Από το κόσκινο των δανειστών οι προεκλογικές εξαγγελίες των κομμάτων!
Από τριπλή κρησάρα περνούν οι εξαγγελίες και τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων. Εκτός από την Κομισιόν και τους διεθνείς oίκους αξιολόγησης που επιτηρούν την ελληνική oικονομία, η κοστολόγηση των μέτρων που υπόσχονται να εφαρμόσουν τα κόμματα απασχολεί πλέον και τους πολίτες. Με βάση το εκλογικό αποτέλεσμα, οι εκλογείς έδειξαν να προτιμούν ένα πιο «μικρό καλάθι» σε σχέση με τις παροχές για όλους. Και σε αντίθεση με το παρελθόν, οι περισσότεροι φαίνεται να ενστερνίζονται την άποψη ότι «λεφτά υπάρχουν» μόνο αν βγαίνουν οι αριθμοί, αλλιώς ο λογαριασμός επιστρέφει στα συνήθη υποζύγια – όπως όλοι το βίωσαν την περασμένη δεκαετία.
Τους πολίτες δικαίωσε μόλις τρεις ημέρες μετά τις εκλογές της 21ης Μαίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάζοντας διακόπτη δαπανών και παροχών σε όλες τις χώρες. Για την Ελλάδα το όριο αυτό μεταφράζεται σε αύξηση δαπανών και φοροελαφρύνσεων έως 2,5 δισ. για το 2024. Με τον όρο αυτό υπερκαλύπτεται το σχέδιο παροχών που ενσωμάτωσε στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και απέστειλε στα τέλη Απριλίου στις Βρυξέλλες η απερχόμενη ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Αλλα μέτρα, προγράμματα ή προτάσεις για παροχές και κρατικές δαπάνες μεγαλύτερου ύψους (5 δισ. και άνω ετησίως) παραβιάζουν αυτομάτως το όριο που θέτουν οι Βρυξέλλες και οδηγούν σε κυρώσεις και άλλα προβλήματα.
Οι διεθνείς κανόνες δεν απαγορεύουν επιλογή άλλων μέτρων πολιτικής από αυτά που έχουν προταθεί, με τον όρο φυσικά ότι θα είναι κοστολογημένα και θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Ακόμη και «υπερκομματικά», το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή, με επικεφαλής τον Φραγκίσκο Κουτεντάκη, έχει συστήσει προς όλα τα κόμματα «δημοσιονομική υπευθυνότητα» και να μην επιδοθούν σε «πλειοδοσία παροχών» που θα έθετε σε κίνδυνο τη χώρα.
Τα προεκλογικά προγράμματα
Στη βάση αυτή τα πιο σημαντικά μέτρα και προτάσεις τα οποία μετρήθηκαν, αλλά δεν έπεισαν σε αυτές τις κάλπες είναι:
■ Φόροι: Το αποτέλεσμα μετράει. Το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για τους φόρους είναι το πιο φειδωλό απ’ όλα όσα παρουσιάστηκαν σε αυτές τις εκλογές. Δεν περιλαμβάνει καμία μείωση έμμεσων φόρων την επόμενη τετραετία, ενώ οι μειώσεις άμεσων φόρων και τεκμηρίων που ευαγγελίζεται θα γίνουν από το 2025 και μετά, υπό τον όρο ότι θα αποδώσουν οι νέες τεχνικές κατά της φοροδιαφυγής (myDATA, σύνδεση POS με ταμειακές μηχανές κ.λπ.). Πολιτικά, παρότι εισηγήσεις υπάρχουν για μειώσεις (ΦΠΑ και όχι μόνο), το επιτελείο επέλεξε να μην ανακοινώσει καμία από αυτές, αφήνοντας το κεφάλαιο αυτό ανοιχτό για παρεμβάσεις μετά τις εκλογές, αν και εφόσον προκύψει επιπλέον δημοσιονομικός χώρος. Επικοινωνιακά, ποντάρουν στο ότι ήδη επί μια τετραετία η οικονομία πήγαινε καλύτερα από όσο προέβλεπε ο Προϋπολογισμός, επιτρέποντας νέες παρεμβάσεις που ανακοινώνονται εκ των υστέρων αντί εκ των προτέρων.
ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ συγκλίνουν σε αυξήσεις άλλων φόρων που θεωρούνται κοινωνικά δίκαιοι. Γεννάται ζήτημα, όμως, αν είναι εισπρακτικά αποτελεσματικοί. Ακόμα και οι φόροι μερισμάτων ή γονικών παροχών για τους πλουσιότερους (μάξιμουμ έως 300 εκατ. ευρώ τον χρόνο) δεν αρκούν για να χρηματοδοτήσουν ούτε τις μισές από τις παροχές ή τις ελαφρύνσεις δισεκατομμυρίων. Και το 2015 επιβλήθηκαν αιφνιδιαστικά φόροι 15% στα μερίσματα, αλλά δεν εισπράχθηκαν τα προσδοκώμενα. Και αυτό γιατί επιχειρήσεις και νοικοκυριά επιλέγουν να αναστείλουν μερίσματα, γονικές παροχές, δωρεές. Ετσι προκύπτει υστέρηση εσόδων που πρέπει να καλυφθεί με άλλους έκτακτους φόρους. Επίσης, μια έκτακτη φορολόγηση κερδών μπορεί να αποδώσει την πρώτη χρονιά, αλλά μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ τα επόμενα χρόνια, αν πλήττει ελληνικές μεσαίες επιχειρήσεις που μόλις ανάσαναν ή αν οι ελάχιστες μεγάλες που έχει η χώρα λάβουν τα μέτρα τους, καθώς διαθέτουν στρατούς λογιστών και δικηγόρων και πολλές επιλογές για να αποφύγουν τη δυσμενή φορολόγηση (μεταφορά έδρας, επιστροφές κεφαλαίων κ.λπ.).
Οι συγκρίσεις με άλλες χώρες όπου ισχύουν υψηλότεροι συντελεστές δεν είναι πάντα δόκιμες, καθώς η Ελλάδα (χωρίς επενδυτική βαθμίδα ακόμη) δεν μπορεί να συγκρίνεται, π.χ., με τη Γερμανία ή με ισχυρές οικονομίες όπου αφθονούν οι μεγάλες εταιρείες και οι επιχειρηματικοί όμιλοι. Η προσέλκυση ξένων επιχειρήσεων παραμένει ζητούμενο γιατί στην Ελλάδα χρειάζονται δεκαετίες για να καλυφθεί το επενδυτικό και παραγωγικό κενό.
Ενα δικαιότερο φορολογικό σύστημα χωρίς στρεβλώσεις σε βάρος των ασθενέστερων είναι κοινωνικά αναγκαίο, αλλά από εισπρακτικής άποψης προϋποθέτει ότι ταυτόχρονα πρέπει να μειωθούν η φοροδιαφυγή και ο ΦΠΑ που χάνεται λόγω πληθώρας μικρών επιχειρήσεων (άνω του 95% της χώρας). Και ενώ σωστά επισημαίνεται στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ ότι τα ευνοϊκά φορολογικά πλαίσια «θέτουν τη χώρα σε έναν διεθνώς καταδικαστέο φορολογικό ανταγωνισμό που αποδεικνύεται τελικά επιζήμιος για όλα τα κράτη (race to the bottom)», άμεσα τουλάχιστον είναι αμφίβολο τι θα συμβεί αν η Ελλάδα βιαστεί πρόωρα να γίνει λιγότερο ελκυστική φορολογικά για επενδύσεις, πριν κάνουν το ίδιο και οι άλλες χώρες του ΟΟΣΑ τις οποίες ανταγωνίζεται. Εν έτει 2023, πάντως, ο κίνδυνος φυγής επενδύσεων ή έξαρσης της φοροδιαφυγής δεν έχει εκλείψει.
■ Αυξήσεις μισθών και συντάξεων: Το Πρόγραμμα Σταθερότητας που υπέβαλε το υπουργείο Οικονομικών στις 30 Απριλίου και πήρε την έγκριση της Κομισιόν ενσωματώνει αυξήσεις μισού δισ. ευρώ στους δημοσίους υπαλλήλους και περίπου 4% στις συντάξεις για το 2024. Πιστοποιήθηκε ότι καλύπτονται και από τον νέο κανόνα της «ετήσιας αύξησης καθαρών δαπανών» που ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα η Κομισιόν (2,6% του ΑΕΠ).
Αλλες εξαγγελίες για μεγαλύτερες αυξήσεις (π.χ. 7,5%-10% από φέτος και αναδρομικά για όσους δεν τις πήραν) πρέπει να κοστολογηθούν και να εγκριθούν αρμοδίως, υπό τον όρο του πανευρωπαϊκού διακόπτη σε αυξήσεις δαπανών.
■ Μειώσεις φόρων αντί για επιδόματα κατά της ακρίβειας: Το παράδειγμα της Κύπρου και της Ισπανίας που επέλεξαν μειώσεις φόρων αντί επιδότησης έγινε παντιέρα στις εκλογές από πολλά κόμματα. Δεν έπεισε όμως για το τελικό όφελος του καταναλωτή.
Οι επικρίσεις για… κουπόνια στη μεσαία τάξη αποδείχθηκαν κούφιες, καθώς πανευρωπαϊκά (Eurogroup, Ε.Ε., ΔΝΤ και όχι μόνο) η σύσταση παραμένει για στοχευμένες και προσωρινές εισοδηματικές ενισχύσεις υπέρ των ευάλωτων, αντί για οριζόντιες μειώσεις φόρων για όλους. Ακόμα κι όταν τρεις ημέρες μετά τις εκλογές η Κομισιόν ζήτησε από την Ελλάδα και απ’ όλες τις χώρες να βάλουν τέλος στις επιδοτήσεις λογαριασμών και ακρίβειας τον Δεκέμβριο, αλλά συνιστά να συνεχίσουν να τις δίνουν στους ευάλωτους – ή και να τις διατηρήσουν αν φουντώσουν ξανά η ακρίβεια και οι τιμές των καυσίμων.
Στον αντίποδα -και παρά τις μειώσεις ΦΠΑ-, στην Ισπανία ο πληθωρισμός τροφίμων ήταν και παραμένει υψηλότερος από την Ελλάδα (12,9% έναντι 11,4% τον Απρίλιο).