«Γεράκι» η Λαγκάρντ για τις μειώσεις επιτοκίων…

«Γεράκι» η Λαγκάρντ για τις μειώσεις επιτοκίων...
71 / 100

«Γεράκι» η Λαγκάρντ: «Ξεκόβει» τις μειώσεις επιτοκίων – To PEPP εξυπηρέτησε τον σκοπό του

Την ανάγκη να ξεκαθαρίσει πως δεν υπήρξε καμία συζήτηση στο ΔΣ της ΕΚΤ για μειώσεις επιτοκίων, ένιωσε η Κριστίν Λαγκάρντ, στην καθιερωμένη Συνέντευξη Τύπου μετά το δεύτερο «pause» που αποφασίστηκε την Πέμπτη, παραμένοντας πιστή στο δόγμα «higher for longer». «Δεν έγινε καμία τέτοια κουβέντα, άλλωστε μεταξύ των αυξήσεων και των μειώσεων στα επιτόκια μεσολαβεί και το να μένουμε σταθεροί. Δεν μπορείς να πας από το ένα στο άλλο» υπογράμμισε η «Σιδηρά Κυρία» της ΕΚΤ, επισημαίνοντας πως «θα συνεχίσουμε να εξετάζουμε τα εισερχόμενα στοιχεία σε κάθε συνεδρίαση μας ξεχωριστά και θα συνεχίσουμε να λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας με βάση αυτών των νέων δεδομένων».

Μεταδίδει το insider.gr

Εστιάζοντας στις αποφάσεις της ΕΚΤ να διατηρήσει και πάλι τα επιτόκια αμετάβλητα στην «αυλαία» του 2023 αλλά και στις προβλέψεις για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την μείωση του χαρτοφυλακίου ΡΕΡΡ κατά 7,5 δισ. ευρώ από το δεύτερο μισό του επόμενου χρόνου, η Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε πως ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί με βραδύτερο ρυθμό το 2024 και σημείωσε πως παρά τις θετικές ενδείξεις υποχώρησης των πιέσεων στις τιμές δεν πρέπει να υπάρξει χαλάρωση.

«Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη παραμένουν καθοδικοί», μιλώντας στους δημοσιογράφους στη Φρανκφούρτη, προειδοποιώντας πως «η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι χαμηλότερη εάν η νομισματική πολιτική αποδειχθεί ισχυρότερη από το αναμενόμενο», ενώ πρόσθεσε πως πως οι κίνδυνοι για τις τιμές είναι πιο ισορροπημένοι και κάλεσε για πολλοστή φορά τις κυβερνήσεις των κρατών – μελών να προχωρούν σε στοχευμένες παρεμβάσεις για τα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. «Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις για την ενίσχυση της ικανότητας εφοδιασμού της ζώνης του ευρώ, οι οποίες θα υποστηριχθούν από την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος NextGenerationEU (σ.σ το Σχέδιο ανάκαμψης για την Ευρώπη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) , μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση των πιέσεων στις τιμές μεσοπρόθεσμα, υποστηρίζοντας παράλληλα την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση» δήλωσε.

«Εάν τα αποτελέσματα της νομισματικής πολιτικής είναι ισχυρότερα από το αναμενόμενο, η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι χαμηλότερη. Μια ασθενέστερη ανάπτυξη στην παγκόσμια οικονομία ή περαιτέρω επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, θα επιβαρύνει επίσης την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν βασικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι υψηλότερη εάν η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων αυξήσει τις δαπάνες περισσότερο από το αναμενόμενο ή εάν η παγκόσμια οικονομία αναπτυχθεί περισσότερο από το αναμενόμενο». πρόσθεσε.

Οι προβλέψεις για πληθωρισμό και ανάπτυξη
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της ΕΚΤ, ενώ ο πληθωρισμός υποχώρησε τους τελευταίους μήνες, είναι πιθανόν να ενισχυθεί ξανά προσωρινά σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Παράλληλα, το ΔΣ υπογραμμίζει ότι σύμφωνα με τις τελευταίες μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά στη διάρκεια του επόμενου έτους και στη συνέχεια να προσεγγίσει τον στόχο του Διοικητικού Συμβούλιο για πληθωρισμό 2% το 2025. Συνολικά, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι ο υποκείμενος πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026 ενώ σε σύγκριση με τις προβολές του Σεπτεμβρίου, αυτό αντιστοιχεί σε ανοδική αναθεώρηση για το 2023 και ιδίως για το 2024.

Ταυτόχρονα, προειδοποιεί πως εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν αυξημένες, πρωτίστως λόγω του έντονου ρυθμού αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και αναμένει πως ο «πυρήνας», δηλαδή ο δομικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,0% το 2023, 2,7% το 2024, 2,3% το 2025 και 2,1% το 2026.

«Οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να μεταδίδονται δυναμικά στην οικονομία. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επιδρούν ανασταλτικά στη ζήτηση και αυτό συμβάλλει στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Πέραν αυτού, η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης» επισημαίνει η ΕΚΤ προβλέποντας πως η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.

Το ΔΣ είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο. «Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής του θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο» τονίζεται χαρακτηριστικά.

Επίσης, διαμηνύει πως το ΔΣ θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.

To PEPP εξυπηρέτησε τον σκοπό του
Η Γαλλίδα αξιωματούχος σημείωσε ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις συνεχίζουν να αποτελούν ρίσκο για τον πληθωρισμό και ότι καιρικά συμβάντα μπορεί να οδηγήσουν υψηλότερα τις τιμές των τροφίμων, τονίζοντας ότι η ΕΚΤ πρέπει να παραμείνει σε εγρήγορση, ενώ τον Δεκέμβριο αναμένεται μικρή άνοδος των τιμών λόγω υψηλότερων αποτελεσμάτων βάσης από το κόστος της ενέργειας.

Επεσήμανε πως η αγορά εργασίας συνεχίζει να στηρίζει την οικονομία, ενώ συμπλήρωσε ότι είναι σημαντικό «να συμφωνήσουμε γρήγορα στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ» εκτιμώντας πως οι αυστηρότεροι όροι χρηματοδότησης μειώνουν τη ζήτηση και αυτό συμβάλλει στη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, με την οικονομική ανάπτυξη να παραμένει υποτονική στο εγγύς μέλλον αν και θα υπάρξει ανάκαμψη λόγω της αύξησης των πραγματικών εισοδημάτων –καθώς οι άνθρωποι επωφελούνται από την υποχώρηση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών σε συνδυασμό με τη συνολική βελτίωση της ζήτησης.

«Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει έγκαιρα στο μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%. Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα που, διατηρούμενα για αρκετά μεγάλη διάρκεια, θα συμβάλουν ουσιαστικά σε αυτόν τον στόχο. Οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια θα βρίσκονται σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο διάστημα είναι απαραίτητο. Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της διάρκειας του “περιορισμού”» σημείωσε.

Σχετικά με την απόφαση του Δ.Σ. να ολοκληρώσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω της πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) ύψους 1,7 τρισ. ευρώ εξήγησε ότι πρωτίστως είναι μια απόφαση για την ομαλοποίηση του ισολογισμού της τράπεζας. «Το PEPP εξυπηρέτησε τον σκοπό του – ήταν ένα έκτακτο πρόγραμμα που σχεδιάστηκε για την πανδημία. Η παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης τελείωσε, άρα πρέπει να ομαλοποιήσουμε τον ισολογισμό μας», διευκρίνισε, αναφέροντας ταυτόχρονα πως «δεν βλέπουμε κατακερματισμό στις αγορές, αλλά ακόμα και αν συμβεί αυτό, έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία για να το αντιμετωπίσουμε». Ερωτηθείσα σχετικά με το «σήμα» που έδωσε η Fed για μειώσεις επιτοκίων το 2024, αρκέστηκε να απαντήσει ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ εξαρτώνται από τα δεδομένα και όχι από χρονικά πλαίσια και ως εκ τούτου αρνήθηκε να δώσει ημερομηνίες σχετικά με την πορεία των επιτοκίων.

Μείωση PEPP από β΄ εξάμηνο του 2024
Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι το πρωταρχικό εργαλείο για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής με το Διοικητικό Συμβούλιο να αποφασίζει να προχωρήσει την ομαλοποίηση του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος, σκοπεύοντας να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία, ενώ το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 4,50%, 4,75% και 4,00% αντιστοίχως.

Πράξεις αναχρηματοδότησης
Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και η συνεχιζόμενη αποπληρωμή τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.

«Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διαφυλάξει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμίζει ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για σταθερότητα των τιμών» καταλήγει.