ΕΚΤ: Πρόβλημα για τη Lagarde οι αποτυχημένες προβλέψεις

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα(ΕΚΤ) βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δύσκολη πράξη ισορροπίας την Πέμπτη, καθώς πιθανότατα θα υποβαθμίσει τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, ενώ παράλληλα θα προσπαθήσει να μετριάσει τις εικασίες για επικείμενες μειώσεις των επιτοκίων.
Η ΕΚΤ είναι βέβαιο ότι θα αφήσει το κόστος δανεισμού σε υψηλά επίπεδα ρεκόρ, με τη μόνη πιθανή αλλαγή πολιτικής να αφορά το τέλος του τελευταίου προγράμματος αγοράς ομολόγων που επιβίωσε – κληρονομιά της πανδημίας COVID-19, σύμφωνα με το Reuters.
Ωστόσο, η τελευταία συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας για φέτος κάθε άλλο παρά βαρετή θα είναι, με την πρόεδρο Christine Lagarde να δέχεται πιέσεις για να υπερασπιστεί ή να εγκαταλείψει την το guidance ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σταθερά για τα επόμενα δύο τρίμηνα.
Τι περιμένουν οι αναλυτές
Οι προσδοκίες των επενδυτών δείχνουν μια πρώτη μείωση των επιτοκίων την άνοιξη, η οποία μπορεί να καταστήσει την ΕΚΤ την πρώτη μεγάλη κεντρική τράπεζα που θα αντιστρέψει την πορεία της μετά από μια παγκόσμια, συντονισμένη προσπάθεια για τη μείωση του πληθωρισμού από τα μέσα του 2022.
Η Lagarde είναι πιθανό να αντιταχθεί στα στοιχήματα για μείωση των επιτοκίων, αφού χρειάστηκε ενάμιση χρόνο και 10 συνεχόμενες αυξήσεις για να οδηγήσει τον πληθωρισμό σε πειστική καθοδική πορεία.
“Αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα αναγνωρίσει ότι ο πληθωρισμός έχει μειωθεί ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν, αλλά θα είναι ντροπαλή ως προς το να κηρύξει τη νίκη πρόωρα”, δήλωσαν οικονομολόγοι της Deutsche Bank.
Η Fed έστειλε σήμα την Τετάρτη ότι το επόμενο έτος θα μειώσει τα επιτόκια, με τους αξιωματούχους να υποδεικνύουν έως και τρεις μειώσεις, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την όποια αντίδραση της ΕΚΤ.
Το ευρώ ενισχύεται πάνω από 1% έναντι του δολαρίου μετά το ήπιο σχόλιο της Fed και οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων αυξήθηκαν κατακόρυφα, με τις αγορές να τιμολογούν πλέον 155 μονάδες βάσης το 2024.
Πρόβλημα για τη Lagarde οι αποτυχημένες προβλέψεις
Οι επικαιροποιημένες οικονομικές προβλέψεις είναι πιθανό να ενισχύσουν τις εκτιμήσεις των αγορών για μια στροφή της ΕΚΤ, καθώς αναμένεται να δείξουν χαμηλότερο πληθωρισμό και ανάπτυξη, ιδίως για το 2024, φέρνοντάς τες πιο κοντά στις εκτιμήσεις της κοινής γνώμης.
Οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters βλέπουν τις τιμές καταναλωτή στην ευρωζώνη να αυξάνονται κατά 2,5% το 2024, 2,1% το 2025 και 2% το 2026 – πλησιάζοντας τον στόχο της ΕΚΤ μετά την υπέρμετρη αύξηση κατά 5,5% φέτος.
“Η Lagarde θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια δύσκολη εξισορρόπηση”, ανέφερε η UniCredit σε σημείωμά της.
Αλλά τα στοιχεία για τους μισθούς, που θα ανακοινωθούν στα τέλη της άνοιξης, θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση της πορείας των επιτοκίων, πρόσθεσε η UniCredit.
Το πρόβλημα για τη Lagarde και τους συναδέλφους της στο Διοικητικό Συμβούλιο είναι ότι οι προβλέψεις της ΕΚΤ έχουν συχνά πέσει έξω – με σημαντικότερο παράδειγμα το 2021, όταν η κεντρική τράπεζα απέτυχε να προβλέψει την έξαρση του πληθωρισμού.
“Με δεδομένο το ιστορικό των τελευταίων ετών, η κεντρική τράπεζα απλά δεν έχει την πολυτέλεια να προβλέψει τι μπορεί να συμβεί, θα πρέπει να περιμένει μέχρι να συμβεί”, δήλωσε ο οικονομολόγος της ING Carsten Brzeski.
EKT: 15 χρόνια από κρίση σε κρίση
Με τη Fed να έχει ήδη στείλει σήμα για τουλάχιστον 3 μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2024, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καλείται σήμερα να δώσει τα δικά της μηνύματα στις αγορές.
Ακόμη και εάν η Κριστίν Λαγκάρντ και τα άλλα στελέχη του ΔΣ δεν θελήσουν να είναι εξίσου ξεκάθαρα με τους Αμερικανούς ομολόγους τους, αναμένεται εμμέσως πλην σαφώς να κηρύξουν το τέλος ενός άκρως επιθετικού κύκλου περιοριστικής πολιτικής, που οδήγησε το καταθετικό επιτόκιο με 10 διαδοχικές αυξήσεις, από το -0,5% στο 4%.
Οι επιτοκιακές αυξήσεις ήταν το βασικό όπλο της ΕΚΤ στη μάχη της κατά του εκρηκτικού πληθωρισμού, που πυροδότησαν ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα επίμονα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Η κρίση του κόστους ζωής είναι η τελευταία σε μία αλυσίδα πολλαπλών προκλήσεων, που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Ευρωπαίοι (και ο κόσμος) από το 2008 και έπειτα.
Ξεκινώντας από την κατάρρευση της Lehman Brothers και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, που ανάγκασε σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, η ΕΚΤ κλήθηκε να αντιμετωπίσει την ελληνική χρεοκοπία και μία οξύτατη κρίση χρέους συνολικά στην Ευρωζώνη. «Σκόνταψε» επί Ζαν Κλοντ Τρισέ, στα μέσα του 2011, όταν κόντρα στο διεθνές κλίμα, αλλά και στις ανάγκες της νομισματικής ένωσης, αύξησε τα επιτόκια σε μία απόφαση που χαρακτηρίστηκε «ανόητη» από διακεκριμένους οικονομολόγους, αλλά στη συνέχεια στάθηκε στα πόδια της και ανέλαβε ρόλο πυλώνα.
Έριξε άφθονο, φθηνό χρήμα στην αγορά, δημιούργησε νέα προγράμματα θωράκισης των κρατικών ομολόγων έναντι των επιθέσεων των κερδοσκόπων και έστειλε μήνυμα δια στόματος Ντράγκι πως θα κάνει «ό,τι χρειαστεί». Βούτηξε στα αχαρτογράφητα ύδατα της ποσοτικής χαλάρωσης, συγκρούστηκε με τους Γερμανούς και βύθισε τα επιτόκια σε αρνητικό έδαφος.
Και μετά ήρθε η πανδημία και συνέχισε να στηρίζει με κάθε μέσο τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η πολιτική της άλλαξε το 2022 μετά την εισβολή του Πούτιν στη Ρωσία και το 2024 αναμένεται να αλλάξει και πάλι, με μειώσεις που ίσως έρθουν ακόμη και από τον Μάρτιο.