Γιώργος Ψαράκης: Ποιες επιλογές έχει ο οφειλέτης
Eξωδικαστικός μηχανισμός, δεύτερη ευκαιρία, τραπεζική διαμεσολάβηση, εξυγίανση, κώδικας δεοντολογίας, πτώχευση. Πριν από 2 περίπου χρόνια είχαμε καταγράψει τις προτεινόμενες λύσεις, ενδεικτικά, για κάποιες βασικές περιπτώσεις οφειλετών. Στο σημερινό άρθρο θα προβούμε σε μια επικαιροποίηση των απαντήσεων, μετά από τις τελευταίες νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις. Η αλήθεια παραμένει ότι δύσκολα κάποιος μπορεί να γνωρίζει με ασφάλεια ποια είναι η βέλτιστη ρύθμιση για εκείνον∙ εύλογη συνέπεια όταν ξεδιπλώνεται μπροστά σου μια πληθώρα εναλλακτικών. Πλέον όμως είναι καλύτερα αντιληπτοί οι προσφερόμενοι μηχανισμοί, τουλάχιστον στους ειδικευμένους συμβούλους που ασχολούνται με αυτούς, οι οποίοι με τη σειρά τους έρχονται να συνδράμουν τους οφειλέτες. Ας δούμε, λοιπόν, κάποια περιπτώσεις.
Γράφει ο Γιώργος Ψαράκης, δικηγόρος Αθηνών
Έχω υψηλά χρέη σε Τράπεζες, προμηθευτές, Δημόσιο και ΕΦΚΑ. Διατηρώ μια μικρή ατομική επιχείρηση και δεν έχω ακίνητη περιουσία (ή έχω την κατοικία μου που ωστόσο είναι βεβαρυμμένη με προσημειώσεις για ποσά κατά πολύ μεγαλύτερα της εμπορικής της αξίας).
Η λύση που αρμόζει περισσότερο στην περίπτωση αυτή είναι η πτώχευση σε συνδυασμό με το θεσμό της «δεύτερης ευκαιρίας» (απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του). Με την έκδοση της πτωχευτικής απόφασης και την πάροδο 3ετίας (ή έτους ανάλογα με την περιουσία που διαθέτει ο πτωχός), τα χρέη «διαγράφονται» και δύναται πλέον ο οφειλέτης να ξεκινήσει από την αρχή, εκκινώντας ακόμα και νέα επιχειρηματική δραστηριότητα. Εξάλλου, ο εξοπλισμός της ατομικής επιχείρησης θα είναι συνήθως ακατάσχετος (η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται∙ δεν ανήκουν, όμως, στην πτωχευτική περιουσία τα ακατάσχετα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και όσα πράγματα είναι απαραίτητα για την εργασία όσων αποκτούν εισόδημα από ατομική επιχείρηση). Η κατοικία του, ωστόσο, θα ρευστοποιηθεί προς όφελος των πιστωτών του, εκτός κι αν κριθεί «ευάλωτος οφειλέτης» και επιλέξει τη μεταβίβαση της κατοικίας στον φορέα απόκτησης και τη μίσθωσή της από τον τελευταίο (όταν τούτο θεσμοθετηθεί· σήμερα, και έως τις 15/12/2023, έχουμε το λεγόμενο «ενδιάμεσο πρόγραμμα» που προστατεύει την πρώτη κατοικία υπό προϋποθέσεις).
Έχω μεγάλη ακίνητη περιουσία, η αξία της οποίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών μου. Ωστόσο δεν έχω την ρευστότητα να εξοφλήσω τις οφειλές μου προς Δημόσιο, Τράπεζες και ΕΦΚΑ κατά το χρόνο που αυτές καθίσταται ληξιπρόθεσμες.
Στο παραπάνω παράδειγμα θα ταίριαζε καλύτερα η λύση της ένταξης στον εξωδικαστικό μηχανισμό. Τούτο διότι θα εκτιμηθούν οι αξίες των ακινήτων βάσει ΕΝΦΙΑ και η εισοδηματική κατάσταση του οφειλέτη, ούτως ώστε να μπορούν οι οφειλές του να ρυθμιστούν αναλόγως, με δυνατότητα αποπληρωμής μέχρι 240 δόσεις για τις οφειλές σε Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία και 420 για τους χρηματοδοτικούς φορείς (ειδικότερα για τις οφειλές προς τις τράπεζες και διαχειριστές δανείων, η διευθέτησή τους μπορεί να γίνει αν πρόκειται για ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια σε έως 420 δόσεις, ενώ για επιχειρηματικά σε έως 240 δόσεις). Προσοχή όμως: όπως χαρακτηριστικά απαντάει και η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους «…στη διαδικασία του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών δεν υπάρχει υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων ή των διαχειριστών δανείων (που εκπροσωπούν τα funds) να προβούν σε ρύθμιση των χρεών των οφειλετών». Πολλές ρυθμίσεις έχουν ήδη γίνει για οφειλές σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και Δημόσιο που, ιδίως μετά την θέσπιση του σταθερού επιτοκίου ρύθμισης 3%, πράγματι βοηθούν τους οφειλέτες.
Δεν έχω καμία περιουσία και καμία δραστηριότητα. Είμαι μισθωτός. Οφείλω, όμως, μεγάλα ποσά σε ασφαλιστικά ταμεία και σε Δημόσιο από προηγούμενη επιχειρηματική μου δραστηριότητα.
Η υποβολή αίτησης πτώχευσης είναι η λύση που αρμόζει περισσότερο. Τούτο διότι μετά από 3 έτη από την καταχώρισή του στο μητρώο φερεγγυότητας, ο οφειλέτης θα απαλλαγεί από τα χρέη και θα μπορεί να αποκτήσει ξανά περιουσιακά στοιχεία στο όνομά του. (σημειωτέον, ότι επειδή στερείται ο οφειλέτης περιουσίας, η αίτηση πτώχευσης θα απορριφθεί αλλά θα καταχωρηθούν τα στοιχεία του στο μητρώο αφερεγγυότητας –βλ. εδώ– και από εκείνο το σημείο θα εκκινήσει η 3ετία για την απαλλαγή). Ωστόσο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 της υπ’ αριθμ. 44510 ΕΞ 2021 ΚΥΑ, σε περίπτωση διαγραφής οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές μη μισθωτής απασχόλησης λόγω απαλλαγής του οφειλέτη κατόπιν κήρυξής του σε πτώχευση, ακυρώνεται ο χρόνος ασφάλισης και τα ασφαλιστικά δικαιώματα.
Είμαι μοναδικός μέτοχος και Διευθύνων Σύμβουλος Α.Ε. που έχει υψηλές οφειλές σε Δημόσιο και πιστωτικά ιδρύματα. Η αξία των παγίων είναι, σχετικά με το ύψος των χρεών, αρκετά μικρή. Η επιχείρηση είναι εντάσεως εργασίας και η τεχνογνωσία που έχω αποκτήσει είναι αυτή που τελικά έχει τη μεγαλύτερη αξία. Δεν έχω προσωπική περιουσία.
Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να συζητηθεί το ενδεχόμενο της πτώχευσης της εταιρείας, με παράλληλη απαλλαγή του εκπροσώπου από τα χρέη που βαραίνουν τον ίδιο προσωπικά λόγω εκπροσώπησης της εταιρείας (βάσει άρθρου 195 πτωχευτικού νόμου). Βάσει της εν λόγω ρύθμισης (του ά. 195), απαλλάσσεται ο εκάστοτε εκπρόσωπος από κάθε αλληλέγγυα ευθύνη του για οφειλές έναντι Δημοσίου και ΕΦΚΑ της Α.Ε. που προέκυψαν 3-5 χρόνια πριν την πτώχευση (η διάρκεια εξαρτάται από το χρόνο που έπαυσε η εταιρεία τις πληρωμές της), εκτός κι εάν υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Σε αντίθετη περίπτωση –αν δηλ. δεν προβλεπόταν η εν λόγω απαλλαγή-, ακόμα κι αν η Α.Ε. πτώχευε, το Δημόσιο και ΕΦΚΑ θα στρεφόντουσαν κατά του εκπροσώπου της, ο οποίος και θα ευθυνόταν με την ατομική του περιουσία για τα χρέη της εταιρείας (για όσα είναι αλληλέγγυα υπεύθυνος βάσει νόμου). Αντίστοιχα, εφόσον υπάρχουν χρέη λόγω εγγυήσεων (για δάνεια λ.χ. σε πιστωτικά ιδρύματα), τα οποία δεν διαγράφονται λόγω πτώχευσης της εταιρείας-πρωτοφειλέτιδας (βάσει άρθρου 195), θα μπορούσε να συζητηθεί το ενδεχόμενο υποβολής ατομικής αίτησης πτώχευσης ενώ η εταιρεία να παραμείνει αδρανής (χωρίς να υποβάλει αίτηση πτώχευσης). Στην περίπτωση αυτή ο διευθύνων σύμβουλος απαλλάσσεται από όλα τα χρέη που υπάρχουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πτώχευσης και δύναται κατόπιν να εκκινήσει νέα επιχειρηματική δραστηριότητα. Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνει να κάνει ένα νέο επιχειρηματικό ξεκίνημα χωρίς να έχει τα βαρίδια του παρελθόντος. Δυνατή είναι φυσικά και η προσπάθεια επίτευξης συμφωνία εξυγίανσης με τους δανειστές της Α.Ε. ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση. Η τελευταία δυνατότητα, όμως, θα υφίσταται μόνο αν οι δανειστές συμφωνήσουν σε μια διαγραφή χρεών τέτοιου ύψους, ώστε να καταστεί βιώσιμη η επιχείρηση (βλ. παρακάτω περίπτωση υπ’ αριθμ. 7).
Είμαι νόμιμος εκπρόσωπος Α.Ε. που έχει οφειλές μόνο σε ένα πιστωτικό ίδρυμα.
Πλέον και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να λειτουργήσει ο εξωδικαστικός μηχανισμός. Παράλληλα μπορεί να γίνει χρήση και του Κώδικα Δεοντολογίας, με συγκεκριμένους ωστόσο περιορισμούς για επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 ευρώ. Ως προς τα δύο πλαίσια, ο μεν εξωδικαστικός μηχανισμός παρέχει μια περίοδο αναστολής πράξεων εκτέλεσης (σημαντική παράμετρος), ο δε Κώδικας Δεοντολογίας, όμως, δίνει το δικαίωμα στον οφειλέτη να διατυπώσει αντιπρόταση επί της πρότασης του δανειστή (πρακτικά δηλ. να έχουμε ένα πληρέστερο ιστορικό προτάσεων, αντιπροτάσεων, τελικών προτάσεων ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα των ενεργειών του δανειστή). Τελικά το πρόβλημα υπερχρέωσης θα επιλυθεί μεταξύ επιχείρησης – τράπεζας/servicer με τη διενέργεια διαπραγματεύσεων, αρκετά σκληρών ορισμένες φορές και εξαρτωμένων από την διαπραγματευτική δύναμη που έκαστο μέρος έχει την κρίσιμη χρονική στιγμή. Ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν ευθύνεται με την προσωπική του περιουσία για χρέη προς τα πιστωτικά ιδρύματα, εκτός κι αν έχει εγγυηθεί γι’ αυτά (το οποίο είναι και το συνήθως συμβαίνον στις οικογενειακές επιχειρήσεις). Δυνατή είναι και η χρήση της διαδικασίας εξυγίανσης, εφόσον υπάρχει η συμφωνία εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος (ο κώδικας δεοντολογίας έχει ως στόχο τη συμφωνία ενώ η διαδικασία εξυγίανσης την προϋποθέτει∙ τυχόν συμφωνία φυσικά στο πλαίσιο του Κώδικας Δεοντολογίας μπορεί να καταλήξει σε κατάρτιση σύμβασης εξυγίανσης και επικύρωσή της από το δικαστήριο· η επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης απαλλάσσει την επιχείρηση από τον φόρο εισοδήματος σε τυχόν διαγραφή οφειλών κοκ).
Έχω ατομική επιχείρηση που έχει οφειλές μόνο σε ΕΦΚΑ και Δημόσιο. Έχω προσωπική περιουσία που υπερκαλύπτει τις οφειλές μου.
Στην περίπτωση αυτή ενδεδειγμένη λύση φαίνεται να είναι η διαδικασία των εξωδικαστικού μηχανισμού με βάση τον διμερή μηχανισμό ρύθμισης. Για οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης που υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ανά πιστωτή, ο οφειλέτης μπορεί να κάνει αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμό, η οποία δρομολογείται προς τον πιστωτή του (Δημόσιο ή/και ΕΦΚΑ) προκειμένου να του προτείνει μια ρύθμιση. Η ρύθμιση αυτή προκύπτει από ειδικό αλγόριθμο (δηλ. αυτόματο υπολογιστικό εργαλείο), που αξιολογεί την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη (δηλ. έσοδα – εισοδήματα και περιουσία) ενώ οι δόσεις μπορούν να φτάσουν έως τις 240. Δεν μπορεί να λάβει χώρα διαγραφή βασικής οφειλής ασφαλιστικών εισφορών και παρακρατούμενων/επιρριπτόμενων φόρων (ΦΠΑ, ΦΜΥ κοκ). Λοιποί φόροι και ασφαλιστικές οφειλές μπορούν να διαγραφούν μέχρι και 75%. Προσαυξήσεις διαγράφονται έως 85% και πρόστιμα έως 95% (ενώ αυτοτελή πρόστιμα έως 75%). Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλουν να προτείνουν, ο καθένας ξεχωριστά, τη σύναψη διμερών συμβάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών. Η αποπληρωμή γίνεται σε μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις με σταθερό επιτόκιο 3% και μπορεί σε δεύτερο χρόνο να λάβει χώρα και προεξόφληση δόσεων με αφαίρεση των υπολογισθέντων τόκων. Μπορεί να υποβληθεί αίτηση για ρύθμιση και ήδη ρυθμισμένων οφειλών με βάση παλαιότερους νόμους. Ρυθμίζονται οφειλές που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης είναι ήδη βεβαιωμένες (βασικές οφειλές συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων, τόκων, προστίμων).
Είμαι βασικός μέτοχος και νόμιμος εκπρόσωπος εταιρείας με υψηλές οφειλές σε τράπεζες, ΕΦΚΑ και Δημόσιο. Η αξία της περιουσίας της εταιρείας είναι σημαντική αλλά μικρότερη από τις οφειλές της.
Η ενδεδειγμένη λύση για την εταιρεία είναι αυτή του εξωδικαστικού μηχανισμού ή της εξυγίανσης. Η επιλογή του καταλληλότερου θεσμικού πλαισίου εκ των δύο, θα εξαρτηθεί από το ύψος των οφειλών του Δημοσίου/ΕΦΚΑ σε σχέση με αυτό των τραπεζών (π.χ. στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού δεν μπορεί να διαγραφεί βασική οφειλή ΦΠΑ, ΦΜΥ, ασφαλιστικών εισφορών ενώ στη διαδικασία της εξυγίανσης τούτο είναι εφικτό∙ στο πλαίσιο του εξωδικαστικού η τεκμαιρόμενη συναίνεση του Δημοσίου/ΕΦΚΑ παρέχεται, μεταξύ άλλων, υπό την προϋπόθεση ότι οι οφειλές είναι κάτω του 1,5 εκατομμυρίου ενώ στην εξυγίανση το όριο αυτό αυξάνεται στα 15 εκατομμύρια ευρώ για Δημόσιο και ΕΦΚΑ χωριστά). Προϋπόθεση, φυσικά, είναι να υπάρχει η στήριξη της τράπεζας ή των τραπεζών (εν γένει χρηματοδοτικών φορέων) που κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απαιτήσεων (60% του συνόλου των απαιτήσεων μεταξύ των οποίων και 50% αυτών με ειδικό προνόμιο για τη διαδικασία της εξυγίανσης και 40% για τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού). Η διαδικασία της εξυγίανσης προσφέρεται για μεγαλύτερες επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό και ανάγκες προσαρμοσμένης διευθέτησης, ενώ ο εξωδικαστικός μηχανισμός παρέχει λύσεις περισσότερο γενικές με μόνη δυνατότητα τη δοσοποίηση σε μηνιαίες καταβολές της οφειλής (π.χ. στον εξωδικαστικό μηχανισμό δεν προβλέπονται προκαταβολές, ενδιάμεσες καταβολές, ενδιάμεσες μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων για εξόφληση οφειλών κοκ). Θα πρέπει, ωστόσο, να προσεχθεί ότι στην εξυγίανση η οιαδήποτε διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο και ΕΦΚΑ δεν ωφελεί και τα αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα, όπως είναι ο εκπρόσωπος μιας Α.Ε. Ενδέχεται, δηλ., να διαγραφεί ένα μεγάλο μέρος βασικής οφειλής και προστίμων/τόκων από οφειλές σε Δημόσιο και ΕΦΚΑ όσον αφορά στην εταιρεία, ωστόσο για όσα από αυτά είναι αλληλέγγυα υπεύθυνος και ο εκπρόσωπος (βλ. λ.χ. άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας), ο τελευταίος θα συνεχίζει να τα οφείλει με υπέγγυα την προσωπική του περιουσία (εκτός κι αν το Δημόσιο/ΕΦΚΑ συμφωνήσει διαφορετικά – άρθρο 60 παρ. 3 ν. 4738/2020). Αντίθετη, ωστόσο, είναι η ρύθμιση στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού («Έτσι, τα έννομα αποτελέσματα της εξωδικαστικής ρύθμισης του ν. 4738/2020 -αναστολή μέτρων εκτέλεσης και ποινικής δίωξης, χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, δυνατότητα «αδρανοποίησης» κατασχέσεων, διαγραφή υπολοίπου οφειλών μετά την εξόφληση της ρύθμισης- επέρχονται όχι μόνο ως προς τον αιτούντα-πρωτοφειλέτη, αλλά και ως τυχόν συνοφειλέτες του, για όσο διάστημα τηρείται η ρύθμιση από τον πρωτοφειλέτη» – 151323 ΕΞ 2021). Επίσης στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού το επιτόκιο ρύθμισης των οφειλών στο Δημόσιο είναι 3% σταθερό και σε χρηματοδοτικούς φορείς α) για τις εξασφαλισμένες οφειλές ίσο με το επιτόκιο Eur3m + 2,5% και β) για τις ανεξασφάλιστες οφειλές ίσο με το επιτόκιο Eur3m + 3%. Αντίθετα, στο πλαίσιο της εξυγίανσης δεν υπάρχει συγκεκριμένο επιτόκιο ρύθμισης ενώ αρκετές φορές οι οφειλές προς Δημόσιο και ΕΦΚΑ ρυθμίζονται άτοκα, ενώ τα επιτόκια ρύθμισης με χρηματοδοτικούς φορείς βρίσκονται συνήθως χαμηλότερα του 3% + Eur3m.
Είμαι εκπρόσωπος Α.Ε. που έχει λυθεί εδώ και αρκετά χρόνια, βρίσκεται σε εκκαθάριση και έχει υψηλές οφειλές σε Δημόσιο και ΕΦΚΑ που ανάγονται σε χρήσεις πέραν της 5ετίας. Έχω μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Η υποβολή αίτησης πτώχευσης της εταιρείας με χρήση της απαλλαγής του εκπροσώπου (βλ. περίπτωση υπ’ αριθμ. 4), δεν είναι η κατάλληλη εναλλακτική στην περίπτωση αυτή, καθώς τα χρέη ανάγονται σε χρήσεις πέραν της 5ετίας από την επιδιωκόμενη πτώχευση και άρα δεν θα απαλλαγεί από αυτά ο νόμιμος εκπρόσωπος. Βάσει προσφάτως δε ψηφισθείσας ρύθμισης (Απρίλιος 2023), οφειλές προς το Δημόσιο που έχουν βεβαιωθεί σε βάρος νομικού προσώπου που έχει λυθεί και είναι σε εκκαθάριση, δύνανται να ρυθμιστούν με αίτηση του νομίμου εκπροσώπου του, που είναι και αλληλέγγυα υπεύθυνος για την καταβολή τους. Πριν την υιοθέτηση της εν λόγω ρύθμισης, το νομικό πρόσωπο έπρεπε να αναβιώσει ούτως ώστε να παύσει να είναι σε εκκαθάριση, διαδικασία που προϋπόθετε αποφάσεις εταιρικών οργάνων κοκ. Άρα η κατάλληλη επιλογή είναι η υποβολή αίτησης ρύθμισης από το νόμιμο εκπρόσωπο στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού.