Η Ελλάδα πάντως “ΠΩΛΕΙΤΑΙ”
Από 75.000 το 2020 στις 150.000 πάνε το 2023 οι “επενδύσεις” για αγορές ακινήτων. Ας τις “χαιρόμαστε” μιας και από τις άλλες, δεν θα δούμε τίποτε…
Πόσα φέρνουν αυτές οι “επενδύσεις”, που είναι και οι μοναδικές από την χρεοκοπία του 2008 και της εποχής των μνημονίων του 2011 και μετά;
Η αγορά υπολογίζει πως στο τέλος του 2023 θα έχουν φέρει στους πωλητές ίσως και 2 δισ. ευρώ. Και στο κράτος (μέσω της γνωστής βιομηχανίας φοροεισπράξεων) κοντά στα 400 εκατ. από φόρους μεταβίβασης.
Ποιος είναι ο κερδισμένος από αυτές τις “επενδύσεις”;
Κατά τη δική μας γνώμη, προσώρας, κυρίως το κράτος που μαζεύει απρόσμενο χρήμα, για να μπορούν οι κυβερνήσεις να παρουσιάζονται και ως κράτος- πατερούλης…
Παράλληλα και οι πωλητές βέβαια, που δεν θα είχαν ευκαιρία να δώσουν τόσο ακριβά τα φιλέτα οικόπεδα τους, τις εκτάσεις τους και τα πολυτελή σπίτια και τις επαύλεις τους (στα νησιά και στην υπόλοιπη τουριστική Ελλάδα) αν η συγκυρία δεν έφερνε τα πάνω κάτω και στην αγορά των ακινήτων μας, προς όφελος τους.
Ποια είναι η συγκυρία;
Θα μπορούσαμε να τα βάλουμε την πανδημία και στην συνέχεια την ενεργειακή κρίση μαζί με τις αναταράξεις στις οικονομίες και της ευρωζώνης.
Αλλά αυτό το φαινόμενο του σκοτωμού των ξένων να αγοράσουν Ελλάδα μέσω των ευκαιριών του θεσμού της “χρυσής βίζας”, (κυρίως για μεταπώληση των αποκτημάτων τους) δεν ήταν στις προβλέψεις κανενός.
Αποτέλεσμα η απρόσμενη και από την ίδια την αγορά εκτίναξη των τιμών που έδωσε τη δυνατότητα να αλλάξουν χέρια τόσα ακίνητα και τόσες περιουσίες που κανείς δεν το περίμενε.
Περιουσίες ακόμη και ξεχωριστής ιστορικής σημασίας για την οικονομία μας. Δεν είναι της στιγμής να πάμε σε μεγαλύτερο βάθος…
Ποιος όμως είναι ο λόγος να στεκόμαστε στο σημερινό σημείωμα μας τόσο πολύ στις αγοραπωλησίες των ακινήτων όταν από την άλλη και οι γονικές παροχές και οι κληρονομιές εκεί κινούνται (στις 100.000 πράξεις και ίσως και παραπάνω) πράγμα που ενισχύει την άποψη για την προοπτική ότι από το 2025 και μετά (τότε θα καταλαγιάσει και η σημερινή ασυγκράτητη ένταση, όπως λέει και η αγορά) μοιάζει να έχουμε εκκίνηση της φάσης των μεταπωλήσεων.
Στεκόμαστε και θα στεκόμαστε όσο η αποεπένδυση (που πήρε διαστάσεις μετά το 1985) δεν πρόκειται να ανακοπεί και ότι λέγεται αναπτυξιακή πολιτική συνεχίζει να μετουσιώνεται σε πράξη μόνο με τις γνωστές τακτικές πλήρους ανάμειξης της πολιτικής στην οικονομία. Με συνέπεια να την κρατάει ως παραγωγή (κατά το 99%) σε επίπεδα και σχήματα που δεν επιτρέπουν στη χώρα μας να συμπεριλαμβάνεται στον στο στόχο της Ε.Ε. για συμμετοχή της ευρωπαϊκής βιομηχανίας στο 20% του ΑΕΠ της Ευρώπης.
Θα στεκόμαστε όσο η οικονομία παραμένει κλειστή χωρίς νέα εκβιομηχάνιση, χωρίς τις επενδύσεις 150 δις ευρώ (που έχει άμεση ανάγκη) χωρίς ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά, και τον κρατισμό να επιμένει στο επιχειρείν (απόδειξη η αποκρατικοποίηση που την πάγωσαν και με τον τουρισμό πρώτο πυλώνα πάνω και από την παραγωγή, ως ο κεντρικός στόχος της εκάστοτε οικονομικής μας πολιτικής.
Συνεπώς, πάντα κατά τη γνώμη μας, το θέμα δεν είναι ότι η Ελλάδα “ΠΩΛΕΙΤΑΙ” στο σύνολό της, μιας και το 1,5 δισ. ευρώ (τζίρος αγοραπωλησιών του 2023) θεωρούνται και επενδύσεις… Ούτε η βεβαιότατη μεταπώλησης των σημερινών αγορών στην επόμενη (βεβαία) φάση.
Το θέμα είναι αν κάποτε δούμε και από τις άλλες τις επενδύσεις… Εκείνες που συνοδεύονται από ανθρώπινες θέσεις εργασίας, από εξαγωγές, μείωση εισαγωγών και ανταγωνιστική την εγχώρια παραγωγής μας, που δυστυχώς (αντιθέτως προς τις προσδοκίες μας) μάλλον συρρικνώνεται σε δυναμικότητα, για να μην πούμε ότι και εξαφανίζεται…