Ολοκληρώνεται η δημόσια διαβούλευση νομοσχεδίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων με την ονομασία: «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 «σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ», ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, ρυθμιστικό πλαίσιο για την παλαίωση οίνων και άλλες επείγουσες διατάξεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης»
Γράφει ο Λεωνίδας Στάμος, Αντιπρόεδρος της Υπερβάσης
Σύμφωνα με την «Ανάλυση συνεπειών ρύθμισης» που συνοδεύει το νομοσχέδιο, με το Μέρος Α΄ ενσωματώνεται η Οδηγία 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 «σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ» (L 409) και καταργείται το άρθρο 10 του ν. 2251/1994 (Α’ 191), περί συλλογικών αγωγών, με το δε Μέρος Β΄ εισάγονται συμπληρωματικές διατάξεις για την προστασία των καταναλωτών.
Εκ των συμπληρωματικών διατάξεων για την προστασία των καταναλωτών, με το άρθρο 22 του νομοσχεδίου, σκοπείται (θεωρητικά μόνον) η προστασία του καταναλωτή σε περίπτωση περιπτώσεων «phishing», δηλαδή πρακτικών εξαπάτησης (με πλαστές ιστοσελίδες, ηλεκτρονικά μηνύματα ή ειδοποιήσεις), με τις οποίες οι δράστες πληροφορούνται ή υφαρπάζουν τους μυστικούς κωδικούς («ΡΙΝ», «ΤΑΝ») των καταναλωτών για διαδικτυακές συναλλαγές και μεταφορές χρημάτων (ίδετε σελ. 10 «Ανάλυση συνέπειων ρύθμισης»). Μάλιστα, κατά την «Ανάλυση συνέπειων ρύθμισης» (άλλως αιτιολογική του νόμου έκθεση), η προτεινόμενη τροποποίηση επιτρέπει στα κράτη-μέλη να περιορίσουν το όριο της ευθύνης του πληρωτή σε περίπτωση που δεν υφίσταται δόλος/πρόθεση, καθιστώντας δυνατό τον νομοθετικό περιορισμό της ευθύνης του πληρωτή σε περίπτωση βαριάς αμέλειας, το οποίο ωστόσο δεν επιλέχθηκε στον ν. 4537/2018 (Α’ 84).
Κατά το υφιστάμενο τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν.4537/2018 «Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, εφόσον οι ζημίες αυτές οφείλονται είτε σε δόλο είτε στη μη τήρηση μιας ή περισσοτέρων από τις υποχρεώσεις που έχει, σύμφωνα με το άρθρο 69, από πρόθεση ή βαριά αμέλεια. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.»
Κατά την προτεινόμενη τροποποίηση με το άρθρο 22 του νομοσχεδίου «Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, που προξένησε από δόλο, καθώς για τη με δόλο αθέτηση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με το άρθρο 69. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Αν ο πληρωτής είναι καταναλωτής και εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια, ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε.»
Εκ των ανωτέρω με σαφήνεια προκύπτει ότι το υπάρχον νομοθετικό καθεστώς, είναι σαφώς προστατευτικότερο για τους καταναλωτές, οι οποίοι ευθύνονται μεν και πέραν των 1.000€, που η τροποποίηση εισάγει, αλλά για δόλο ή μη τήρηση της υποχρέωσης ειδοποίησης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή του φορέα που ο τελευταίος ορίζει, μόλις αντιληφθούν απώλεια, κλοπή, υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών, ή μη εγκεκριμένη χρήση του (άρθρο 69 ν. 4537/2018). Με την τροποποίηση, ο καταναλωτής ευθύνεται μεν μέχρι του ανώτατου ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ, η ευθύνη του όμως δεν περιορίζεται στην αθέτηση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με το άρθρο 69 αλλά γενικώς κι αορίστως «εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια.».
Δοθέντος δε ότι, οι καταναλωτές είναι αυτοί που κάνουν χρήση των χρεωστικών ή/και πιστωτικών καρτών τους στο διαδίκτυο. Ότι, για αγορές σε φυσικά καταστήματα πέραν των 1.000€, γίνεται τηλεφωνική ταυτοπροσωπία του πληρωτή από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή τον φορέα που ο τελευταίος ορίζει. Ότι, με την τροποποίηση, ανακοινώνεται ,ουσιαστικά, η έναρξη ευθύνης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (ή του φορέα που ο τελευταίος ορίζει) από το ποσό των 1.000€. Ότι, θεματοφύλακας των υπηρεσιών ηλεκτρονικών πληρωμών είναι, εξ επαγγέλματος, ο πάροχος αυτών, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι καταναλωτές δεν θα ωφεληθούν από τη νέα ρύθμιση αλλά οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών (ή οι φορείς που αυτοί ορίζουν), ήτοι οι επαγγελματίες που εκπροσωπούν τον θεσμοθετημένο αυτόν τρόπο πληρωμής.
Τέλος θα πρέπει να επισημανθεί ότι αν και η οδηγία 2015/2366/ΕΕ, συμπληρώνεται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/751, ο οποίος θέτει ανώτατο όριο για τις διατραπεζικές προμήθειες που χρεώνονται μεταξύ των τραπεζών για πράξεις πληρωμών με κάρτες σε ποσοστό 0,2% για τις χρεωστικές κάρτες (άρθρο 3 κανονισμού ΕΕ 2015/751) και 0,3% για τις πιστωτικές κάρτες (άρθρο 4 κανονισμού ΕΕ 2015/751), με τον νόμο 4537/2018 (Α΄ 84/15.5.2018) ενσωματώθηκε μόνον η ως άνω Οδηγία χωρίς τον ως άνω Κανονισμό.