Γιατί η ασφάλιση ως έννοια δεν έχει πολλούς ένθερμους υποστηρικτές;;

Γιατί η ασφάλιση ως έννοια δεν έχει πολλούς ένθερμους υποστηρικτές;;
72 / 100

Είναι γεγονός πως, εδώ και αρκετές δεκαετίες, η έννοια της ασφάλισης είναι αρκετά παρεξηγημένη στη χώρα μας. Τι σημαίνει, όμως, ασφάλιση;
Είναι η μεταβίβαση ενός πιθανώς επερχόμενου οικονομικού κινδύνου από την τσέπη μας σε κάποιον άλλον (ασφαλιστική εταιρεία), έναντι ενός αντιτίμου. Καλό δεν ακούγεται ως έννοια;
Ε, λοιπόν, ναι! Στα τελευταία είκοσι έτη που υπηρετώ αυτόν τον θεσμό, έχω διαπιστώσει ότι δεν ακούγεται απλά καλό, αλλά είναι καλό!

Του Γιώργου Τέντζερη

Oι άνθρωποι που έχουν αντιληφθεί πως, κατά τη διάρκεια των κύκλων ζωής τους, υπάρχουν κίνδυνοι και τους έχουν ασφαλίσει, μόνο για τα καλά της ασφάλισης έχουν να πουν.

Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός πως στη χώρα μας δεν υπάρχει ούτε εκπαίδευση από τις μικρές ηλικίες ούτε παγιωμένη ασφαλιστική συνείδηση στη συνέχεια. Κι αυτό είναι κάτι που τροφοδοτείται κυρίως από την Πολιτεία, η οποία ούτε αναδεικνύει τα οφέλη της ασφάλισης ούτε και την προάγει ως θεσμό στον μέσο Έλληνα καταναλωτή, μέσω της ενημέρωσης ή της παροχής, επί παραδείγματι, φορολογικών κινήτρων.

Η οικονομία και η κοινωνία, όμως, μέσα από τον θεσμό της ασφάλισης έχει μόνο να κερδίσει.

Το αποτύπωμά της, ειδικά τα τελευταία χρόνια, με αφορμή την πανδημία και τις φυσικές καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι περισσότερο από ορατό. Στην πανδημία, το δημόσιο σύστημα υγείας αντιμετώπιζε, σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα, μόνο περιστατικά covid. Αυτό είχε ως συνέπεια πολλά άλλα περιστατικά να μένουν πίσω, με επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων.

Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι που είχαν προνοήσει να ασφαλιστούν ιδιωτικά είχαν την επιλογή στα χέρια τους και αντιμετώπισαν το πρόβλημα υγείας τους αποτελεσματικά. Η αλήθεια είναι πως, μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι άνθρωποι έχουν ωριμάσει και ίσως έχουν αρχίσει να αντιμετωπίζουν πιο σοβαρά τον θεσμό της ασφάλισης.

Αναφορικά με την κλιματική αλλαγή και τα ακραία φυσικά φαινόμενα, που έχουν ενταθεί τα τελευταία χρόνια, είναι εμφανές πως, στις ζημιές που δημιουργούνται, είναι σχεδόν απίθανο να μπορέσει να ανταποκριθεί επαρκώς κάποιος, χωρίς τη συνδρομή της ασφάλισης.

Τα τελευταία χρόνια είναι, επίσης, αλήθεια πως το θεσμικό πλαίσιο έχει αυστηροποιηθεί και υπάρχει περισσότερη διαφάνεια. Δυστυχώς, η Πολιτεία έχει να θεσμοθετήσει φορολογικά κίνητρα, έτσι ώστε ο μέσος Έλληνας να μπορεί να προσφεύγει πιο εύκολα στην ιδιωτική ασφάλιση, από το 2008, λίγο πριν τη δεκαετή οικονομική κρίση.

Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι οι Έλληνες, σε μεγάλο βαθμό, προτιμούν να διαθέσουν χρήματα για διασκέδαση, καλλωπισμό, ρουχισμό, ταξίδια κ.λπ. παρά για να ασφαλισθούν. Οι αντιρρήσεις που ακούμε συχνά, όπως: «Τι να την κάνω την ασφάλεια; Μια χαρά είμαι» ή «Σιγά μην εμπιστευτώ τις ασφαλιστικές» ή «Δεν έχω χρήματα», δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο την προσέγγιση.

Είναι πασιφανές πως, στην ελληνική κοινωνία, υπάρχει σε μεγάλο ποσοστό έλλειψη εμπιστοσύνης, που ξεκινάει, κύρια και αρχικά, από τη σχέση μεταξύ κράτους και πολίτη και διαχέεται σε ό,τι μας αφορά: κρίση εμπιστοσύνης, δηλαδή, και απέναντι στον θεσμό της ασφάλισης και τους φορείς της, που δεν άλλοι παρά οι ίδιες οι ασφαλιστικές εταιρείες και όλα τα θεσμοθετημένα όργανα γύρω από αυτές.

Οι ευθύνες εδώ είναι πολύπλευρες, καθώς επί σειρά ετών οι εταιρείες προσπαθούν να βλέπουν περισσότερο τα ποσοτικά και όχι τα ποιοτικά κριτήρια στην εργασία τους ή να μην αποτελούν αυτά την προτεραιότητά τους απαραίτητα. Αυτό έχει δημιουργήσει όχι καλές εντυπώσεις στους καταναλωτές διαχρονικά και κατά έναν μεγάλο βαθμό ισχύει ακόμα και στις ημέρες μας.

Για να αποκτήσουμε ένθερμους υποστηρικτές και να είναι πιο θελκτική η αγορά μας, θα πρέπει να προβάλλουμε περισσότερο τον θεσμό της ασφάλισης και τα οφέλη του, αλλά και το θετικό αποτύπωμά του στην ελληνική κοινωνία. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, που η χώρα μας έχει βιώσει κοσμογονικές αλλαγές και, μέσα σε αντίξοες συνθήκες, τα έχει καταφέρει εξαιρετικά.

Δευτερευόντως, πρέπει να πείσουμε για το έργο μας. Ειδικά σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από έντονες πληθωριστικές πιέσεις και χαμηλά επιτόκια, η ασφαλιστική κάλυψη έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία, καθώς η αγοραστική αξία του χρήματος φθίνει και τα επιτόκια καταθέσεων δεν βοηθούν για να εξισορροπούνται οι απώλειες. Ο μέσος Έλληνας πρέπει να αντιληφθεί πως η αποκατάσταση μιας ζημιάς στην περιουσία του, επί παραδείγματι, θα του κοστίσει σήμερα 30%- 40% παραπάνω σε σχέση με ένα χρόνο πριν. άρα, έχει έναν ακόμα λόγο για να ασφαλιστεί και να σχεδιάσει τα οικονομικά του.

Τέλος, όσοι απαρτίζουν αυτή την αγορά, κυρίως οι διαμεσολαβητές, θα πρέπει να είναι εξαιρετικά καταρτισμένοι, όχι μόνο στα τυπικά αλλά στα ουσιαστικά.

Το “moto” μου «κανείς δεν σχεδιάζει να αποτύχει, αλλά αποτυγχάνει να σχεδιάσει» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ! Τώρα είναι που πρέπει να καταγράψουμε και να προτεραιοποιήσουμε τις ανάγκες μας ασφαλίζοντάς τες, έτσι ώστε να αποφύγουμε σοβαρές οικονομικές απώλειες στο μέλλον.

Καταληκτικά και με αφορμή αυτό το άρθρο, θα ήθελα να επισημάνω την πολύ θετική εμπλοκή του αείμνηστου Μέντορά μου, Μανώλη Παπαδογιαννάκη, στην καριέρα μου ως συμβούλου: όλα όσα μου είπε, είκοσι έτη πριν, έχουν αποδειχθεί προφητικά.

Γιατί η ασφάλιση ως έννοια δεν έχει πολλούς ένθερμους υποστηρικτές;

*Ο κ. Γιώργος Τέντζερης είναι Σύμβουλος Ασφαλίσεων και Επενδύσεων στην Interamerican