Απόφαση ΑΠ 73/2023: Παράνομη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων από Τράπεζα σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών
Δεκτή έγινε από τον Άρειο Πάγο αίτηση αναίρεσης απόφασης, με αντιφατικές και ελλιπείς αιτιολογίες ως προς το κρίσιμο για την έκβαση της δίκης ζήτημα της κατά νόμο ελάχιστης απαιτούμενης ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων σχετικά με τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (ΑΠ 73/2023).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, με το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, καθιερώνεται βασική υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας για την ενημέρωση του υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων, για την επεξεργασία των δεδομένων του, με σαφή και πρόσφορο τρόπο, ιδίως ως προς τα στοιχεία της ταυτότητάς του και της ταυτότητας του τυχόν εκπροσώπου του, το σκοπό της επεξεργασίας, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων, την ύπαρξη του δικαιώματος του υποκειμένου για πρόσβαση αυτού σε πληροφορίες σχετικές με την επεξεργασία των δεδομένων του.
Η ενημέρωση γίνεται εγγράφως και μπορεί να περιλαμβάνεται και σε έντυπο αίτησης, με την οποία το υποκείμενο δηλώνει για συγκεκριμένο σκοπό τα προσωπικά του δεδομένα, αρκεί να πληροί τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν.Ταυτόχρονα, η ενημέρωση, αποτελεί και δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων. Το δικαίωμα του αυτό προστατεύεται με το άρθρο 12 του άνω νόμου.Ειδικότερα, δε, ως προς το στοιχείο της ενημέρωσης για τους αποδέκτες των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, πρέπει να ενημερώνει το υποκείμενο είτε ως προς το συγκεκριμένο πρόσωπο του αποδέκτη, του οποίου έτσι θα προκύπτει η ταυτότητα, είτε, κατά ρητή αναφορά του νόμου, ως προς την κατηγορία των αποδεκτών, οπότε, σ’ αυτή την περίπτωση, δεν προσδιορίζεται κάθε πρόσωπο της κατηγορίας, ώστε να προκύπτει η ταυτότητα του.
Εν προκειμένω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε ότι ο ενάγων, ως υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων του, που συνελέγησαν από την εναγομένη τράπεζα κατά τη χορήγηση σε αυτόν πίστωσης, ενημερώθηκε από την τελευταία για τη διαβίβαση τους, τους αποδέκτες τούτων και τη διαβίβαση τους σε αυτούς εκ μέρους της προς επεξεργασία για λογαριασμό της, ενεργώντας σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ.1 περ.β’, γ’ του ν.2472/1997.
Συνεπώς, έκρινε πως η ενέργεια της αυτή δεν συνιστούσε παραβίαση των ρυθμίσεων της ως άνω διάταξης και παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος, προς θεμελίωση αξίωσης του για καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής του βλάβης.Κατά την κρίση του ανωτάτου δικαστηρίου, ωστόσο, δεν εκτίθενται στην προσβαλλομένη απόφαση με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις, όλα τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό της πόρισμα, σχετικά με το ζήτημα της κατά νόμο απαιτούμενης ελάχιστης ενημέρωσης του ενάγοντος υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων εκ μέρους της εναγομένης αναιρεσίβλητης κατ’άρθρο 11 παρ.1 περ. β’, γ’ του ν.2472/1997, που συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για τη θεμελίωση του αγωγικού του δικαιώματος αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης με επίκληση της παραβίασης της άνω διάταξης, και ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα να καταστήσει ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο.
Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι το δικαστήριο της ουσίας, ενώ δέχεται αρχικά ότι ο ενάγων-αναιρεσείων ενημερώθηκε από την αντισυμβαλλομένη του Τράπεζα για τη συλλογή των προσωπικών του δεδομένων και τη διαβίβαση τους εκ μέρους της μόνο σε πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα, για τη διατήρηση τους σε διατραπεζικό αρχείο προς προστασία της πίστης και την εξυγίανση των συναλλαγών, με υπεύθυνο επεξεργασίας τους την «Τειρεσίας ΑΕ», σύμφωνα με σχετικό όρο της σύμβασης παροχής πίστωσης καταναλωτικού δανείου, στη συνέχεια αντιφατικά δέχεται ότι με τον ίδιο συμβατικό όρο ο ενάγων ενημερώθηκε από την αντισυμβαλλομένη του Τράπεζα, για την διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων, σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται με την άνω σύμβαση δανείου, στην ευρύτερη κατηγορία αποδεκτών «εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων».
Με ελλιπείς δε και ανεπαρκείς αιτιολογίες κρίθηκε ότι ο ενάγων ενημερώθηκε από την εναγομένη τράπεζα για τη διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων σε τρίτους, μέσω της επικαιροποίησης των στοιχείων του, λαμβάνοντας τότε αντίγραφο των Γ.Ο.Σ. στο οποίο γίνεται αναφορά μόνο του τίτλου «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Ν.2472/1997», χωρίς όμως να αναφέρεται το περιεχόμενο του σχετικού όρου και χωρίς να προσδιορίζονται οι αποδέκτες των δεδομένων του ενάγοντος.
Απόσπασμα απόφασης
Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών που δίκασε ως εφετείο, δέχτηκε τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση της εκκαλούσας εναγομένης ήδη αναιρεσίβλητης κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση και αφού κράτησε και δίκασε επί της από 28-9-2017 αριθ.καταθ../2017 αγωγής, την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεχόμενο ότι ο ενάγων, ως υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων του, που συνελέγησαν από την εναγομένη τράπεζα κατά τη χορήγηση σε αυτόν πίστωσης, ενημερώθηκε από την τελευταία για τη διαβίβαση τους, τους αποδέκτες τούτων και τη διαβίβαση τους σε αυτούς εκ μέρους της προς επεξεργασία για λογαριασμό της, ενεργώντας σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ.1 περ.β’, γ’του ν.2472/1997, και συνεπώς η ενέργεια της αυτή δεν συνιστούσε παραβίαση των ρυθμίσεων της ως άνω διάταξης και παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος, προς θεμελίωση αξίωσης του για καταβολή εύλογης χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής του βλάβης.
Υπό τις ανωτέρω παραδοχές του, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, στέρησε την απόφαση του νόμιμης βάσης, καθ’ όσον δεν διέλαβε σ’ αυτή την απαιτούμενη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό της ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διάταξης του άρθρου 11 παρ.1 περ.β’, γ’ του ν.2472/1997 και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή αυτής, την οποία έτσι παραβίασε εκ πλαγίου. Τούτο, διότι δεν εκτίθενται στην προσβαλλομένη απόφαση του, όπως προκύπτει από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της, με σαφήνεια, επάρκεια και χωρίς αντιφάσεις, όλα τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό της πόρισμα, σχετικά με το ζήτημα της κατά νόμο απαιτούμενης ελάχιστης ενημέρωσης του ενάγοντος υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων εκ μέρους της εναγομένης αναιρεσίβλητης κατ’άρθρο 11 παρ.1 περ. β’, γ’ του ν.2472/1997, που συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για τη θεμελίωση του αγωγικού του δικαιώματος αξίωσης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης με επίκληση της παραβίασης της άνω διάταξης, και ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα να καταστήσει ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο.
Ειδικότερα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, ενώ δέχεται αρχικά ότι ο ενάγων-αναιρεσείων ενημερώθηκε από την αντισυμβαλλομένη του Τράπεζα για τη συλλογή των προσωπικών του δεδομένων και τη διαβίβαση τους εκ μέρους της μόνο σε πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα, για τη διατήρηση τους σε διατραπεζικό αρχείο προς προστασία της πίστης και την εξυγίανση των συναλλαγών, με υπεύθυνο επεξεργασίας τους την «Τειρεσίας ΑΕ», σύμφωνα με τον υπ’ αριθμ. 15 όρο της υπ’ αριθ../10-9-2010 σύμβασης παροχής πίστωσης καταναλωτικού δανείου, στη συνέχεια αντιφατικά δέχεται ότι με τον ίδιο συμβατικό όρο (τον υπ’αριθμ. 15) με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, ο ενάγων ενημερώθηκε από την αντισυμβαλλομένη του Τράπεζα, για την διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων, σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται με την άνω σύμβαση δανείου, στην ευρύτερη κατηγορία αποδεκτών «εταιρείες είσπραξης απαιτήσεων» στην οποία υπάγονται και οι εταιρείες «.» και «EUROBANK REMEDIAL SERVICES» ως εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, και τέλος, με ελλιπείς και ανεπαρκείς αιτιολογίες η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται ότι ο ενάγων ενημερώθηκε από την εναγομένη-αναιρεσίβλητη τράπεζα για τη διαβίβαση των προσωπικών του δεδομένων σε τρίτους το έτος 2016, μέσω της επικαιροττοίησης των στοιχείων του, λαμβάνοντας τότε αντίγραφο των Γ.Ο.Σ. στο οποίο γίνεται αναφορά μόνο του τίτλου «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Ν.2472/1997», χωρίς όμως να αναφέρεται το περιεχόμενο του σχετικού όρου και χωρίς να προσδιορίζονται οι αποδέκτες των δεδομένων του ενάγοντος.
Με τις παραπάνω δε αιτιολογίες, που είναι αντιφατικές, ελλιπείς και ανεπαρκείς, κατά τα προεκτεθέντα, κατέληξε στην κρίση περί νομότυπης ενημέρωσης του ενάγοντος για το σκοπό επεξεργασίας των δεδομένων του και για τη διαβίβαση τους στις εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών «ΜΕΛΛΟΝ» και «EUROBANK REMEDIAL SERVICES» που εκτελούν για λογαριασμό της αναιρεσίβλητης τράπεζας την επεξεργασία αυτή. Εν κατακλείδι, το Εφετείο, με τις πιο πάνω παραδοχές για τη στήριξη του ανωτέρω αποδεικτικού πορίσματος στέρησε την απόφαση του από νόμιμη βάση, εξαιτίας αντιφατικών, ελλιπών και ανεπαρκών αιτιολογιών, που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής ή μη εφαρμογής των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων του άρθρου 11 παρ.1 περ.β’και γ’τουν.2472/1997, τις οποίες παραβίασε εκ πλαγίου.
Επομένως, ο πρώτος λόγος της αναίρεσης από τον αριθμό 6 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, εκ πλαγίου παραβίαση των ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, είναι βάσιμος. Κατόπιν τούτων, χωρίς να ερευνηθεί ο έτερος δεύτερος λόγος της αίτησης αναίρεσης, η εξέταση του οποίου παρέλκει γιατί καλύπτεται από την αναιρετική εμβέλεια του λόγου αυτού, που κρίθηκε βάσιμος, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολο της, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που την εξέδωσε, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή (άρθρο 580 παρ. 3 Κ. Πολ. Δ.). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον αναιρεσείοντα του παραβόλου, που κατέθεσε για την άσκηση της ένδικης αίτησης αναίρεσης (άρθρο 495 παρ. 4, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012) και να καταδικαστεί η αναιρεσίβλητη, που ηττήθηκε στα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου της, που παρέστη και κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος του (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.