Πάνε για κέρδη μαμούθ οι ελληνικές τράπεζες: 6 δις καθαρά έσοδα στο 9μηνο!

Πάνε για κέρδη μαμούθ οι ελληνικές τράπεζες: 6 δις καθαρά έσοδα στο 9μηνο!
65 / 100

Τράπεζες: Βλέπουν κέρδη 4 δισ. στο τέλος του 2023

Θετικοί παραμένουν οι οιωνοί για την κερδοφορία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, στο σημερινό περιβάλλον ακριβού χρήματος στη ζώνη του ευρώ. Βασικός καταλύτης της βελτίωσης των αποτελεσμάτων αποτελεί η διευρυνόμενη από τρίμηνο σε τρίμηνο διαφορά μεταξύ των επιτοκίων σε καταθέσεις και δάνεια, η οποία οδηγεί σε ολοένα και υψηλότερα επίπεδα τα οργανικά έσοδα.

Ταυτόχρονα, τα κόστη, τόσο τα λειτουργικά, όσο και εκείνα που σχετίζονται με τον πιστωτικό κίνδυνο, παραμένουν υπό απόλυτο έλεγχο, κόντρα στον πληθωρισμό και στις διαδοχικές αυξήσεις των δόσεων στα υφιστάμενα υπόλοιπα.

Υπενθυμίζεται ότι στο α΄ εξάμηνο του 2023 οι τέσσερις μεγάλοι του κλάδου, Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς εμφάνισαν καθαρά έσοδα από τόκους 3,9 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο σε ετήσια βάση κατά 60%.

Καθαρά έσοδα 6 δισ. ευρώ
Σύμφωνα με αναλυτές η εικόνα από αυτό το μέτωπο θα είναι βελτιωμένη στο γ΄ τρίμηνο της τρέχουσας χρήσης, ανεβάζοντας το καθαρό επιτοκιακό εισόδημα στη ζώνη των 6 δισ. ευρώ, για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου.

Με αυτά τα δεδομένα, τονίζουν οι ίδιοι κύκλοι, στο πιο πιθανό σενάριο, η χρονιά θα κλείσει για τους συστημικούς ομίλους με καθαρά κέρδη που θα προσεγγίσουν τα 4 δισ. ευρώ.

Όπως σημειώνουν, σε Εθνική Τράπεζα και Eurobank θα υπερβούν τα 1 δισ. ευρώ, ενώ λίγο χαμηλότερα από αυτά τα επίπεδα θα κινηθούν σε Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς.

Πρόκειται για μία εντυπωσιακή επίδοση, καθώς δίχως τα έκτακτα αποτελέσματα των 1,9 δισ. ευρώ που σημειώθηκαν το 2022, η εφετινή κερδοφορία θα είναι υψηλότερη κατά 8% περίπου.

Οι καταλύτες
Αναμφίβολα καταλύτης για την ενίσχυση των μεγεθών των τραπεζών αποτελεί η επιτοκιακή πολιτική που ακολουθούν.

Από τη μία πλευρά στα δάνεια, με εξαίρεση τις ενήμερες χορηγήσεις της στεγαστικής πίστης, οι αναπροσαρμογές των επιτοκίων γίνονται αυτόματα, καθώς τα περισσότερα, σε ποσοστό άνω του 90%, είναι συνδεδεμένα με τους διατραπεζικούς δείκτες euribor.

Την ίδια στιγμή η αύξηση των αποδόσεων στις καταθέσεις είναι υποπολλαπλάσια, περιορίζοντας την άνοδο των εξόδων για τόκους.

Τα στοιχεία της ΤτΕ
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στο σύνολο των υφιστάμενων καταθέσεων έχει ενισχυθεί κατά μόλις 40 μονάδες βάσης το τελευταίο δωδεκάμηνο, από το 0,3% στο 0,43%.

Μπορεί οι αποδόσεις στους λογαριασμούς προθεσμίας να έχουν διαμορφωθεί πλέον στο 1,50% για ιδιώτες και στο 2,65% για μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, ωστόσο στα προϊόντα ανοιχτής ζήτησης παραμένουν ελάχιστες μονάδες πάνω από το 0% (0,03%).

Επίσης είναι εξαιρετικά αργή η μεταφορά αποταμιεύσεων από το σχεδόν άτοκο ταμιευτήριο σε λογαριασμούς προθεσμίας, που αντιπροσωπεύουν μόλις το 24% της καταθετικής βάσης έναντι 17% στο τέλος του 2022.

Στον αντίποδα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στο σύνολο των δανείων έχει αυξηθεί κατά 264 μονάδες βάσης ή 42% σε σχέση με την περίοδο πριν την έναρξη του κύκλου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ.

Δηλαδή η άνοδος του κόστους στα δάνεια είναι κατά μέσο όρο 6,5 φορές υψηλότερη από την ενίσχυση του μέσου επιτοκίου στις καταθέσεις.

Τα επόμενα τρίμηνα
Σύμφωνα με χρηματιστηριακά γραφεία, η μεγάλη εικόνα δεν θα αλλάξει μέχρι να ξεκινήσει η αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού στην ευρωζώνη, η οποία δεν αναμένεται πριν το καλοκαίρι του 2024.

Ενδεχομένως να υπάρξουν κάποιες περαιτέρω αυξήσεις στα προθεσμιακά επιτόκια, ωστόσο με δεδομένα τα υψηλά αποθέματα ρευστότητας οι σχετικές κινήσεις θα είναι περιορισμένης κλίμακας.

Εκτός κι αν καταγραφεί μαζική στροφή των καταθετών σε άλλες μορφές επένδυσης, σενάριο που δεν είναι πιθανό.

Από την άλλη, ενδεχόμενη πίεση στα έσοδα από τόκους μπορεί να προκαλέσει η αύξηση των αιτημάτων για μείωση των spreads που εφαρμόζονται στα υφιστάμενα δάνεια.

Εξάλλου, δεν μπορεί να αποκλειστεί μία συρρίκνωση των περιθωρίων κέρδους και στις νέες χορηγήσεις, με στόχο την ενίσχυση της ζήτησης, η οποία ειδικά στα δάνεια λιανικής τραπεζικής έχει συρρικνωθεί σημαντικά.

Τέλος, πίεση στα αποτελέσματα θα προκαλούσε μία άνοδος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ειδικά μετά τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές.

Ωστόσο, τραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι τα σχετικά μεγέθη είναι μικρά για να οδηγήσουν σε υπέρμετρη αύξηση των προβλέψεων.

Τονίζουν δε πως στα υπόλοιπα δάνεια η πορεία των εισπράξεων είναι εντυπωσιακά καλή, παρά τις μεγάλες αυξήσεις στα επιτόκια από το δ΄ τρίμηνο του 2022 μέχρι σήμερα, με τους οφειλέτες να παραμένουν στην συντριπτική τους πλειονότητα συνεπείς στην αποπληρωμή των υψηλότερων δόσεών τους.

ΠΗΓΗ