Επιτόκια: «Καμπανάκι» για την ανάπτυξη, σε ασφυξία οι δανειολήπτες
Προκλήσεις για την οικονομική ανάπτυξη και τις αντοχές των δανειοληπτών προμηνύει η αταλάντευτη στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ως προς την αντιμετώπιση του πληθωρισμού που έχει γίνει “βραχνάς” για νοικοκυριά αλλά και κυβερνήσεις.
Σύμφωνα με την Christine Lagarde το κόστος δανεισμού θα παραμείνει αυξημένο για όσο χρονικό διάστημα χρειαστεί προκειμένου να τιθασευτούν οι τιμές καταναλωτή. Πρακτικά, τα ιστορικά υψηλά επιτόκια (4,5% στο βασικό επιτόκιο και 4% στο επιτόκιο καταθέσεων) θα διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το μήνυμα της σιδηράς κυρίας της ΕΚΤ ενώπιον των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για αυστηρή νομισματική πολιτική με στόχο ο πληθωρισμός να επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, έχει προκαλέσει ανησυχίες μετά την 10η συνεχή αύξηση των επιτοκίων του ευρώ στο 4%. Ο ανοδικός αυτός κύκλος φαίνεται να έφτασε στο τέλος του αλλά τα υψηλά επιτόκια θα έχουν μεγάλη διάρκεια στο χρόνο για να συνεισφέρουν στην επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο. Σύμφωνα με την κ. Lagarde, όσο πιο γρήγορα επιτευχθεί ο στόχος τόσο λιγότερο επώδυνο θα είναι το μέλλον για όσους επενδύουν και για όσους έχουν δανειστεί.
Στην Ελλάδα όσοι επενδύουν στρέφονται σε δανεισμό με ευνοϊκούς όρους στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και όσοι έχουν δανειστεί περιορίζουν ακόμη περισσότερο τις δαπάνες για να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες υποχρεώσεις. Ας σημειωθεί ότι ήδη καταγράφεται αποτύπωμα στην αγορά.
Με βάση τα πρόσφατα στοιχεία της ΤτΕ (1.9.2023) για τα επιτόκια καταθέσεων και δανείων τον Ιούλιο, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 39 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,21%.
Επίσης, ως αποτέλεσμα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής “φρενάρουν” και οι συμβάσεις νέων δανείων στον ιδιωτικό τομέα, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι διαπιστώνεται πολλές αιτήσεις για στεγαστικά να απορρίπτονται εξαιτίας της δυσανάλογης σχέσης των ποσών που αιτούνται υποψήφιοι δανειολήπτες και των εισοδημάτων που δηλώνουν.
Αυξάνεται επιπλέον η αγωνία για τους δανειολήπτες, ειδικά όσων έχουν ήδη στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Οι συνθήκες αναδύουν προκλήσεις και για τις τράπεζες. Σημειωτέον, έχουν “κλειδώσει” για ένα χρόνο τα επιτόκια της 31ης Μαρτίου σε ενήμερα στεγαστικά δάνεια ευάλωτων δανειοληπτών. Αυτό σημαίνει ότι οι όποιες αυξήσεις επιτοκίων έγιναν μετά από αυτή την ημερομηνία δεν εφαρμόζονται.
Κατά κανόνα όταν τα επιτόκια αυξάνονται, το κόστος των χρημάτων είναι υψηλότερο και οι δανειολήπτες πληρώνουν στις εμπορικές τράπεζες πιο ακριβά για νέα δάνεια ενώ ενδέχεται να περιορίζεται και το ποσό που μπορούν να δανειστούν. Προφανώς, ο αντίκτυπος στα υπάρχοντα δάνεια ποικίλλει ανάλογα με το αν το δάνειο έχει σταθερό ή κυμαινόμενο επιτόκιο.
Οι προκλήσεις δείχνουν σοβαρότερες εάν συνυπολογιστεί ότι μια σειρά από μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων αποσύρονται στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της Ευρώπης να αποφύγει αύξηση των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών πιέσεων.
Σύμφωνα δε με την κ. Lagarde οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να σχεδιαστούν ώστε να καταστήσουν την οικονομία της ζώνης του ευρώ πιο παραγωγική και να μειώσουν σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος δείχνοντας το δρόμο για συμφωνία μεταρρύθμισης του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ με ισχύ από το 2024.
Ο αντίκτυπος στις αγορές
Οι εξελίξεις φέρνουν εκτόξευση του δανεισμού στην ευρωζώνη, με ενίσχυση των ομολόγων. Η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου έφτασε στο υψηλότερο σημείο από το 2011. Η απόδοση αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης, στο 2,78%, σε συνέχεια και των στοιχείων του Ifo για το επιχειρηματικό κλίμα στη Γερμανία.
Εντωμεταξύ στην άλλη άκρη του Ατλαντικού η αμερικανική οικονομία δοκιμάζεται, με τους διεθνείς οίκους Fitch και Moody’s να προειδοποιούν για τριγμούς εάν το Κογκρέσο δεν παράσχει χρηματοδότηση για το νέο οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Οκτωβρίου.
Η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου έφτασε σε υψηλό 15ετίας στο 4,53% στον απόηχο των εκτιμήσεων στελεχών της Fed ότι η μάχη για να ελεγχθεί ο πληθωρισμός δεν έχει τελειώσει, παρά την απόφαση να διατηρηθούν σταθερά τα επιτόκια του δολαρίου στο εύρος 5,25% με 5,5%.
Οι αυξανόμενες αποδόσεις των ομολόγων ενίσχυσαν επίσης το δολάριο. Η ισοτιμία ευρώ/δολάριο EURUSD έπεσε κάτω από το 1,06.