Λαϊκά ομόλογα: Η πρώτη ανάγνωση
Αν και υπάρχουν αρκετά σημαντικά στοιχεία που θα πρέπει να διευκρινιστούν σχετικά με την πρόθεση της κυβέρνησης να επανεκδώσει «λαϊκά κρατικά ομόλογα», από αυτά που μέχρι σήμερα έχουν επικοινωνηθεί μπορούν να προκύψουν ορισμένα συμπεράσματα:
Πρώτον, οι τράπεζες δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε για τη ρευστότητά τους και αυτό γιατί τα λιμνάζουσα διαθέσιμά τους είναι πολλαπλάσια από τα ποσά που ενδεχομένως να αντληθούν μέσω των λαϊκών ομολόγων.
Δεύτερον, στο βαθμό που οι εκδόσεις των «λαϊκών ομολόγων» θα είναι όπως λέγεται περιορισμένες, δεν αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντική άνοδο τα επιτόκια των καταθέσεων, ενώ παράλληλα θα ωφελήσουν τα οικονομικά των τραπεζών, λόγω των προμηθειών που θα εισπράττουν οι τελευταίες από τη διάθεση των ομολόγων.
Τρίτον, τα «λαϊκά ομόλογα» θα απευθύνεται στην πράξη στις «μικροαποταμιευτές» καθώς οι υπόλοιποι έχουν τη δυνατότητα σήμερα να καρπωθούν σημαντικές αποδόσεις μέσω, για παράδειγμα, της συμμετοχής τους στις εκδόσεις Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου, ή μέσω μεριδίων Α/Κ συγκεκριμένης διάρκειας και ετήσιου μερίσματος. Ωστόσο, ακόμη και για τους «μικροαποταμιευτές» υπάρχουν και σήμερα εναλλακτικές λύσεις (με κάποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις), όπως τα Α/Κ που επενδύουν σε βραχυπρόθεσμους τίτλους, τα εταιρικά ομόλογα μέσω του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, κ.λπ.
Και τέταρτον, θα παίξει σημαντικό ρόλο, η χρονική διάρκεια αυτών των «λαϊκών ομολόγων». Θα αφορούν τίτλους διάρκειας κάποιων μηνών έως δύο ετών, ή μακροπρόθεσμες επενδύσεις; Αν πρόκειται για μακροπρόθεσμες επενδύσεις, τότε κανείς δεν μπορεί να υποσχεθεί αποδόσεις υψηλότερες του πληθωρισμού, κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για πλήρη απουσία επενδυτικού ρίσκου και κυρίως πολλοί μπορούν να αναρωτηθούν πώς οι «μικροαποταμιευτές» θα έχουν τη δυνατότητα να δεσμεύσουν ουσιαστικά τα χρήματά τους (διαφορετικά είναι πιθανόν να υποστούν απώλειες) για τρία, πέντε, ή επτά χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση, δεν έχουμε παρά να περιμένουμε να δούμε την τελική μορφή των συγκεκριμένων επενδύσεων.