό στόχο της κυβέρνησης.
Για το λόγο αυτό τις τελευταίες μέρες, κυβερνητικές και τραπεζικές πηγές διέρρεαν προς διάφορες κατευθύνσεις ότι η εισήγηση προς την Ολομέλεια θα ήταν θετική υπέρ των θέσεων των τραπεζών και κατά των δανειοληπτών, προδιαγράφοντας την απόφαση, ενώ όπως μας ενημέρωσε μιλώντας στο Documento, o δικηγόρος Αντώνης Μαρκούλης που αν και ο ίδιος από το Δικηγορικό Σύλλογο της Βέροιας εκπροσώπησε το Δικηγορικό Σύλλογο Αιγίου στην πρόσθετη παρέμβασή του υπέρ των δανειοληπτών, κατά την ακροαματική διαδικασία που ολοκληρώθηκε γύρω στις 12.30 μ.μ. η πρόταση του εισαγγελέα ήταν υπέρ της ακύρωσης της απόφασης 822/22 και υπέρ των servicers και των τραπεζών.
Ας σημειωθεί ότι η διαδικασία είχε αρχίσει από τις 10 το πρωί και παρά την καταρρακτώδη βροχή το κτίριο του ανωτάτου δικαστηρίου παρέμεινε επί δύο ώρες πολιορκημένο από τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΜΕ, αριστερές συλλογικότητες καθώς και συλλόγους δανειοληπτών που βρέθηκαν εκεί για να εκφράσουν τη φωνή της κοινωνίας, διεκδικώντας την κατάργηση του Πτωχευτικού της ΝΔ και τη δημιουργία πλαισίου πρώτης κατοικίας, καθώς και μια οριστική και βιώσιμη λύση στο πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους.
Παρέμβαση του ΔΣΑ
Για το ζήτημα πραγματοποίησε παρέμβαση υπέρ των δανειοληπτών και κατά των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds) και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση του ΔΣΑ, «αναπτύχθηκε τεκμηριωμένα ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντίθετα από τη μέχρι τώρα πρακτική των Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.), οι τελευταίες δεν διαθέτουν κατά νόμο κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση για την άσκηση διαδικαστικών εν γένει πράξεων (έκδοση διαταγής πληρωμής, επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης κλπ), στις περιπτώσεις που η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η αντίστοιχη ανάθεση της διαχείρισης προς αυτές γίνεται με βάση τις διατάξεις για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων του Ν. 3156/2003».